Παρασκευή 16 Αυγούστου 2019

«Λογισμοί στο σύθαμπο» - Η παρουσίαση στη Λήμνο



"Λογισμοί στο σύθαμπο"
Διηγήματα

Διοργανωτές της εκδήλωσης
Παράρτημα Λήμνου του Λυκείου των Ελληνίδων
Οργανισμός Εκπαίδευσης Πολιτισμού και Αθλητισμού
του Δήμου Λήμνου

Δευτέρα, 8 Ιουλίου 2019
Γυμνάσιο Μύρινας Λήμνου

Η αντιπρόεδρος του Λυκείου Ελληνίδων της Λήμνου κ. Φανή Λούγκλου καλωσόρισε το ακροατήριο, παρουσίασε τον συγγραφέα και έδωσε το λόγο στις ομιλήτριες.
Για το βιβλίο μίλησαν η συγγραφέας κ. Βαρβάρα Βλαχοπούλου-Βαγιάκου και η αρχαιολόγος και διευθύντρια του Γυμνασίου Λιβαδοχωρίου κ. Χαριτίνη Φωτοπούλου.
Η κ. Βλαχοπούλου, με το γνωστό γλαφυρό και λυρικό της ύφος, στάθηκε κυρίως στα συναισθήματα που διακινούνται στον αναγνώστη των διηγημάτων του συγγραφέα.
Η κ. Φωτοπούλου ανέλυσε το περιεχόμενο του βιβλίου, ψυχογράφησε τους χαρακτήρες και αναφέρθηκε στις συγγραφικές τεχνικές που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας για να παρουσιάσει τις ιστορίες του.
Ενδιάμεσα η αφηγήτρια κ. Νίτσα Δώρα διάβασε τρία διηγήματα από το βιβλίο: «Το πεθαμένο σπίτι», «Ένα παγωτό ξυλάκι» και «Τα λουστρίνια».
Το ευάριθμο ακροατήριο κόσμησαν με την παρουσία τους ο αντιπεριφερειάρχης κ. Κώστας Αδαμίδης, ο αντιδήμαρχος πολιτισμού κ. Νίκος Μαρινάκης, η πρώην Δήμαρχος Μυριναίων κ. Δέσποινα Κωνστάντιου, η διευθύντρια του Γυμνασίου Μούδρου κ. Μαρία Παπαπαναγιώτου, ο πρόεδρος του Παλλημνιακού Σχολικού Ταμείου κ. Χρίστος Κακαρνιάς, οι δημοσιογράφοι Ηλίας Κότσαλης, Νατάσα Ταραράκη, Μαρία Κατσάνου και εκλεκτοί εκπρόσωποι του πολιτισμού και των γραμμάτων του νησιού. Διακρίναμε τους κ.κ. Θωμά Σφούνη, Αθανάσιο Λαγόπουλο, Παντελή Πραβλή, Γιώργο Κοντέλλη, Ρούλα Σαμαϊλίδου, Γρηγόρη Μανινάκη, Δέσποινα Παπαδοπούλου, Διαμάντω Κωνσταντιλάκη-Μπιμπούδη κ.ά.
Θ.Μ.





Η ομιλία της Βαρβάρας Βλαχοπούλου

Αγαπητές φίλες και φίλοι,
Έχω τη συνήθεια όταν πιάνω στα χέρια μου ένα βιβλίο να διαβάζω πρώτα το οπισθόφυλλο.
«Πέταξα πάλι απόψε. Χωρίς να καταλάβω το πώς, ανυψώθηκα στον αιθέρα. Δεν είναι η πρώτη φορά. Πάντα έτσι συμβαίνει, ανεξήγητα. Ασυνείδητα, χωρίς να το επιδιώκω, νιώθω ανάλαφρος, υπερνικάω την βαρύτητα, απλώνω τα χέρια και υψώνομαι».

Πέταξα και γω πάλι αυτές τις μέρες που διάβασα το βιβλίο σου για δεύτερη φορά, αγαπητέ μας συγγραφέα Θοδωρή Μπελίτσο.
Μου ζήτησες να πω δυο λόγια για το βιβλίο σου. Μεγάλη μου τιμή που με επέλεξες να πετάξω μαζί σου και να πω στους φίλους μας απόψε, πόσο όμορφο είναι το πέταγμα τούτο... μέσα στην λογοτεχνία. Μια λογοτεχνία που με πλανάρισε πρώτα ως να νιώσω ελεύθερη και να πετάξω μαζί σου.
Τότε έγινα αστερόσκονη κι εγώ κι άφησα τις πέρλες του κομπολογιού, αυτές τις μαργαριταρένιες... να στολίσουν το δικό μου σύμπαν... το σύμπαν του αναγνώστη.
Δε ξέρω τι θα δει ο καθένας από σας που θα διαβάσει τους λογισμούς σου.
Το πλανάρισμα του γλάρου είναι η γοητεία του.
Εγώ τα φτερά του γλάρου διάλεξα ... είδα το σύμπαν ολόκληρο. Είδα τη γη σα ζωγραφιά, με αποχρώσεις όλου του φάσματος της ίριδας και μίξεις χρωμάτων πολυσύνθετες σε παλινδρομήσεις ψυχολογικές... μοναδικές, που συνθέτουν την αστερόσκονη μέσα στην οποία με σκόρπισες ανάλαφρη στο τέλος...

Διαβάζω από το ΚΑΛΗΝ ΗΜΕΡΑΝ ΑΡΧΟΝΤΕΣ

«Ο ήλιος που ολημερίς ήταν κρυμμένος πίσω από βαριά σύννεφα, είχε βρει ένα άνοιγμα και καληνύχτιζε τους υπηκόους του. Ήταν η ώρα που μπορούσες να τον αντικρίσεις κατάματα. Να νιώσεις τη δύναμή του, χωρίς να σε τρομάζει η λάμψη του. Να ρουφήξεις τη ζωντάνια και τη θέρμη του, χωρίς να τσουρουφλιστείς».
Κι εγώ σαν αναγνώστης, στρώνω χαλί και κάνω εικόνα ... το σύθαμπο του ορίζοντα της ιδιαίτερης Πατρίδας του συγγραφέα... και τον βλέπω καθισμένο μπροστά του να απολαμβάνει τις μετά το ηλιοβασίλεμα θαμπές στιγμές του Μεσσηνιακού κόλπου, που θα μπορούσε να ήταν και το σύθαμπο του Ρωμαίικου γιαλού, αφού ο Θοδωρής ανοιχτά μιλά πως έχει δυο πατρίδες ... και καμαρώνει γι αυτό.
Τον βλέπω λοιπόν να κάθεται μπροστά στο σύθαμπο της επιλογής του ... και να λογίζεται.
Κάθομαι πλάι του κι απολαμβάνω τους λογισμούς που καταγράφει η πέννα του εκείνη τη στιγμή.
Παρακολουθώ τις ανάσες του που αχνίζουν στην υγρασία .Τα κρόσσια του ήλιου δεν μπορούν να κρατήσουν τη μέρα. Η νύχτα σιγά-σιγά κατεβαίνει.
Προσπαθώ να κρατήσω το φως για να διαβάσω τους λογισμούς του... που πότε μου φαντάζουν σαν απόσταγμα λυγμών και πότε σαν τραγούδια του Γκιώνη.
Ε, ναι …γιατί, τι μπορεί να λογίζεται ένας λογοτέχνης που βίωσε όλη του τη ζωή μέσα στα τόσο ΣΚΛΗΡΑ σπλάχνα της κοινωνίας που τον σημάδεψε και που με την ευαισθησία που τον διακρίνει ... μπορεί πια να βλέπει τον ήλιο κατάματα;
Κι ο ήλιος σε λίγο θα βουτήξει... οι σκέψεις και οι αγωνίες θα ορθωθούν μπροστά στο νόημα της ύπαρξης και την αξία της ζωής ...
Και το ΚΑΤΑΜΑΤΑ της κοινωνίας εμπεριέχει εκτός από το νόημα της ύπαρξης … σκέψεις, αγωνίες, αδυναμίες, μικρότητες, μεγαλοσύνες, όλα με επίκεντρο τον άνθρωπο.
Αυτά καταγράφει η λογοτεχνική πέννα του συγγραφέα.

Όλοι γνωρίζουμε το εύρος του ερευνητικού έργου του Θοδωρή Μπελίτσου και οι περισσότεροι στέκονται εκεί.
Η συγγραφική του πέννα όμως υπήρξε διπολική εδώ και αρκετό καιρό. Σεμνός όπως είναι ... βραβεύεται και δεν το παίρνει είδηση κανένας. Υπάρχουν δυο βραβευμένα διηγήματα εδώ μέσα.
Ο Θοδωρής συγχρόνως με την καταγραφή της Ιστορίας έγραφε και λογοτεχνία και είχα την τύχη να παρακολουθήσω όλες τις παρουσιάσεις του λογοτεχνικού του έργου στην Αθήνα.
Στέκομαι ευλαβικά θα έλεγα μπροστά στη συλλογή διηγημάτων «ΚΥΝΗΓΟΣ ΟΝΕΙΡΩΝ» και «ΖΩΕΣ ΜΕΤΑ» …(με άρωμα Λήμνου το δεύτερο)... και με στέρεη και δυνατή λογοτεχνική αρματωσιά.
Εξ άλλου στο σημερινό του έργο την τιμά όσο ποτέ. Κάθε του διήγημα επιγράφεται σηματοδοτείται και προϊδεάζει τον αναγνώστη για τα μελλούμενα, με φράσεις μεγάλων λογοτεχνών, ποιητών και τραγουδοποιών ακόμα. Αναφέρω μερικούς: ΒΑΡΝΑΛΗΣ, ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ, ΔΗΜΟΥΛΑ, ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ, ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ, ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ, ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ, ΜΑΛΑΜΑΣ ΚΤΛ ΚΤΛ.

Διαβάζω ένα:
«Πάνε κι έρχονται οι άνθρωποι πάνω στη γη. Σταματάνε για λίγο, στέκονται ο ένας αντίκρυ στον άλλον, μιλούν μεταξύ τους. Έπειτα φεύγουν, διασταυρώνονται, μοιάζουν σαν πέτρες που βλέπονται»
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΑΚΟΣ, επιλογή του συγγραφέα για να γαντζώσει επάνω του το «ΠΑΕΙ ΚΙ Ο ΣΤΕΦΑΝΟΣ».
Τι όμορφο τα γάντζωμά σου, Θοδωρή!!


Διαβάζοντας τα λογοτεχνικά του κείμενα απαλλαγμένα από ψυχρά νούμερα, χρονολογίες και στοιχεία ιστοριοδιφικής έρευνας, ανακαλύπτεις τον λογοτέχνη συγγραφέα και η ψυχή σου στέκεται ευλαβικά μπροστά στο δυνατό κύμα που έρχεται να σε καταβρέξει και να σε κατακτήσει και που δεν είναι άλλο από τα 26 υπέροχα διηγήματα του.
Λογοτεχνεί ακριβολογώντας και ζωγραφίζει ρεαλιστικά, ανθρώπινους χαρακτήρες.
Η πέννα του αναμοχλεύει την κοινωνία και επιλέγει ως επί το πλείστον τον μεροκαματιάρη. Αυτόν που ο συναισθηματικός και ιδεολογικός του κόσμος ταυτίζεται.
Τον παπουτσή, τον ταξιτζή, τον δημόσιο υπάλληλο, τον αγρότη, τον απόμαχο, τον άστεγο, την πόρνη.
Τους ήρωες και τις ηρωίδες του, τους ντύνει σαν ενδυματολόγος.
Πότε κιμπάρηδες και πότε μεροκαματιάρηδες και κουρελήδες με τον ίδρω να στάζει, τα βάσανα να πιέζουν και το συναίσθημα να σταλάζει. Πάντα τους φροντίζει πριν τους ανεβάσει στην σκηνή.
Η γραφή του έχει μεν την αντρική στιβαρότητα αλλά δεν είναι ωμή, δεν είναι στεγνή. Έχει όλα εκείνα τα στοιχεία της λογοτεχνικής γραφής που παιδεύει τη γλώσσα, ερωτοτροπεί μαζί της σε ξέφωτα και καταγώγια, σε σκηνές ασπρόμαυρες που θυμίζουν ελληνικές ταινίες... μα και σύγχρονες, αυτές τις σκληρές.
Ναι έχει μια άτσαλη ομορφάδα η εναλλαγή της πλοκής του κάθε διηγήματος. Τον ενοχλεί η επίφαση του σύγχρονου πολιτισμού που αφήνει το συναίσθημα εκτός.
Με σύγχρονο λόγο, λογοτεχνεί με χαριτωμενιές μπλέκοντας παράλληλες ζωές με παράπλευρες απώλειες. Ένα πολύ σύγχρονο διήγημα. Ένα ξέφωτο.
(Μου άρεσε πολύ, Θοδωρή. Είναι σαν εκείνο το παγωτό ξυλάκι που μας έκανες να διαρωτηθούμε αν μπορεί να χωρέσει όλη την αγάπη της μάνας).
Όλα μέσα είναι, θα τα ανακαλύψετε ένα ένα, ας μη σας μπερδεύω.
Δεν είναι κείμενα απρόσωπα.
Χρησιμοποιεί ονόματα πόλεις, νησιά, τοποθεσίες που δημιουργούν το σκηνικό στον αναγνώστη και του ανοίγουν την πόρτα της συμμετοχής.
Ακουμπά όλες τις εποχές. Αυτές της παλιάς Αθήνας αλλά κι αυτές της σύγχρονης, με καμβά πάντα τα προβλήματα των απλών καθημερινών ανθρώπων .
Δεν είναι φλύαρος. Είναι στοχευτής της πραγματικότητας και εκσκαφέας συναισθημάτων.
Η γραφή του απαλή, αβρή ποτέ δε νοιώθεις ενοχλημένος. Ο λόγος του ως επί το πλείστον κοφτός, δεν αφήνει περιθώρια διαφυγής. Σε κρατά στη σαγήνη των σελίδων.Τις ακολουθείς πιστά και περιμένεις την ίσια γραμμή του παλμογράφου που σβήνει απαλά. Λύτρωση ή διδαχή έρχονται να χαϊδέψουν την ψυχή σου στο ΤΕΛΟΣ.
«Θέλω κι άλλο» ... λες σα λαίμαργο παιδί.

Αυτό ΝΑΙ είναι λογοτεχνία και η λογοτεχνία ευφραίνει.

Ο συγγραφέας δεν αοριστολογεί. Αρέσκεται με ντομπροσύνη (όπως είναι άλλωστε κι ο ίδιος στην προσωπική του ζωή). Οι ήρωες και ηρωίδες του έχουν ταυτότητα και είναι ληξιαρχικά πολλές φορές καταγεγραμμένοι στα μητρώα της κοινωνίας. Νοιώθεις σαν αναγνώστης, ότι ο ίδιος ζει μαζί τους, αντλεί από τη ζωή τους συναισθήματα που σου τα περνά, παίζει με το συναίσθημα, τα γεγονότα, τις εκφάνσεις της ζωής, τοποθετώντας τα, μέσα στην ακραιφνή ανόθευτη λογοτεχνία του λόγου και της πνευματικής του ευελιξίας.
Νοιώθεις της ανάσας του την άχνα ... και ραμφίζεις από την ευαισθησία του, την ανθρωπιά του και τον ορθολογισμό του.
Τα βιώματα των ηρώων του τα ακολουθεί θα έλεγα προστατευτικά και ανθρώπινα...
Ακούει τις φωνές τους, κοντινές ή απόμακρες, ανασταίνουν την αναγνωστική μνήμη... και δεν παύει να συσχετίζει να παραλληλίζει να συγκρίνει ... αλλά αθόρυβα και διακριτικά με οδηγό τη λογοτεχνία ούτως ώστε ο ίδιος να μην ενοχλεί ούτε να επιβάλλει τη γνώμη του.
Η αφήγησή του είναι πλήρης, σαφής. Γεμίζει όλα τα κενά στην εικόνα που ο αναγνώστης σκιαγραφεί στο νου του με τα πολύτιμα υλικά που προσφέρει η γραφή του.
Τον οδηγεί να χαρεί το επί σκηνής δρώμενο, με μαεστρία, κοφτό λόγο γεμάτο ...φως... σκοτάδι... χρώμα... ό,τι απαιτεί η σκηνογραφία του σεναρίου.
Έτσι ο αναγνώστης-θεατής δεν προβληματίζεται, γίνεται συνοδοιπόρος και περιμένει ένα τέλος που, είτε είναι λυτρωτικό είτε φορτισμένο, έρχεται πάντα με κομψότητα και αβρότητα... τονίζοντας πως το όνειρο που σ’ έφερε μια μέρα ως εδώ ... σήμερα καίγεται, σκουριάζει και σε διώχνει.
Τη ζωή τη θέλει και ανθρώπινη ... και πλανεύτρα ... και αλήτισσα. Έτσι είναι άλλωστε.
Ο συγγραφέας την χρωματίζει σαν ταλαντούχος ζωγράφος. Τον παιδεύουν τα χρώματα, οι ίσιες και καμπύλες γραμμές, όλες οι πτυχές της ανθρώπινης ψυχής και αφού δει τον πίνακα του άψογα φιλοτεχνημένο με τα 26 του διηγήματα ... αφήνει τα πινέλα, αποτινάζει το βάρος ... και πετά ανάλαφρος στην αστερόσκονη του σύμπαντος.
Δεν χρειάζεται να έχεις φίλο τον συγγραφέα για να διαγνώσεις την ομορφιά της ψυχής του. Ο Ισίδωρος Ζουργός λέει «Ο συγγραφέας ρίχνει και βρέχεται από τα νερά της ίδιας του της καταιγίδας».
Σε όλα του τα διηγήματα ο Θόδωρος αφήνει χαραμάδα να μπεις, να την ερευνήσεις την ψυχή του. Διαφαίνεται καθαρά το ποιόν του, το ήθος του, η ταπεινότητά του, το εύρος των γνώσεών του, ο σεβασμός του ιδρώτα της φτωχολογιάς, ο σεβασμός της γυναίκας όποια κι αν είναι… σωστή ή άτσαλη, σημερινή ομορφάδα, φτασμένη ή ξεπεσμένη ηθικά, πόρνη ή μάνα ... είναι για τον λογοτέχνη Θοδωρή Μπελίτσο ... πάντα λατρευτό το θηλυκό το γένος και του αποδίδει σεβασμό.
Από δική μου εμπειρία καταθέτω ότι ο κάθε γραφιάς όσο και να το προσπαθήσει, δεν βγαίνει εντελώς έξω από τον εαυτό του όταν γράφει. Οι χαρακτηρισμοί μπορούν να βγαίνουν από τον εαυτό μας ακόμα κι αν βυθιζόμαστε μέσα του. Το βύθισμα αναπόφευκτα φέρνει στην επιφάνεια στοιχεία του χαρακτήρα μας. Όποιος ισχυριστεί το αντίθετο, κατά την ταπεινή μου πάντα γνώμη, ψεύδεται.
Ο Σαββόπουλος μπορεί να ισχυρίζεται πως:
Αν κάνεις μια βουτιά στον εαυτό σου, δεν θα βρεις τον εαυτό σου, αλλά όλους τους άλλους τους μικρούς και τους μεγάλους. Όμως ο Σαββόπουλος είναι ποιητής και οι ποιητές βγαίνουν χωρίς ομπρέλα στη βροχή.
Ο ΓΚΑΙΤΕ θαρρώ το έχει αποδώσει σωστότερα. Πως,
«Καμιά δε θ’ αγγίξετε καρδιά, αν ο λόγος σας δεν βγαίνει από την καρδιά σας».
ΘΟΔΩΡΗ ΜΠΕΛΙΤΣΟ, ΜΑΣ ΑΓΓΙΞΕΣ
Ευχαριστώ πολύ.
Βαρβάρα Βλαχοπούλου-Βαγιάκου
Γυμνάσιο Μύρινας, 8-7-2019



Η ομιλία της Χαριτίνης Φωτοπούλου



Ο Θεόδωρος Μπελίτσος, καταξιωμένος και βραβευμένος συγγραφέας είναι σε όλους μας γνωστός τα τελευταία 25 χρόνια για τα ιστορικά του έργα και τις μελέτες του σε συλλογικές εκδόσεις που αφορούν κυρίως στην τοπική ιστορία της Λήμνου.
Μάλιστα πριν από λίγες ημέρες ανακηρύχτηκε από το Παλλημνιακό Ταμείο μέγας ευεργέτης για την πνευματική του προσφορά και το νέο βιβλίο του με τίτλο «Παλλημνιακό Ταμείο, Ένας αιώνας προσφοράς στην κοινωνία της Λήμνου».
Ως λογοτέχνης έκανε την εμφάνισή του το 2014 με τη συλλογή διηγημάτων «Κυνηγός Ονείρων» και το 2017 κυκλοφόρησε η νουβέλα του «Ζωές μετά…»
Δύο χρόνια αργότερα έχουμε την ευχαρίστηση να κρατούμε στα χέρια μας την φετινή συλλογή διηγημάτων του συγγραφέα με τίτλο «Λογισμοί στο σύθαμπο» και βεβαίως ευχόμαστε να είναι καλοτάξιδο!!! γιατί το αξίζει.
Στα 26 διηγήματα, που γράφτηκαν την περίοδο 2014-2018, περιλαμβάνονται και τα βραβευμένα του σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς:
«Περνάς και δεν μας χαιρετάς...», Α΄ Βραβείο Διηγήματος Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Καλαμάτας 2018.
«Στου Μπαμπούμ φαντάζ'», Βραβείο μυθοπλασίας και γλωσσικής απόδοσης στη ντοπιολαλιά της Λήμνου, 2018.
Οι Λογισμοί στο σύθαμπο είναι ένα βιβλίο γεμάτο ανθρωπιά και συναίσθημα. Στο σούρουπο, την ώρα που οι σκιές ρυπαίνουν το φως, ο συγγραφέας με φιλοσοφική και στοχαστική διάθεση εμπνευσμένος από στίχους ποιημάτων και τραγουδιών και σκέψεις πεζογράφων, προσεγγίζει με σεβασμό τις ζωές των άλλων.
Η συλλογή του περιλαμβάνει μικρές αυτοτελείς ιστορίες. Εκτενέστερες είναι δύο, το «Στεφάνι του Εσταυρωμένου» και το «Έκθετο βιβλίο αναζητά κηδεμόνα». Πραγματοποιεί πτήση λογοτεχνική, άλλοτε σε απόσταση αναπνοής και άλλοτε ως παρατηρητής, σε στιγμιότυπα της ζωής καθημερινών ανθρώπων που παλεύουν για την επιβίωσή τους αλλά και την προσωπική τους ολοκλήρωση μέσα από τη δημιουργία οικογένειας, μέσα από τον έρωτα και την εργασία.
 Αλλού φωτίζει τη ζεστασιά και την ανθρωπιά τους αλλά και την τρομακτική ερημιά τους, αλλού βουτάει στα πάθη τους. Δεν τους κρίνει, ούτε τους αθωώνει, ούτε τους αγιοποιεί, κάνουν οι ίδιοι την αυτοκριτική τους. Στέκεται με ευαισθησία και λεπτότητα στις περιπέτειες της ζωής τους και στις προσωπικές τους επιλογές, αποκαλύπτει τις μύχιες σκέψεις τους και τα μυστικά τους. Χωρίς κηρύγματα, χωρίς υπερβολές, χωρίς λεπτομέρειες που ξεχειλώνουν την εξέλιξη, διαμορφώνει την ατμόσφαιρα που είναι απαραίτητη για να μπορέσει ο αναγνώστης να μπει στον κόσμο τους και να τους γνωρίσει.
 Οι πρωταγωνιστές του είναι απόμαχοι της ζωής, οικονομικοί μετανάστες, παράνομοι και νόμιμοι, κατατρεγμένοι, ανίσχυρες γυναίκες και παιδιά.
Η γεωγραφική τους κατανομή: η Ελλάδα και οι γειτονιές της.
Ο χρόνος που επιλέγει: στο άνοιγμα ενός αιώνα της ιστορίας μας.
Παρόλα αυτά, τολμώ να πω: Ήρωες καθολικοί που διαπερνούν τα στενά όρια του χωροχρόνου τους.
Στην πλειοψηφία τους είναι άνθρωποι που αποτυγχάνουν να ευτυχήσουν λόγω των ιστορικών κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών, με εσωτερική δύναμη κάνουν τις επιλογές τους, παραμένουν περήφανοι για αυτές. Σε κάθε περίπτωση προσπαθούν, με ή χωρίς αποτέλεσμα, να διατηρήσουν τη φωτεινή τους πλευρά, την αξιοπρέπεια τους.
Μικροί και ανήμποροι μπροστά στα μεγάλα προβλήματα. Τον πόλεμο, τον ξεριζωμό, την πείνα, την αδικία, την οικονομική κρίση, τη φτώχεια, την ανεργία, την ρατσιστική βία, την κακοτυχία και το αναπόδραστο. Νικημένοι από τη σκληρή πραγματικότητα, βιώνουν δυνατές στιγμές, παγώνουν ασάλευτοι από τις μεγάλες ματαιώσεις, όπως ο Στέφανος ο Βιοπαλαιστής, η κυρία ανθυπαστιστού, η Λουντμίλα από το Κράσνονταρ, ο Λάκης και ο Αστέρης βίοι παράλληλοι από την Αθήνα, ο Μιχαήλος ο πεζικάριος, ο Σταύρος Λιαρέας που γεννήθηκε και μεγάλωσε σαν Νότης Λαμπρινακος κι έγινε αντάρτης του ΕΛΑΣ, έκανε οικογένεια και καριέρα σαν Σταύρος ενωμοτάρχης της βασιλικής χωροφυλακής.
Άλλοι ζητούν απεγνωσμένα την ανθρωπιά και την ελπίδα, ο Ντίνος ο ταξιτζής, ο Σταμάτης, ο νοσταλγός, η χωρισμένη μητέρα, η ερωτιάρα Αθηναία, η Μαιρούλα η σερβιτόρα, η Μέλανη τρίτη γενιά Σμυρνιά από το Μπουνάρμπασι, η νεαρή Δημοσιογράφος, ο εκπαιδευτικός συγγραφέας, ο νεαρός πακιστανός σε φανάρι της οδού Αριστοτέλους.
 Στην ίδια συντροφιά Ήρωες της ζωής και ήρωες άδικων πολέμων, προσπαθούν να κρατήσουν το πιο υγιές τους κύτταρο μέσα από μια σκέψη, μιαν εικόνα, μια φράση.
Στο «ά-λογο σκίρτημα του μακρινού Νοέμβρη» διαβάζουμε:
«Τώρα ξέρω, είναι δύσκολη η ανηφόρα. Δεν φτάνει μια ζωή για να την ανέβεις… αν την ανέβεις. Κι ας πούμε ότι φτάνεις στην κορυφή, μετά; Ίσως και να μην θέλεις να φτάσεις. Άλλωστε η διαδρομή είναι που αξίζει, όπως έγραψε με δικά του λόγια πριν από δεκαετίες ο σπουδαίος Αλεξανδρινός».
 Μαζί τους και ο ίδιος ο συγγραφέας δανείζεται τον ρόλο του πρωταγωνιστή από τους ήρωές του. Στο διήγημά του «Το πεθαμένο σπίτι» νοσταλγικά αναπολεί γηραιά γειτόνισσα, καθημερινή αλλά και ταυτόχρονα λαμπρή προσωπικότητα στα Καμίνια της Λήμνου. Στα «Λουστρίνια» τον ξαναβρίσκουμε αλλιώτικο, στοχαστικό και αποφασισμένο να αποτινάξει το βάρος της μιντιακής, παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας στο όνομα της κοινής λογικής.
Ως άξιος πλάστης του λόγου παλεύει να μην του ξεφύγει το σημαινόμενο και αδικήσει τις προθέσεις του.
Αφηγείται αυτές τις νοσταλγικές ιστορίες με μια γλώσσα άλλοτε λιτή και άλλοτε γλαφυρή, άμεση και παραστατική ώστε να τη διαπερνά η συγκίνηση, το ήθος και η ανθρωπιά και να βρίσκει ευθύβολα το μυαλό και την ψυχή του αναγνώστη. Με τη μαστοριά των λέξεων ξεπερνά το μελό και την υπερβολή που ελλοχεύουν απειλώντας την αυθεντικότητα και τη γνησιότητα της αφήγησης. Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει να κάνουμε στο τελευταίο διήγημα «Στου Μπαμπούμ φαντάζ», γραμμένο στη λημνιακή ντοπιολαλιά, μέσα από το οποίο αναδεικνύεται ο γλωσσικός πλούτος του νησιού μας και η πιστοποιημένη πρότερη γνώση του συγγραφέα.

Χρησιμοποιεί ποικίλες αφηγηματικές τεχνικές. Προτιμά την τριτοπρόσωπη από την αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, την κυκλική από την γραμμική, με αναδρομές, εγκιβωτισμούς και επαναλήψεις, επιλέγει την περιγραφή και το διάλογο. Ήχοι, μυρωδιές και εικόνες μοιάζουν να εκτελούν προσχεδιασμένη απόδραση από το υποσυνείδητο του συγγραφέα και γίνονται αγωγοί μυστηρίου και νοσταλγίας μέσα από την πένα του, άλλοτε ποίηση για τους αισθητήρες των πιο ρομαντικών αναγνωστών και άλλοτε ρεαλισμός. Τα λυκοκάντζαρα ξεχωρίζουν για τον σουρεαλισμό τους και στου Μπαμπούμ φαντάζ για την ρέουσα θεατρικότητά του.
Όσον αφορά στην φωτογραφία του εξωφύλλου θα μου επιτρέψετε κε Μπελίτσο να την ανταλλάξω με μία δική σας περιγραφή σύθαμπου που παραπέμπει σε μία παπαδιαμαντική αμφιλύκη, στον πρόλογο του διηγήματος με τίτλο «Καλήν ημέραν άρχοντες…», σελ. 78:
«Ήταν ένα περίεργο σούρουπο. Δεκέμβρης. Χαμηλά στον ορίζοντα ένα χρυσοπόρφυρο μήλο έβαφε τα ήρεμα νερά του Μεσσηνιακού. Ο ήλιος που ολημερίς ήταν κρυμμένος πίσω από βαριά σύννεφα, είχε βρει ένα άνοιγμα και καληνύχτιζε τους υπηκόους του. Ήταν η ώρα που μπορούσες να τον α-ντικρίσεις κατάματα. Να νιώσεις τη δύναμή του, χωρίς να σε τρομάζει η λάμψη του. Να ρουφήξεις τη ζωντάνια και τη θέρμη του, χωρίς να τσουρουφλιστείς. Να μαγευτείς από την ισχύ του. Να νιώσεις αδύναμος και μόνο στη σκέψη πως μπορεί αυτή να είναι η τελευταία φορά που δύει. Στη σκέψη πως αποχωρίζεται για πάντα αυτόν τον πλανήτη που είναι δικό του δημιούργημα, πως αποφάσισε να φτιάξει έναν καινούργιο, απαλλαγμένο από το εγωιστικό ανθρώπινο γονίδιο».

Σας ευχαριστούμε…



Η ομιλία του Θοδωρή Μπελίτσου

Αγαπητοί φίλοι καλησπέρα σας
Έχω βρεθεί πολλές φορές σε αυτό το βήμα, στον φιλόξενο χώρο του Γυμνασίου Λήμνου, αλλά είναι η πρώτη φορά που βρίσκομαι εδώ για την παρουσίαση δικού μου βιβλίου. Ίσως ακουστεί παράξενο αλλά έτσι είναι, ποτέ δεν έχει γίνει παρουσίαση δικού μου βιβλίου στη Μύρινα.
Θεωρώ μεγάλη μου τιμή που η πρώτη αυτή φορά συνέβη με πρωτοβουλία του Λυκείου Ελληνίδων, ενός φορέα που εκτιμώ πολύ και, όπως έχω ξαναπεί, δεν είναι ένας οποιοσδήποτε σύλλογος αλλά εκπροσωπεί στη Λήμνο έναν πανελλήνιο οργανισμό, ο οποίος υπηρετεί με συνέπεια τον ελληνικό λαϊκό πολιτισμό επί έναν και πλέον αιώνα, με παραρτήματα σε όλη την Ελλάδα αλλά και σε πόλεις του εξωτερικού, όπου υπάρχουν Έλληνες της διασποράς.
Αξίζουν πολλά συγχαρητήρια στην κ. Φιλίππου και τις υπόλοιπες κυρίες που εργάζονται αθόρυβα και εις βάρος του προσωπικού τους χρόνου, ώστε το Λύκειο να είναι δημιουργικό και λειτουργικό.   
Ευχαριστώ πολύ όλους σας που αποφασίσατε να διαθέσετε λίγο από τον προσωπικό σας χρόνο για να παρευρεθείτε στην αποψινή εκδήλωση, παρά το δύσκολο της ημερομηνίας καθώς είναι η επόμενη των εκλογών και όλοι λίγο πολύ έχουμε επηρεαστεί από την τοξικότητα που επικρατεί σε κάθε εκλογική αναμέτρηση. Με πολύ χαρά βλέπω ανάμεσά σας φίλους, παλιούς συναδέλφους αλλά και παλιούς μου μαθητές, γεγονός που με χαροποιεί ιδιαίτερα, διότι η παρουσία τους εδώ σημαίνει ότι κάποιο θετικό αποτύπωμα άφησα στα χρόνια που με είχαν καθηγητή στο σχολείο του Μούδρου.

Τα τελευταία χρόνια έχουμε βιώσει τεράστιες αλλαγές. Η ταυτότητα πολλών πραγμάτων έχει αλλάξει. Σταθερές αναφορές και βεβαιότητες δεκαετιών έχουν ανατραπεί, στην οικονομία, στην πολιτική, στις ιδεολογίες. Οι νοοτροπίες μας και οι αντιλήψεις μας δοκιμάζονται καθημερινά και ίσως δεν είναι πλέον ίδιες. Όλα αυτά καθιστούν την εποχή μας πολύ ενδιαφέρουσα λογοτεχνικά.
Γιατί τα λέω αυτά. Διότι τα διηγήματα που περιέχονται στη συλλογή αυτή έχουν γραφτεί κατά την τελευταία πενταετία, δηλαδή στην καρδιά της κρίσης. Συνιστούν την προσπάθεια μου να καταγράψω τη σκέψη και τις αγωνίες μου, να διατυπώσω τα δικά μου σχόλια και τους προβληματισμούς μου για το νόημα της ύπαρξης, την αξία της ζωής και το μεγαλείο του ανθρώπου. Άλλοτε με πίκρα, άλλοτε με αισιοδοξία, μα πάντα με επίκεντρο τον άνθρωπο, τις αντιφάσεις του και τις αδυναμίες του.
Επιλέγω να γράφω για τον καθημερινό άνθρωπο, της διπλανής πόρτας όπως λέμε, και να αποτυπώνω τη μοναξιά, τον φόβο, την υπαρξιακή αγωνία. Ορισμένες φορές πιάνομαι από γιορτές, επετείους, ιστορικά γεγονότα, μα με ενδιαφέρει το βίωμα της ιστορίας, όχι η ιστορία η ίδια. Συχνά οι χαρακτήρες των διηγημάτων μου είναι πρόσωπα που έζησαν τη δημιουργική τους περίοδο τον περασμένο αιώνα, άνθρωποι της ηλικίας μου δηλαδή ή λίγο μεγαλύτεροι, και στις μέρες μας βιώνουν τη διάψευση των ελπίδων και των οραμάτων τους. Σε αυτά τα διηγήματα μου βγαίνει μια μελαγχολία, είναι η αλήθεια.
Ψάχνοντας τον κοινό τόπο των διηγημάτων μου δεν θα τον εντοπίσει κάποιος σε πραγματολογικά ή σε θεματικά στοιχεία. Ούτε ενιαία πολιτική αντίληψη έχουν, όσα εμπεριέχουν κάποιου είδους πολιτικό σχολιασμό. Θα έλεγα πως τον κοινό τόπο αποτυπώνει ο τίτλος του βιβλίου: «Λογισμοί στο σύθαμπο».
Το σύθαμπο, δηλαδή η ώρα που το φως υποχωρεί και το σκοτάδι παίρνει τη θέση του, είναι η στιγμή που μου γεννήθηκαν οι ιδέες για τα περισσότερα από τα κείμενα. Όλοι έχουμε θαυμάσει ένα όμορφο ηλιοβασίλεμα. Αλλά εκτός από την ομορφιά που εκπέμπει, αυτό που εισπράττω εγώ από κάθε ηλιοβασίλεμα είναι πως στέλνει ένα μήνυμα. Υπενθυμίζει στον άνθρωπο πόσο μικρός και αδύναμος είναι. Κάθε απόβραδο συμβαίνει αυτό. Ο ήλιος, δύοντας, μας το λέει: είστε ασήμαντοι, συνειδητοποιήστε το και αξιολογείστε διαφορετικά τη ζωή.
Γράφω στο διήγημα: «Καλήν ημέραν άρχοντες…»

«Ο ήλιος που ολημερίς ήταν κρυμμένος πίσω από βαριά σύννεφα, είχε βρει ένα άνοιγμα και καληνύχτιζε τους υπηκόους του. Ήταν η ώρα που μπορούσες να τον αντικρίσεις κατάματα... Να νιώσεις τη δύναμή του, χωρίς να σε τρομάζει η λάμψη του. Να νιώσεις αδύναμος και μόνο στη σκέψη πως μπορεί αυτή να είναι η τελευταία φορά που δύει.
Στη σκέψη πως αποχωρίζεται για πάντα αυτόν τον πλανήτη που είναι δικό του δημιούργημα, πως αποφάσισε να φτιάξει έναν καινούργιο, απαλλαγμένο από το εγωιστικό ανθρώπινο γονίδιο».

Αυτό το εγωιστικό ανθρώπινο γονίδιο και το πώς μπορεί να τιθασευτεί είναι που με βασανίζει σαν σκέψη, ειδικά αυτές τις στιγμές, του σύθαμπου. Τα συναισθήματα που με κατακλύζουν γεννούν ιδέες, λέξεις, ιστορίες καμιά φορά, στις οποίες η κυρίαρχη, η πιο σημαντική αρετή είναι η ανθρωπιά.
Η έννοια της «ανθρωπιάς» νομίζω πως διασχίζει οριζόντια σχεδόν όλα τα διηγήματά μου. Κι αν σε κάποια δεν διακρίνεται, ε, άνθρωπος είμαι κι εγώ, έχω και τις κακές στιγμές μου.
Ελπίζω να βρείτε ενδιαφέρουσες τις ιστορίες που περιέχει το βιβλίο. Ίσως κάποιοι αναρωτιέστε αν υπάρχει η Λήμνος σε αυτές. Φυσικά και υπάρχει. Πάντα υπάρχει η Λήμνος σε ό,τι γράφω. Η Λήμνος και οι άνθρωποί της αποτελούν διαχρονική έμπνευση για μένα. Σε κάποια διηγήματα αυτό είναι πασιφανές, σε άλλα όχι και τόσο. Όμως, μην αναζητήσετε συσχετισμούς με αληθινά πρόσωπα ή γεγονότα. Την έμπνευση δίνει πάντα κάποιο ερέθισμα αλλά πρόκειται για προϊόντα καθαρής μυθοπλασίας.

Κλείνοντας, αφού σας ευχαριστήσω για άλλη μια φορά για την εδώ παρουσία σας, οφείλω να εκφράσω την μεγάλη υποχρέωση που νιώθω για τις τρεις κυρίες του πάνελ, οι οποίες μου έκαναν την τιμή να ασχοληθούν με το βιβλίο μου, να το διαβάσουν και να το κρίνουν.
Τρεις κυρίες με Κάπα κεφαλαίο, οι οποίες με τις δραστηριότητές τους τιμούν τόσο τη Λήμνο όσο και τον ελληνικό πολιτισμό γενικότερα. Τις γνωρίζετε, όποτε ό,τι και να πω γι’ αυτές θα είναι λίγο.

Η κ. Βλαχοπούλου-Βαγιάκου σας είναι γνωστή από τη δράση της στο Λύκειο Ελληνίδων εδώ και στην Αθήνα αλλά και από τα βιβλία και τα άλλα δημοσιεύματά της, τα οποία αποπνέουν αρχοντιά και νοσταλγία για την παλιά Λήμνο, όταν περίσσευε το φιλότιμο, η αλληλεγγύη και η ανθρωπιά. Θα έχετε την ευκαιρία να την ακούσετε ξανά σε λίγες εβδομάδες, όταν θα παρουσιάσει το νέο της βιβλίο «Τι άρωμα φοράς, γιαγιά;».

Η κ. Φωτοπούλου ανήκει στην κατηγορία των δημιουργικών και εμπνευσμένων εκπαιδευτικών. Οι πρωτοβουλίες που παίρνει ως διευθύντρια του Γυμνασίου Λιβαδοχωρίου, διακρίνονται για την πρωτοτυπία και κυρίως για την εξωστρέφειά τους. Θα θυμίσω μόνο πως με δική της πρωτοβουλία ξεκίνησε η αναβίωση του αρχαίου πεντάθλου, ενώ κάθε χρονιά φροντίζει να μας εκπλήσσει με τις ιδέες της. Αν και η πλειοψηφία δεν την τίμησε με την ψήφο της στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές, θεωρώ πως οι ιδέες που κόμισε η ίδια και ο συνδυασμός της θα βρουν έδαφος υλοποίησης. Διότι οι άνθρωποι διαβαίνουν αλλά οι ιδέες δεν πεθαίνουν ποτέ.

Για την κ. Δώρα, τι να πω; Χρόνια τώρα, σε όποια εκδήλωση πολιτισμού στο νησί κι αν ψάξεις, θα την εντοπίσεις είτε στο προσκήνιο είτε στο παρασκήνιο: θεατρικά, εκθέσεις, παρουσιάσεις, δημοσιεύσεις, ξεναγήσεις και λίγα είπα. Η προώθηση του πολιτισμού είναι η καθημερινή της αγωνία και με προθυμία συμμετέχει σε κάθε σχετική προσπάθεια.
Σας ευχαριστώ πολύ.

Θ. Μπελίτσος




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου