Μαριάνθης Σπύρη:
"Με γέννησε ο Ταΰγετος, με άγγιξε η Αμερική"
Καλαμάτα 2021
Ένα καλαίσθητο, λιτό βιβλιαράκι 116 σελίδων, με τον πιο πάνω τίτλο, που είδε το φως πρόσφατα στην Καλαμάτα, έφτασε στα χέρια μου. Συγγραφέας η Μαριάνθη Σπύρη (Σκιά) από την Παλιόχωρα Αβίας, μόνιμη κάτοικος του χωριού της εδώ και αρκετά χρόνια, στην πρώτη εκδοτική της απόπειρα. Καταπιάστηκε με αυτή τη συγγραφή για να τιμήσει την μεγάλη προσπάθεια που έκανε ο σύζυγός της, ο Αριστείδης Νικ. Σπύρης από την ορεινή Αλαγονία του Ταΰγετου, να ξεφύγει από τη φτώχια. Τη συνεχή πάλη και τον διαρκή αγώνα του να ξεπεράσει τις αντιξοότητες και τα εμπόδια, τα οποία του επιφύλαξε η μοίρα, πρώτα για να σταθεί στα πόδια του, στη συνέχεια να βοηθήσει την οικογένειά του και εν τέλει να κατακτήσει το αμερικάνικο όνειρο ως μετανάστης στη Νέα Υόρκη, πετυχαίνοντας αξιοζήλευτη οικονομική πρόοδο. Και παράλληλα να καταφέρει το όνειρο κάθε μετανάστη, που δεν είναι άλλο από το νόστο, την επιστροφή στην πατρίδα, όχι μόνο ως επιτυχημένος οικονομικά αλλά και ως οικογενειάρχης.
Ο Άρης (Αριστείδης) σημαδεύτηκε άσχημα από τη μοίρα πριν ακόμα χρονίσει. Ο πατέρας του υπήρξε θύμα της τραγικής εμφύλιας διαμάχης που ταλάνισε την πατρίδα μας τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, στην οποία συχνά οι προσωπικές έχθρητες βαφτίζονταν πολιτικές κι αντιστρόφως. Από μικρός αναγκάστηκε να βγει στο μεροκάματο για να δώσει ένα χέρι βοηθείας στη μάνα που δούλευε σαν άντρας και στην αδερφή του. Αξιοποιώντας την ευφυΐα του αφενός και την εργατικότητά του αφετέρου κατάφερε πριν ακόμα πάει φαντάρος να έχει ένα σταθερό μεροκάματο δουλεύοντας σε μαγαζί στην Καλαμάτα. Παράλληλα απέκτησε την πείρα της πραγματικής ζωής καθώς από πολύ ενωρίς γνώρισε στο πετσί του την εκμετάλλευση και την αδικία από άπονα αφεντικά που είχε στις πολλές δουλειές που άλλαξε: εργάτης στις ελιές, λατζέρης, πωλητής, αχθοφόρος, μπακαλόγατος, σερβιτόρος, ακόμα και λογιστής!
Βλέποντας πως δούλευε χωρίς μέλλον, αποφάσισε να πάει λαθραίος στις ΗΠΑ, όπου έγινε πιατάς σε ελληνικό εστιατόριο, όπως πολλοί νεαροί μετανάστες αλλά λίγους μήνες αργότερα τον έπιασαν και απελάθηκε. Έχοντας διαπιστώσει πως αν δουλεύεις και δεν είσαι σπάταλος, στις ΗΠΑ υπάρχουν ευκαιρίες, έφυγε ξανά, έκανε εικονικό γάμο για να γίνει νόμιμος και με τη δουλειά και το επιχειρηματικό του δαιμόνιο, από πιατάς έγινε μάγειρας κι από μάγειρας εστιάτορας κι επιχειρηματίας. Αγάπησε την Αμερική για τις ευκαιρίες που του έδωσε αλλά στα όνειρά του πάντα ταξίδευε στον Ταΰγετο. Τα δάση, τα νερά και την άγρια ομορφιά του επιβλητικού βουνού της γενέτειράς του δεν τα ξέχασε ποτέ. Βόηθησε την οικογένειά του, έκανε μια συρμαγιά, αναζήτησε και βρήκε ένα κορίτσι από την πατρίδα για να φτιάξει οικογένεια και τελικά επέστρεψε οριστικά στην Ελλάδα ώστε τα παιδιά του να μεγαλώσουν εδώ, χωρίς ποτέ να χάσει την επαφή με την Αμερική, όπου επέστρεψε για λίγα χρόνια μετά το σεισμό της Καλαμάτας το 1986.
Στο βιβλίο περιγράφονται με γλαφυρότητα και ρεαλισμό οι σκληρές συνθήκες (οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές) που επικρατούσαν τις δεκαετίες του '40, '50 κι '60, που ανάγκαζαν τους νέους να μεταναστεύουν. Αν και το κίνητρο της συγγραφής ήταν καθαρά προσωπικό, εντούτοις η συγγραφέας καταφέρνει να συγκινήσει και τον αδιάφορο αναγνώστη, τόσο με την συναισθηματική γραφή της, όσο και με την διαθεματική προσέγγιση. Σε πρώτη ανάγνωση το κείμενο είναι στένα προσωπικό-οικογενειακό. Όμως, αν ο αναγνώστης παραβλέψει τις λεπτομέρειες και αγνοήσει τα πρόσωπα, τότε ξεπροβάλλει ανάγλυφα μια ευρύτερη εικόνα, καθώς η ιστορία του Άρη εντάσσεται στο γενικότερο κοινωνικό πλαίσιο της εποχής.
Η έκδοση είναι γενικά καλαίσθητη. Το εξώφυλλο κοσμεί μια όμορφη φωτογραφική σύνθεση που παραπέμπει στις δυο πατρίδες, την Αλαγονία και τη Νέα Υόρκη. Επίσης, στο τέλος του κειμένου, υπάρχουν δέκα σελίδες με 22 φωτογραφίες εποχής από την περιπετειώδη ζωή του Άρη Σπύρη. Η επιμέλεια του κειμένου από την Ιωάννα Σταθάκη έχει γίνει με προσοχή, ακρίβεια και με σεβασμό στο συγγραφικό ύφος. Βασική εκδοτική παράλειψη είναι η απουσία περιεχομένων. Επίσης, υπάρχουν κάποια λάθη στις λεζάντες των φωτογραφιών και σε κάποια τοπωνύμια κι ονόματα προσώπων, κυρίως στα αμερικάνικα, τα οποία ξέφυγαν από τον εκδοτικό επιμελητή. Αλλά οι αβλεψίες αυτές δεν κυριαρχούν και δεν προδίδουν την συνολική εικόνα του βιβλίου. Οι πιο πολλοί αναγνώστες δεν θα τις προσέξουν καν.
Σκιαγραφώντας το έργο, θα σταθώ σε δυο στοιχεία που το χαρακτηρίζουν, κατά τη γνώμη μου.
Το πρώτο είναι πως το αφήγημα το γράφει μεν η Μαριάνθη αλλά το διηγείται ο Άρης. Η συγγραφέας, καίτοι πρωτόπειρη, επέλεξε την αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, με αποτέλεσμα το κείμενο να έχει μορφή αυτοβιογραφίας. Πρόκειται για μια δύσκολη και ριψοκίνδυνη συγγραφική τεχνική, διότι η συγγραφέας δεν υποδύεται έναν φανταστικό χαρακτήρα, στη θέση του οποίου βάζει τον εαυτό της. Υποδύεται ένα υπαρκτό πρόσωπο και μάλιστα πολύ κοντινό της. Γνωρίζει μεν την ψυχοσύνθεση και τον χαρακτήρα του καθώς ζουν μαζί αγαπημένοι σχεδόν πέντε δεκαετίες αλλά προφανώς δεν ήταν εύκολο να μετατρέψει τις αναμνήσεις του συζύγου της σε βιωματικό αφήγημα. Δεδομένου, μάλιστα, πως στον κύριο όγκο του έργου (περίπου στο 75% του κειμένου) αναφέρεται στη ζωή του Άρη πριν γνωριστούν και δημιουργήσουν οικογένεια.
Όπως ομολογεί στον πρόλογο: "...με υπομονή κατόρθωσα κάτι που στην αρχή φαινόταν αδύνατο. Να ξαναζωντανέψω μέσα στην ψυχή και στο μυαλό του την ιστορία του, τη ζωή του, τα όνειρά του". Η συγγραφέας έχει επίγνωση της δυσκολίας αλλά παρά την απειρία της καταφέρνει να κερδίσει αυτό το συγγραφικό στοίχημα. Έχει δημιουργήσει ένα εξαιρετικό, αυτοβιογραφικής μορφής, αφήγημα, στο οποίο έχει καταφέρει να εντάξει πολλά δικά της λυρικά και συναισθηματικά στοιχεία, τα οποία γνωρίζουμε τόσο από τις ανέκδοτες ποιητικές της προσπάθειες, όσο κι από την ενασχόλησή της με τη ζωγραφική και γενικότερα με τα πολιτιστικά δρώμενα ως μέλος του τοπικού πολιτιστικού συλλόγου παλιότερα. Με λίγα λόγια, με τη γραφή της καταφέρνει ώστε η αφήγηση του Άρη να δείχνει ξεκάθαρα πως είναι δικιά της συγγραφική δημιουργία.
Το δεύτερο στοιχείο που χαρακτηρίζει το έργο, έχει να κάνει με το συγγραφικό ύφος, το οποίο έχει μια ειλικρίνεια κι έναν ρεαλισμό, που κάποιες φορές φτάνει μέχρι την περιγραφή προσωπικών στιγμών. Η συγγραφέας, με την άδεια του βιογραφούμενου προφανώς, δεν ωραιοποιεί ούτε κρύβεται θα έλεγα. Παραθέτει τα γεγονότα, τα ερμηνεύει ή τα δικαιολογεί με επιχειρήματα, αλλά δεν τα αποκρύπτει. Άλλωστε το δηλώνει στον πρόλογο: "Τον βοήθησα να θυμηθεί... και χωρίς φόβο και πάθος να ξαναπερπατήσει στης ζωής του τα μονοπάτια". Δεν διστάζει να αναφερθεί ακόμα και σε έκνομες ή στα όρια της νομιμότητας δράσεις, σε ερωτικούς δεσμούς, στον εικονικό γάμο και σε διάφορες λεπτομέρειες που κάποιος άλλος θα τις κρατούσε κρυφές.
Ο ρεαλισμός, κατά την άποψή μου, είναι η αμερικάνικη επιρροή που έχει το ύφος της συγγραφής, κάτι που δεν είναι απρόσμενο, αφού οι συντελεστές του έργου έχουν ζήσει αρκετά χρόνια στις ΗΠΑ. Πάντως, δεν συνιστά προσβολή για κανέναν, ούτε επιχειρείται κάποιου είδους ρεβάνς, όπως συναντάμε σε άλλα παρόμοια έργα, στα οποία ο απολογισμός συνδυάζεται με πομπώδεις αποκαλύψεις απωθημένων. Άλλωστε, όσοι γνωρίζουμε το ζεύγος, βρίσκουμε και στο βιβλίο την ευγένεια και την αξιοπρεπή στάση ζωής που τους διακρίνει σε όλο τον βίο τους.
Πέρα από τα λογοτεχνικά του χαρακτηριστικά, το βιβλίο περιέχει πρωτογενές υλικό, αξιοποιήσιμο από μελετητές των συνθηκών που εξανάγκασαν πολλούς νέους να φύγουν μετανάστες κατά τις δύο πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, καθώς κι από ερευνητές που ασχολούνται με τις συνθήκες που συναντούσαν οι νέοι Έλληνες μετανάστες στις χώρες υποδοχής. Για το λόγο αυτό νομίζω πως έχει θέση στις βιβλιοθήκες των πανεπιστημιακών σχολών κοινωνικής ανθρωπολογίας π.χ. του Πάντειου, του Πανεπ. Ιωαννίνων, του Παν. Αιγαίου (Μυτιλήνη) και φυσικά στις δυο βιβλιοθήκες της Καλαμάτας (Λαϊκή Βιβλιοθήκη και Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη), λόγω εντοπιότητας.
Τα συγχαρητήρια μας στην συγγραφέα που μας έκανε κοινωνούς της αξιοθαύμαστης πορείας του αγαπητού Άρη από την ανέχεια στην κοινωνική και την οικονομική καταξίωση. Ελπίζουμε πως το πρωτόλειο αυτό συγγραφικό εγχείρημα θα έχει συνέχεια, μιας και όπως φαίνεται η Μαριάνθη Σπύρη έχει την ευαισθησία αλλά και την ικανότητα να πλάθει όμορφες αφηγήσεις και ασφαλώς υπάρχουν θέματα, τοπικά ή γενικότερα, με τα οποία μπορεί να καταπιαστεί.
Το πρώτο είναι πως το αφήγημα το γράφει μεν η Μαριάνθη αλλά το διηγείται ο Άρης. Η συγγραφέας, καίτοι πρωτόπειρη, επέλεξε την αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, με αποτέλεσμα το κείμενο να έχει μορφή αυτοβιογραφίας. Πρόκειται για μια δύσκολη και ριψοκίνδυνη συγγραφική τεχνική, διότι η συγγραφέας δεν υποδύεται έναν φανταστικό χαρακτήρα, στη θέση του οποίου βάζει τον εαυτό της. Υποδύεται ένα υπαρκτό πρόσωπο και μάλιστα πολύ κοντινό της. Γνωρίζει μεν την ψυχοσύνθεση και τον χαρακτήρα του καθώς ζουν μαζί αγαπημένοι σχεδόν πέντε δεκαετίες αλλά προφανώς δεν ήταν εύκολο να μετατρέψει τις αναμνήσεις του συζύγου της σε βιωματικό αφήγημα. Δεδομένου, μάλιστα, πως στον κύριο όγκο του έργου (περίπου στο 75% του κειμένου) αναφέρεται στη ζωή του Άρη πριν γνωριστούν και δημιουργήσουν οικογένεια.
Όπως ομολογεί στον πρόλογο: "...με υπομονή κατόρθωσα κάτι που στην αρχή φαινόταν αδύνατο. Να ξαναζωντανέψω μέσα στην ψυχή και στο μυαλό του την ιστορία του, τη ζωή του, τα όνειρά του". Η συγγραφέας έχει επίγνωση της δυσκολίας αλλά παρά την απειρία της καταφέρνει να κερδίσει αυτό το συγγραφικό στοίχημα. Έχει δημιουργήσει ένα εξαιρετικό, αυτοβιογραφικής μορφής, αφήγημα, στο οποίο έχει καταφέρει να εντάξει πολλά δικά της λυρικά και συναισθηματικά στοιχεία, τα οποία γνωρίζουμε τόσο από τις ανέκδοτες ποιητικές της προσπάθειες, όσο κι από την ενασχόλησή της με τη ζωγραφική και γενικότερα με τα πολιτιστικά δρώμενα ως μέλος του τοπικού πολιτιστικού συλλόγου παλιότερα. Με λίγα λόγια, με τη γραφή της καταφέρνει ώστε η αφήγηση του Άρη να δείχνει ξεκάθαρα πως είναι δικιά της συγγραφική δημιουργία.
Το δεύτερο στοιχείο που χαρακτηρίζει το έργο, έχει να κάνει με το συγγραφικό ύφος, το οποίο έχει μια ειλικρίνεια κι έναν ρεαλισμό, που κάποιες φορές φτάνει μέχρι την περιγραφή προσωπικών στιγμών. Η συγγραφέας, με την άδεια του βιογραφούμενου προφανώς, δεν ωραιοποιεί ούτε κρύβεται θα έλεγα. Παραθέτει τα γεγονότα, τα ερμηνεύει ή τα δικαιολογεί με επιχειρήματα, αλλά δεν τα αποκρύπτει. Άλλωστε το δηλώνει στον πρόλογο: "Τον βοήθησα να θυμηθεί... και χωρίς φόβο και πάθος να ξαναπερπατήσει στης ζωής του τα μονοπάτια". Δεν διστάζει να αναφερθεί ακόμα και σε έκνομες ή στα όρια της νομιμότητας δράσεις, σε ερωτικούς δεσμούς, στον εικονικό γάμο και σε διάφορες λεπτομέρειες που κάποιος άλλος θα τις κρατούσε κρυφές.
Ο ρεαλισμός, κατά την άποψή μου, είναι η αμερικάνικη επιρροή που έχει το ύφος της συγγραφής, κάτι που δεν είναι απρόσμενο, αφού οι συντελεστές του έργου έχουν ζήσει αρκετά χρόνια στις ΗΠΑ. Πάντως, δεν συνιστά προσβολή για κανέναν, ούτε επιχειρείται κάποιου είδους ρεβάνς, όπως συναντάμε σε άλλα παρόμοια έργα, στα οποία ο απολογισμός συνδυάζεται με πομπώδεις αποκαλύψεις απωθημένων. Άλλωστε, όσοι γνωρίζουμε το ζεύγος, βρίσκουμε και στο βιβλίο την ευγένεια και την αξιοπρεπή στάση ζωής που τους διακρίνει σε όλο τον βίο τους.
Πέρα από τα λογοτεχνικά του χαρακτηριστικά, το βιβλίο περιέχει πρωτογενές υλικό, αξιοποιήσιμο από μελετητές των συνθηκών που εξανάγκασαν πολλούς νέους να φύγουν μετανάστες κατά τις δύο πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, καθώς κι από ερευνητές που ασχολούνται με τις συνθήκες που συναντούσαν οι νέοι Έλληνες μετανάστες στις χώρες υποδοχής. Για το λόγο αυτό νομίζω πως έχει θέση στις βιβλιοθήκες των πανεπιστημιακών σχολών κοινωνικής ανθρωπολογίας π.χ. του Πάντειου, του Πανεπ. Ιωαννίνων, του Παν. Αιγαίου (Μυτιλήνη) και φυσικά στις δυο βιβλιοθήκες της Καλαμάτας (Λαϊκή Βιβλιοθήκη και Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη), λόγω εντοπιότητας.
Τα συγχαρητήρια μας στην συγγραφέα που μας έκανε κοινωνούς της αξιοθαύμαστης πορείας του αγαπητού Άρη από την ανέχεια στην κοινωνική και την οικονομική καταξίωση. Ελπίζουμε πως το πρωτόλειο αυτό συγγραφικό εγχείρημα θα έχει συνέχεια, μιας και όπως φαίνεται η Μαριάνθη Σπύρη έχει την ευαισθησία αλλά και την ικανότητα να πλάθει όμορφες αφηγήσεις και ασφαλώς υπάρχουν θέματα, τοπικά ή γενικότερα, με τα οποία μπορεί να καταπιαστεί.
Θ. Μπελίτσος, Παλιόχωρα Αβίας, 10 Σεπτέμβρη 2021.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου