Κυριακή 21 Μαρτίου 2021

Η καθιέρωση της 25ης Μαρτίου ως Εθνικής Επετείου

Το ιστορικό διάταγμα του 1838


 Με την ευκαιρία της εθνικής επετείου είναι ευκαιρία να γνωρίσουμε πότε και πώς καθιερώθηκε να εορτάζεται την 25η Μαρτίου. Είναι γνωστό πως η ελληνική επανάσταση ξεκίνησε στις 22 Φεβρουαρίου 1821 στο Ιάσιο της Ρουμανίας από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο οποίος στις 24 Φεβρουαρίου εκδίδει την πρώτη διακήρυξη του επαναστατημένου έθνους με σύνθημα: «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Παράλληλα προετοιμαζόταν το ξεκίνημα της επανάστασης στην Πελοπόννησο από τον Παπαφλέσσα, οποίος είχε σταλεί από τη Φιλική Εταιρεία να ξεσηκώσει και να συντονίσει τους μυημένους στον Αγώνα. Σε μυστική σύσκεψη των Φιλικών της Πελοποννήσου στη Βοστίτσα (το σημερινό Αίγιο) που έγινε από 26 ως 30 Ιανουαρίου 1821, εκφράζονται επιφυλάξεις αλλά ορίστηκαν τρεις πιθανές ημερομηνίες για την έναρξη του αγώνα: η 25η Μαρτίου (Ευαγγελισμός), η 23η Απριλίου (Αγ. Γεωργίου) και η 21η Μαΐου (Αγ. Κωνσταντίνου) και άρχισαν οι προετοιμασίες. Γίνονται διάφορα προεπαναστατικά επεισόδια, δείγμα της αδημονίας να ξεσηκωθούν όσων γνώριζαν. Η οθωμανική διοίκηση άρχισε να υποψιάζεται πως κάτι ετοιμάζεται και διέταξε πολλούς προεστούς και ιεράρχες να συγκεντρωθούν στην Τρίπολη, όπου τους κράτησε ως ομήρους ώστε να εμποδίσει πιθανό κίνημα. Ήταν σαφές πλέον πως η επανάσταση κινδύνευε να ματαιωθεί αν δεν ξεκινούσε άμεσα. Ο Παπαφλέσσας γυρίζοντας από τόπο σε τόπο ξεσήκωνε με αλήθειες και ψέματα τους οπλαρχηγούς προσπαθώντας να τους πείσει πώς είχε φτάσει η ώρα. Τελικά, το Μάρτιο ξεκινά η Επανάσταση παράλληλα στη Μάνη και στα Καλάβρυτα.


Στις 17 Μαρτίου οι Μανιάτες ξεκινούν από την Αρεόπολη και βαδίζουν προς την Καλαμάτα, την οποία ελευθερώνουν στις 23 Μαρτίου 1821. Συγκροτούν τη Μεσσηνιακή Σύγκλητο και στέλνουν «Προειδοποίηση εις τας Ευρωπαϊκάς Αυλάς», με την οποία διακηρύττουν «απεφασίσαμεν, ή να ελευθερωθώμεν, ή να αποθάνωμεν… προσκαλούμεν την συνδρομήν και βοήθειαν όλων των εξευγενισμένων Ευρωπαίων γενών ώστε… να αναστήσωμεν το τεταλαιπωρημένον Ελληνικόν γένος μας». Είναι το πρώτο επίσημο έγγραφο του επαναστατημένου έθνους που στέλνεται στα ευρωπαϊκά κράτη και στις ΗΠΑ. Σώζεται στα αρχεία του Foreign Office στη Μ. Βρετανία. Ταυτόχρονα οι Καλαβρυτινοί ελευθερώνουν την πόλη τους στις 21 Μαρτίου και κινούνται προς την Πάτρα, στην οποία με τη βοήθεια κι άλλων οπλαρχηγών μπαίνουν στις 25 Μαρτίου και χαράζουν στην κεντρική πλατεία ένα σταυρό και τη φράση «Ελευθερία ή θάνατος». Το μήνυμα του ξεσηκωμού φτάνει στη Ρούμελη και στις 24 Μαρτίου ξεσηκώνονται οι Ρουμελιώτες. Πολιορκούν τα Σάλωνα (τη σημερινή Άμφισσα) και την καταλαμβάνουν στις 10 Απριλίου. Προηγουμένως, στις 28 Μαρτίου έχει ελευθερωθεί το Λιδορίκι. Στις 30 Μαρτίου πολιορκείται η Λιβαδειά, στις 26 Απριλίου ελευθερώνεται η Αθήνα ενώ οι Τούρκοι κλείνονται στην Ακρόπολη. 26 Μαρτίου ξεσηκώνονται οι Σπέτσες, ακολουθεί η Ύδρα στις 28, τα Ψαρά στις 10 Απριλίου.

Ο αγώνας γενικεύεται και ο Σουλτάνος προβαίνει σε αντίποινα. Στις αρχές Απριλίου εκτελούνται στην Κωνσταντινούπολη επτά επιφανείς Χριστιανοί: Κ. Μουρούζης, Γ. Μαυροκορδάτος, Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σκαναβής, Τσουράς, Τσιγκρής, Χοτζερής. Στις 10 Απριλίου απαγχονίζεται ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄, παρά το ότι στις 3 Μαρτίου είχε αφορίσει τον Υψηλάντη και το Σούτσο που ξεκίνησαν την επανάσταση στο Ιάσιο. Ενώ η επανάσταση στη Βλαχία ψυχορραγεί στην Πελοπόννησο και στη Ρούμελη επικρατεί. Τον Αύγουστο του 1821 εκδίδεται η πρώτη εφημερίδα σε ελεύθερο ελληνικό έδαφος, η «Σάλπιγξ Ελληνική» στην Καλαμάτα, από τον Θεόκλητο Φαρμακίδη.

Η κατάληψη της Τριπολιτσάς (Τρίπολης) στις 23 Σεπτεμβρίου 1821, που αποτελούσε την έδρα της Οθωμανικής διοίκησης, δημιούργησε μια τετελεσμένη κατάσταση. Είχε δημιουργηθεί πλέον ένας πυρήνας εδάφους στην Πελοπόννησο υπό ελληνικό έλεγχο, ανεξάρτητα αν υπήρχαν ακόμα κάποια φρούρια με τουρκικές φρουρές που πολιορκούνταν. Είχε φτάσει η ώρα να οργανωθεί διοικητικά το νέο έθνος. Για το λόγο αυτό στις 20 Δεκεμβρίου 1821 συγκλήθηκε η Α΄ Εθνοσυνέλευση στην Παλαιά Επίδαυρο, η οποία την Πρωτοχρονιά του 1822 ψήφισε το «Προσωρινό Πολίτευμα της Ελλάδος». Στις 15 Ιανουαρίου 1822, η εθνοσυνέλευση εξέλεξε ως «Πρόεδρο του Νομοτελεστικού» τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, που έγινε έτσι ο πρώτος πρωθυπουργός του νέου ελληνικού κράτους. Την ίδια ημέρα δημοσιεύτηκε η «Διακήρυξη της Εθνοσυνέλευσης για τους σκοπούς του Αγώνα», η οποία ξεκινά ως εξής:

«Απόγονοι του σοφού και φιλανθρώπου Έθνους των Eλλήνων, σύγχρονοι των νυν πεφωτισμένων και ευνομουμένων λαών της Eυρώπης και θεαταί των καλών, τα οποία ούτοι υπό την αδιάρρηκτον των νόμων αιγίδα απολαμβάνουσιν, ήτο αδύνατον πλέον να υποφέρωμεν μέχρις αναλγησίας και ευηθείας την σκληράν του Oθωμανικού Kράτους μάστιγα ήτις ήδη τέσσαρας περίπου αιώνας επάταξε τας κεφαλάς ημών και αντί του λόγου την θέλησιν ως νόμον γνωρίζουσα, διώκει και διέταττε τα πάντα δεσποτικώς και αυτογνωμόνως.»

Η ιστορική διακήρυξη καταλήγει «Eν Eπιδαύρω, την 15ην Iανουαρίου. A΄ της Ανεξαρτησίας. 1822». Ορίζει, δηλαδή, την 15η Ιανουαρίου ως Α΄ ημέρα της ανεξαρτησίας, κατά τα πρότυπα της Γαλλικής Επανάστασης του 1789. Έτσι ξεκίνησε ο αγώνας της εθνεγερσίας και αφού πέρασε πολλές φάσεις μεγαλείου αλλά και δυσκολιών οδήγησε στη δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους κόντρα στις αποφάσεις του συνεδρίου της Ιερής Συμμαχίας που διεξήχθη στο Λάιμπαχ (σημερινή Λιουμπλιάνα της Σλοβενίας) από τον Ιανουάριο ως το Μάιο του 1821, δηλαδή την ίδια περίοδο με το ξεκίνημα της ελληνικής επανάστασης, και στο οποίο «οι Ηγεμόνες διαδήλωσαν ότι θεωρούν νομικώς άκυρον και αποκηρυκτέαν παρά των αρχών του Δημοσίου Δικαίου της Ευρώπης, πάσαν υποτιθέμενην μεταρρύθμισιν πραγματοποιουμένην δια κινήματος ή ανοικτής βίας».

Με τη δημιουργία του ελληνικού κράτους προέκυψε το θέμα του ορισμού της ημερομηνίας πανελλήνιου εορτασμού της επετείου της εθνεγερσίας. Η 22α Φεβρουαρίου, ημερομηνία έναρξης της επανάστασης από τον Υψηλάντη στο Ιάσιο, δεν ήταν κατάλληλη, αφενός διότι το κίνημα εκείνο δεν είχε αίσιο τέλος, αφετέρου διότι δεν σηματοδοτούσε κάτι για το τμήμα του ελληνικού χώρου που ελευθερώθηκε (Πελοπόννησος, Ρούμελη, Εύβοια, Βόρειες Σποράδες και Κυκλάδες) και στο οποίο διεξήχθη το κύριο μέρος του αγώνα. Από τις ημερομηνίες των γεγονότων που προαναφέραμε πολλές θα μπορούσαν να επιλεγούν. Η 17η Μαρτίου ή η 21η Μαρτίου που ξεσηκώθηκαν η Μάνη και τα Καλάβρυτα αντίστοιχα. Η 23η Μαρτίου, ημέρα απελευθέρωσης της Καλαμάτας της πρώτης μεγάλης πόλης που ελευθερώθηκε, ημέρα της συγκρότησης του πρώτου οργάνου του νέου κράτους που ήταν η Μεσσηνιακή Σύγκλητος και ημέρα της σύνταξης του πρώτου επίσημου εγγράφου, της Προκήρυξης προς τις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Η 23η Σεπτεμβρίου, ημέρα απελευθέρωσης της Τρίπολης που αποτελούσε το διοικητικό κέντρο της Πελοποννήσου. Όλες αυτές θεωρήθηκαν ημερομηνίες με τοπικό ενδιαφέρον, οι οποίες δεν συμβόλιζαν κάτι κοινό για όλο το έθνος. Αρχικά, επί Καποδίστρια, ως ημέρα εθνικής επετείου γιορταζόταν η Πρωτοχρονιά, διότι την 1η Ιανουαρίου 1822 είχε ψηφιστεί από την Α΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου το «Προσωρινό Πολίτευμα της Ελλάδος» και θεωρήθηκε ως η ημέρα έναρξης της νομικής ύπαρξης του Ελληνικού κράτους. Ο εορτασμός συνεχίστηκε επί αντιβασιλείας και επί Όθωνα αλλά υπήρχε ένα ζήτημα σχετικά με το συμβολισμό της ημέρας. Δηλαδή υπενθύμιζε πως η Α΄ Εθνοσυνέλευση καθώς και οι επόμενες είχαν δημιουργήσει ένα δημοκρατικό Σύνταγμα που προέβλεπε την διάκριση των εξουσιών σε βουλευτικό, εκτελεστικό και δικαστικό, και εκλογή της αντιπροσωπευτικής αρχής (κυβέρνησης), θέματα στα οποία ο Όθωνας αντιδρούσε καθώς δεν δεχόταν να παραχωρήσει Σύνταγμα.

Το 1835 ο Ιωάννης Κωλέττης ως υπουργός εσωτερικών πρότεινε η εθνική επέτειος να εορτάζεται στις 25 Μαρτίου, ημέρα του Ευαγγελισμού, καθώς ήταν μια από τις ημερομηνίες που είχε προταθεί ως ημέρα έναρξης, κατά τη μυστική σύσκεψη των Φιλικών της Πελοποννήσου στη Βοστίτσα (Αίγιο) στις 26-30/1/1821. Ο Κωλέττης ετοίμασε το σχετικό διάταγμα «Περί κανονισμού Εθνικών Εορτών, Αγώνων και Πανηγύρεων» αλλά πριν προλάβει να υπογραφτεί, ήρθε σε σύγκρουση με τον Άρμανσμπεργκ, καθαιρέθηκε από την κυβέρνηση και τοποθετήθηκε πρέσβης της Ελλάδας στη Γαλλία, δηλαδή εξορίστηκε με τιμές. Όμως, η ιδέα άρεσε και το 1837 για πρώτη φορά εορτάστηκε άτυπα η επέτειος της εθνεγερσίας μαζί με την εορτή του Ευαγγελισμού. Το επόμενο έτος ο Όθωνας με το βασιλικό διάταγμα 980 της 15ης Μαρτίου 1838, το οποίο εισηγήθηκε ο υπουργός εσωτερικών Ι. Γλαράκης, καθιέρωσε να εορτάζεται επίσημα η επέτειος έναρξης του αγώνα της ανεξαρτησίας την ημέρα του Ευαγγελισμού. Το ιστορικό κείμενο του Β.Δ. 980/15(27)-3-1838 έχει ως εξής:

«Όθων, ελέω Θεού βασιλεύς της Ελλάδος, επί τη προτάσει της Ημετέρας  επί των Εκκλησιαστικών κ.τ.λ. Γραμματείας, θεωρήσαντες ότι η ημέρα της 25ης Μαρτίου, λαμπρά καθ’ εαυτήν εις πάντα Έλληνα δια την εν εαυτή τελουμένην εορτήν του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου, είναι προσέτι λαμπρά και χαρμόσυνος διά την κατ’ αυτήν έναρξιν του υπέρ της ανεξαρτησίας αγώνος του Ελληνικού Έθνους, καθιερούμεν τηv ημέραν ταύτην εις τo διηνεκές ως ημέραν Εθνικής Εορτής και διατάττομεν τηv διαληφθείσαν Ημετέραν Γραμματείαν να δημοσιεύση και ενεργήση τo παρόν διάταγμα».

Βέβαια ανεξάρτητα με το σκεπτικό του Β.Δ., η ημερομηνία είναι καθαρά συμβολική, αφού όπως είδαμε την 25η Μαρτίου 1821 η επανάσταση είχε ήδη ξεκινήσει. Το 1838, πρώτη χρονιά εφαρμογής του διατάγματος, ο εορτασμός ήταν πανηγυρικός. Πρωί-πρωί κανονιοβολισμοί και μουσική ανήγγειλαν την έναρξη των εκδηλώσεων. Στη δοξολογία που έγινε στο ναό της Αγ. Ειρήνης στην οδό Αιόλου μετέβησαν οι βασιλείς ντυμένοι με εθνικές ενδυμασίες, συνοδευόμενοι από την κυβέρνηση και πολλούς επισήμους. Πλήθος κόσμου είχε συγκεντρωθεί στους δρόμους, πολλοί είχαν έρθει από τα γύρω χωριά κρατώντας σημαίες και λάβαρα. Ακολούθησε γλέντι με νταούλια και ζουρνάδες στην πλατεία Ανακτόρων (έξω από την παλιά Βουλή, το σημερινό Ιστορικό Μουσείο). Το απόβραδο έγινε λαμπαδηφορία ως την Ακρόπολη, ενώ στο λόφο του Λυκαβηττού με μεγάλες φωτιές σχημάτισαν ένα μεγάλο πύρινο σταυρό.

Τα πρώτα χρόνια ο εορτασμός πέρασε από δυσκολίες. Το 1840 και το 1841 φοιτητές και παλιοί αγωνιστές διαμαρτυρήθηκαν για τον παραγκωνισμό τους από τους Βαυαρούς στρατιώτες και οργάνωσαν διαδήλωση. Μάλιστα το 1840 τέλεσαν ξεχωριστή δοξολογία στο ναό της Καπνικαρέας. Ο εορτασμός της εθνικής εορτής μαζί με τη θρησκευτική διευκόλυνε πολύ τους Έλληνες που ήταν ακόμα υπόδουλοι, οι οποίοι στους ναούς και στα σχολεία με την ευκαιρία της εορτής του Ευαγγελισμού έκαναν αναφορές στον αγώνα της εθνεγερσίας των Ελλήνων καλλιεργώντας τις προσδοκίες των υπόδουλων για απελευθέρωση.

Η μόνη χρονιά που οι δύο εορτασμοί δεν συνέπεσαν ήταν το 1923. Τη χρονιά αυτή καθιερώθηκε το νέο ημερολόγιο από την ελληνική πολιτεία, που είχε διαφορά 13 ημέρες από το παλαιό. Με νόμο η επόμενη μέρα της  15ης Φεβρουαρίου ορίστηκε η 1η Μαρτίου, διαγράφοντας έτσι 13 ημέρες. Όμως, η εκκλησία δεν υιοθέτησε την αλλαγή. Έτσι στις 25 Μαρτίου 1923 εορτάστηκε η εθνική επέτειος ενώ η εορτή του Ευαγγελισμού εορτάστηκε 13 ημέρες αργότερα. Το επόμενο έτος η Εκκλησία της Ελλάδος ανακοίνωσε πως προσαρμόζει το εκκλησιαστικό ημερολόγιο με το πολιτικό από τις 10 Μαρτίου 1924, την οποία άλλαξε σε 23 Μαρτίου.

Έτσι συνεχίστηκε ο κοινός εορτασμός της εθνικής με την θρησκευτική εορτή. Η αλήθεια είναι πως με την αλλαγή του ημερολογίου περιπλέκεται ο συλλογισμός της καθιέρωσης της 25ης Μαρτίου ως ημέρας έναρξης του αγώνα της ανεξαρτησίας. Και τούτο διότι η 25η Μαρτίου του σημερινού ημερολογίου αντιστοιχεί στις 12 Μαρτίου 1821, ημέρα που δεν είχε ξεκινήσει καμιά επαναστατική ενέργεια. Έτσι κι αλλιώς όμως η 25η Μαρτίου είναι πλέον ένα σύμβολο. Σύμβολο του αγώνα που ξεκίνησε ένα μικρό έθνος πριν από δυο αιώνες περίπου να αποκτήσει τον έλεγχο της χώρας που ζούσε επί χιλιετίες. Ενός αγώνα που κατέληξε στη δημιουργία ενός μικρού πυρήνα, από τον οποίο με διαδοχικές διευρύνσεις κατά τον 19ο και τον 20ο αιώνα προήλθε το σημερινό ελληνικό κράτος. Ενός αγώνα ανεξαρτησίας, ο οποίος ουσιαστικά συνεχίζεται ως τις ημέρες μας.

 

Θεόδωρος Μπελίτσος, Ν. Σμύρνη 10 Μαρτίου 2013
Πρώτη δημοσίευση: εφ. «Λήμνος» φ. 777 (20/3/2013) και 
εφ. «Μανιάτικη Αλληλεγγύη» φ. 170 κ΄ 171 (Μάιος κ΄ Ιούνιος 2013)
 
 
Ο πίνακας του Θεόδωρου Βρυζάκη "Η Ελλάς ευγνωμονούσα" (1858), αντλήθηκε από την Βικιπαίδεια.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου