Βιβλιοπωλείο
Ad Libitum, Νικομηδείας 18, Ν. ΣΜΥΡΝΗ
Αγαπητοί συμπατριώτες και συγγενείς από την
πατρίδα μας, την Αβία της Μάνης
Αγαπητοί συντοπίτες από τη Νέα Σμύρνη
Παλιοί και καλοί μου συνάδελφοι
Φίλες και φίλοι που με τιμάτε απόψε με την
παρουσία σας
Καλησπέρα σας
Η παρουσία σας εδώ με συγκινεί ιδιαίτερα. Σας
ευχαριστώ όλους, έναν-έναν προσωπικά, που διαθέσατε λίγο από το χρόνο σας για
να βρεθείτε εδώ και εύχομαι να συναντιόμαστε συχνά σε τέτοιες δημιουργικές
διαδρομές.
Με το βιβλίο αυτό ξεπληρώνω ένα χρέος προς τον
τόπο της καταγωγής μου. Ήταν όμορφο και δημιουργικό το ταξίδι που κατέληξε σε
αυτή την έκδοση. Στο ταξίδι αυτό δεν ήμουν μόνος. Με συντρόφευσαν και άλλοι
άνθρωποι, συμπατριώτες μου οι περισσότεροι αλλά και κάποιοι που δεν είναι από
τα μέρη μας, τους οποίους ευχαριστώ για την τιμή που μου έκαναν. Θα αναφερθώ σε
αυτούς αργότερα. Προηγουμένως όμως θα ζητήσω από την καλή συνάδελφο, τη
φιλόλογο κ. Μαρία Πέττα, να σας μιλήσει για το βιβλίο.
Θ. Μπελίτσος
ΜΑΡΙΑ ΠΕΤΤΑ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Η Μαρία
Πέττα γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Ζάκυνθο αλλά αποφοίτησε από το ΟΜΗΡΕΙΟ Λύκειο της
Νέας Σμύρνης. Σπούδασε Φιλολογία και Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.
Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές, με υποτροφία της Ακαδημίας Αθηνών, στο
Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας.
Έχει πάρει
μέρος με εισηγήσεις σε συνέδρια και σεμινάρια και έχει αρκετές δημοσιεύσεις σε
επιστημονικά περιοδικά. Έχει γράψει εκπαιδευτικό υλικό για τους φοιτητές του Ελληνικού
Ανοιχτού Πανεπιστημίου.
Έχει
διδάξει στο ΤΕΙ Ιωαννίνων ως ωρομίσθια, στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων ως Ειδική
Μεταπτυχιακή Υπότροφος και έχει προσφέρει σεμιναριακά μαθήματα σε φοιτητές του
Πανεπιστημίου της Padova Ιταλίας.
Από το
1991 διδάσκει στη δημόσια δευτεροβάθμια εκπαίδευση φιλολογικά και ιστορικά
μαθήματα. Επίσης, είναι επιμορφώτρια φιλολόγων για τη
χρήση των νέων τεχνολογιών στη διδασκαλία των φιλολογικών μαθημάτων. Είναι
παντρεμένη και μητέρα δύο παιδιών.
Με τη κ.
Πέττα συνυπηρετήσαμε για πολλά χρόνια στο Ομήρειο 2ο Γυμνάσιο Ν.
Σμύρνης και συνεργαστήκαμε σε πολλά εκπαιδευτικά προγράμματα, με αντικείμενο
κυρίως την τοπική ιστορία της πόλης μας, της Ν. Σμύρνης και φυσικά της Σμύρνης
και γενικότερα της Μικρασίας. Γνωρίζοντας, λοιπόν, το ενδιαφέρον της για θέματα
τοπικής ιστορίας, θεώρησα πως είναι η πιο κατάλληλη να μας παρουσιάσει το
βιβλίο.
ΓΙΑ ΤΟ «ΕΝ ΑΒΙΑ» ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΗ ΜΠΕΛΙΤΣΟΥ
της Μαρίας
Πέττα
Κυρίες
και κύριοι, αγαπητοί φίλοι καλησπέρα κι από μένα.
Ευχαριστώ
πολύ τον Θοδωρή για την τιμή που μου επεφύλαξε να παρουσιάσω τη δική του «Αβία».
Όταν
ρωτάμε έναν άνθρωπο: από πού είσαι, εκείνος συνήθως απαντά με μια λέξη ή το
πολύ με δύο, αν αναφέρει ως τόπους καταγωγής του τις ιδιαίτερες πατρίδες και των
δύο γεννητόρων του. Ο Θοδωρής Μπελίτσος όμως απαντά ως εξής: πατρίδα του
αίματός μου είναι η Αβία, πατρίδα των παιδικών μου χρόνων η Νέα Σμύρνη και
πατρίδα της καρδιάς μου η Λήμνος.Έχει αγαπήσει και έχει τιμήσει με τον καλύτερο
τρόπο όλες αυτές τις πατρίδες, τις οποίες κουβαλά ως πολύτιμη παρακαταθήκη σε
κάθε έκφανση της ζωής του.
Γεννημένος
και μεγαλωμένος στη Νέα Σμύρνη, απόφοιτος της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης,
σπούδασε Χημεία στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, υπηρέτησε ως το 2014 τη
δημόσια μέση εκπαίδευση, την οποία τίμησε από τις θέσεις του καθηγητή,
υποδιευθυντή και διευθυντή σχολείου. Έχει διακριθεί επίσης στη συγγραφή
αυτόνομων βιβλίων, μονογραφιών και μελετών, έχει συμμετάσχει σε ομαδικές
εκδόσεις και έχει δημοσιεύσει πλήθος άρθρων σε έντυπα περιοδικά και ιστότοπους.
Το συγγραφικό του έργο καλύπτει μεγάλο
εύρος ενδιαφερόντων: από θέματα τοπικής ιστορίας, των πατρίδων του βέβαια,
μέχρι την ιστορία αθλητικών συλλόγων αλλά και κείμενα λογοτεχνικά με τη μορφή
διηγημάτων. Για το έργο του «Συλλογή γλωσσικού υλικού από τη Λήμνο», τιμήθηκε
με έπαινο από την Ακαδημία Αθηνών. Και ελπίζουμε ότι… έπεται συνέχεια.
Πολυσχιδής
προσωπικότητα ο Θοδωρής: τρυφερός οικογενειάρχης, σπουδαίος δάσκαλος,
εξαιρετικός συνάδελφος, έντιμος φίλος και με πολύ δυνατή πένα που κάνει εμάς
τους φιλολόγους να ζηλεύουμε, γιατί καταφέρνει να παντρέψει τόσο δημιουργικά
την ορθολογιστική σκέψη των θετικών επιστημών με τη ζωντάνια, την ενάργεια, τον
πλούτο και κάποτε-κάποτε την τρυφερότητα της ελληνικής γλώσσας.
Όλα
αυτά συνδυάζονται αρμονικά για άλλη μια φορά στο πόνημα που μας προσφέρει
σήμερα. «Εν Αβία», λοιπόν, το τελευταίο του πνευματικό παιδί. Εν Αβία, απ’ όπου
ξεκίνησαν τη ζωή τους η Αγγελική και ο Γρηγόριος Μπελίτσος, στους οποίους αφιερώνει
ο Θοδωρής το βιβλίο του, αποχαιρετώντας με περισσή συγκίνηση την τρυφερή και άκακη μάνα και αποτίοντας φόρο
τιμής στον πατέρα, στον οποίο οφείλει κυρίως την αγάπη του για τα γράμματα,
όπως ο ίδιος επισημαίνει. Στον Γρηγόρη Μπελίτσο που είναι μαζί μας απόψε,
εκφράζουμε κι εμείς αμέριστο σεβασμό.
Ο
Θοδωρής γράφοντας αυτό το βιβλίο είχε σκοπό να συγκεντρώσει σε έναν ενιαίο τόμο
κείμενα του ίδιου, παλιότερα δημοσιευμένα ή και αδημοσίευτα, που αφορούσαν τον
τόπο καταγωγής του, την Αβία της μεσσηνιακής Μάνης. Περπατάει λοιπόν για μια
ακόμη φορά στα μονοπάτια της τοπικής ιστορίας, όπως το έχει πράξει αρκετές φορές
ήδη, με ιδιαίτερη επιτυχία, για τη Λήμνο και για την Νέα Σμύρνη. Η αρχική του
πρόθεση, όμως, εμπλουτίστηκε όταν, ανακαλύπτοντας αδημοσίευτες μαρτυρίες για το
χωριό του μέσα από ημερολόγια, φωτογραφικό υλικό, συλλογή παροιμιών και
απαγγελίες, οδηγήθηκε στην ιδέα της συλλογικής δημιουργίας ενός βιβλίου, την
οποία εμπλούτισε και με ποιητικό ή εικαστικό υλικό.
Και
η αλήθεια είναι ότι οι συλλογικότητες δεν τρομάζουν τον Θοδωρή. Αντιθέτως ξέρει
καλά να ενώνει, να φιλιώνει τους ανθρώπους και να τους καθοδηγεί σε έναν κοινό
σκοπό. Αυτό πέτυχε εδώ: έκλεισε μέσα στις 364 σελίδες του βιβλίου του τον
πνευματικό μόχθο δώδεκα ανθρώπων, μαζί με τα δικά του, παλιότερα και νεότερα
κείμενα. Αξιοποίησε το υλικό μελετημάτων από συγγραφείς-εκ των οποίων αρκετοί
είναι μαζί μας- μαζί με υλικό ανθρώπων που δεν βρίσκονται στη ζωή. Έτσι
περπάτησε σπιθαμή προς σπιθαμή τον τόπο του κοιτάζοντάς τον μέσα στο πέρασμα
του χρόνου και παρατηρώντας τον προσεκτικά και διεισδυτικά από κάθε πλευρά του.
Για
να πετύχει αυτό το σφαιρικό, διαχρονικό οδοιπορικό, ταξινόμησε το ποικίλο
διαθέσιμο υλικό του σε πέντε θεματικές ενότητες. Οι ενότητες αυτές ανοίγουν με
την νοσταλγική εισαγωγή του Σταύρου Καπετανάκη. Αυτή μας φέρνει πιο κοντά στην
Αβία, μέσα από τα παιδικά βιώματα του συντάκτη, ο οποίος δηλώνει τη σημασία του
εν λόγω βιβλίου, μνημονεύοντας τα λόγια παλιού καθηγητή του που έλεγε ότι «αν
δεν γνωρίζεις την ιστορία του τόπου σου, δεν μπορείς και να τον αγαπάς. Εγώ
αγαπώ αυτόν τον τόπο και διαβάζω την ιστορία του για να τον αγαπήσω περισσότερο».
Στην
πρώτη ενότητα με τον τίτλο «Ιστορία-Τοπογραφία», ο Θοδωρής κάνοντας ορισμένες
τοπωνυμικές και τοπογραφικές διευκρινίσεις, ενημερώνει τον αναγνώστη του ότι η
Αβία της Μαντινείας ανήκει στο Δήμο Δυτικής Μάνης, ο οποίος καλύπτει το
μεγαλύτερο τμήμα της λεγόμενης Έξω Μάνης, της μανιάτικης, δηλαδή, περιοχής του
νομού Μεσσηνίας και ανήκει σε μιαν ευρύτερη περιοχή με κοινά χαρακτηριστικά, η
οποία αποκαλείται Μαντίνειες και η οποία περιλαμβάνει: α) την τοπική κοινότητα
Αβίας του Δήμου Δυτ. Μάνης και β) την τοπική κοινότητα Μικρής Μαντίνειας του Δήμου
Καλαμάτας.
Παρουσιάζοντας
ένα σύντομο χρονολογικό διάγραμμα της διοικητικής εξέλιξης αυτής της περιοχής,
σχολιάζει ότι οι δύο Μαντίνειες, έχουν ανιστόρητα ενταχθεί σήμερα σε
διαφορετικούς δήμους, αφού αποτελούν ενιαία περιφέρεια από γεωγραφική,
γλωσσική, πολιτισμική και κοινωνική άποψη.
Η
παρατιθέμενη μελέτη του Κωνσταντίνου Κωστέα προσπαθεί να προτείνει λύση στην
ετυμολογική προσέγγιση των τοπωνυμίων: Ιρή ή Αβία, όπως ονομαζόταν η περιοχή
στην αρχαιότητα, Μαντίνεια από τα τέλη του Μεσαίωνα. Η Ιρή του Ομήρου, του
Παυσανία και του Στράβωνα ανήκει σε μια από τις επτά πολιτείες που μπορούν να κατοικηθούν
όμορφα, και ενδεχομένως να συνδέεται με το επίθετο ιερός. Από την άλλη, το
τοπωνύμιο Αβία δεν έχει τεκμηριωθεί ετυμολογικά. Η ονομασία Μαντίνεια, όμως,
όπως άλλωστε υποστηρίζει σε παρατιθέμενο άρθρο του 1955, σύμφωνα με ατεκμηρίωτη
παράδοση, και ο καθηγητής Ιωάννης Παπαδόπουλος, προέρχεται από τους φυγάδες της
αρκαδικής Μαντίνειας, οι οποίοι κατέβηκαν στην περιοχή, λόγω των αβαροσλαβικών
επιδρομών.
Ακριβείς
πληροφορίες για την αρχική εγκατάσταση στην περιοχή δεν διατίθενται. Ο
συνδυασμός, όμως, των πηγών οδηγεί ίσως κάπου στον 13ο αιώνα, οπότε
ο Θοδωρής Μπελίτσος εκτιμά ότι μέσα και γύρω από το κάστρο της Μαντίνειας είχε
αναπτυχθεί σημαντικός οικισμός. Το κάστρο αυτό ήταν παραλιακό και βρισκόταν
στην περιοχή της σημερινής Παλιόχωρας, όπως περιγράφουν αρκετοί περιηγητές.
Σήμερα διακρίνονται μόνο κατάλοιπα της θεμελίωσής του, γιατί προφανώς στην
πορεία του χρόνου οι λίθοι χρησιμοποιήθηκαν ως οικοδομικό υλικό.
Ως
τα μέσα του 15ου αιώνα η Μαντίνεια ανήκει στο Δεσποτάτο του Μυστρά και στο
δεύτερο μισό του ίδιου αιώνα δημιουργήθηκε εκτός από τον παράλιο και ο
μεσόγειος οικισμός, όπου σιγά-σιγά μεταφέρθηκε η δραστηριότητα των κατοίκων.
Έτσι προέκυψαν οι δύο «χώρες», η Άνω και η Κάτω, ανάμνηση των οποίων αποτελεί η
σημερινή παραλιακή Παλαιόχωρα, η οποία από τα μέσα του 17ου αιώνα
ερειπώνεται εξαιτίας πολλών παραγόντων. Η περιοχή, λόγω της φυσικής αλλά και
της τεχνητής οχύρωσής της γίνεται «μήλον της έριδος» ανάμεσα σε Βυζαντινούς και
Ενετούς και περνάει ένα διάστημα ενετικής κατοχής. Η σημερινή Αβία, ταυτίζεται
με την αρχαία Αβία, όπως την δηλώνει σε χάρτη του ο Κλαύδιος Πτολεμαίος.
Κατοικείται ξανά με αυτήν την ονομασία από τα τέλη του 19ου αιώνα
και πρόκειται για τη σημερινή Παλιόχωρα.
Ιρή-Αβία-Μαντίνεια-Παλαιόχωρα,
με όποιο όνομα κι αν αποκαλέσουμε την περιοχή, για όποια εποχή κι αν
αναφερθούμε, κοινό τόπο αποτελεί το «ευ ναιόμενον πτολίεθρον» του Ομήρου,
πολιτεία, δηλαδή, που μπορεί να κατοικηθεί όμορφα, εφάμιλλη της γαλλικής
Ριβιέρας, κατά τον καθηγητή Παπαδόπουλο «… ως προστατευομένη από τους βορείους
ανέμους υπό του όρους Κάλαθος και δεχομένη την γλυκείαν θαλπωρήν των κυμάτων
του Λιβυκού Πελάγους… αποβαίνει ιδεώδης τόπος διαχειμάσεως».
Αυτόν
τον τόπο άλλωστε επέλεξε ο δεσπότης Θεσσαλονίκης Ανδρόνικος, γιος του
αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ του Παλαιολόγου, για να γιατρευτεί από βαρύτατη νόσο.
Αυτόν τον τόπο επιλέγουν και στα νεότερα χρόνια ως τόπο διακοπών οι κάτοικοι
των γύρω ή και άλλων περιοχών. Η χαμηλή υγρασία και οι ήπιες θερμοκρασίες καθιστούν
το κλίμα της περιοχής εύκρατο και καθώς συνδυάζει βουνό και θάλασσα αποτελεί
ένα διαχρονικό θέρετρο. Κούκκινος, Αρχοντικό, Ακρογιάλι, φιλοξενούν κάθε
καλοκαίρι παραθεριστές ή απλά επισκέπτες για μια βραδινή βόλτα τις γλυκές
καλοκαιρινές βραδιές. Αυτό καταδεικνύεται ακόμα και για τον αδαή ως προς την
περιοχή, από τη λυρική περιγραφή του τόπου που κάνει η Αθηνά Κοτσόβολου στο
ποίημά της στη σελ. 27 του βιβλίου.
Καυτές μέρες του καλοκαιριού με τα στάχυα χρυσοκίτρινα
να λικνίζονται
ατελείωτες ώρες με φωνές
από τα παιδιά που παίζουν στη θάλασσα
ιδρώτας, σκόνη και θαλασσινή αρμύρα
παρέες από εφήβους
στο στόμα το τσιγάρο
και τα τραγούδια του Μάνου αξέχαστα
... ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... ...
και οι γυναίκες με τα σκαμμένα πρόσωπα
και οι άντρες με τα λιοκαμένα μπράτσα
στις αυλές αμίλητοι αναπαύονται.
το σούρουπο ένας κόκκινος ήλιος
αργοπεθαίνει πάνω απ’ το σταυρό.
Αθηνά
Κοτσόβολου, «Αβία Ι»
Στη
δεύτερη ενότητα του βιβλίου με τον τίτλο «Μαρτυρίες» παρατίθενται
κείμενα, τα οποία μπορούν να
χρησιμοποιηθούν ως αυθεντικές ιστορικές πηγές για τη ιστορία της Ελλάδας
γενικότερα. Μέσα από ημερολόγια επιστρατευμένων στον πόλεμο του ’40, το
τετράδιο του τοπικού τηλεγραφείου της ίδιας χρονιάς, το στρατιωτικό ημερολόγιο
του συνταγματάρχη Φραγκούλη για την περίοδο 1912-1922, φωτίζονται, από
διαφορετικές οπτικές γωνίες, βέβαια, σημαντικά γεγονότα της ιστορίας της
πατρίδας μας.
Ένας
τόπος με τόσο ευχάριστο κλίμα αλλά και με τη δυνατότητα επικοινωνίας, χερσαίας
ή θαλάσσιας, είναι ευνόητο να αναπτύξει και μιαν αξιόλογη οικονομική
δραστηριότητα, η οποία να δημιουργεί αυτάρκεια στους κατοίκους. Η ελιά, τα
σύκα, το ψάρεμα με κοφινέλο αποτελούν τους κύριους τομείς ενασχόλησης των
κατοίκων και καθορίζουν πολλές από τις καθημερινές ή διατροφικές τους συνήθειες
αλλά και την αρχιτεκτονική συγκεκριμένων οικημάτων, όπως τα συκόσπιτα. Τα
σχετικά με την οικονομική και κοινωνική ζωή στοιχεία περιλαμβάνονται στην τρίτη
ενότητα του βιβλίου που φέρει τον τίτλο «Κοινωνία και Οικονομία».
Στην
τέταρτη ενότητα η ευάριθμη συλλογή των 1500 περίπου λέξεων του τοπικού
ιδιώματος προσδίδει στο πόνημα του Θοδωρή Μπελίτσου προστιθέμενη αξία από γλωσσολογική
άποψη, καθώς περισώζει λεξιλογικούς τύπους, ενδεχομένως ξεχασμένους. Με τις
εύστοχες παρατηρήσεις του δίνει την ευκαιρία για περαιτέρω επισημάνσεις από
μέρους μας, όπως ότι το λεξιλόγιο της περιοχής παρουσιάζει κοινά στοιχεία με τα
γλωσσικά ιδιώματα της Κρήτης και των Επτανήσων, όπως για παράδειγμα η προφορά
του –υ- ως –ου- (τρούπα αντί τρύπα) ή ο τσιτακισμός του –κ- μπροστά από τα
φωνήματα –ε- και –ι- (τσεραία αντί κεραία), καθώς και οι ασυνίζητοι τύποι
(παιδία αντί παιδιά).
Στην
ίδια ενότητα σταχυολογούνται επίσης παροιμίες, τραγούδια, λαϊκές ρίμες,
αξιοποιώντας ευλαβικά την τοπική λαϊκή παράδοση. Δεν ξεχνά τέλος να παραθέσει
και ορισμένες εύθυμες ιστορίες προερχόμενες από την καθημερινότητα των απλών
ανθρώπων της Αβίας. Την ιστορία με τον τίτλο «Κυνηγοί τζιτζικιών» θα μου
επιτρέψετε να σας διαβάσω.
Κυνηγοί
τζιτζικιών
Μια από τις
παιδικές ενασχολήσεις του καλοκαιριού ήταν το κυνήγημα των τζιτζικιών. Ποικίλες
τεχνικές και μεθόδους σκαρφιζόμασταν, η πιτσιρικαρία, για να συλλάβουμε τους
ατυχείς θερινούς τραγουδιστάδες των δέντρων. Η σχέση κυνηγού και θηράματος σε
όλο της το μεγαλείο. Το αθόρυβο πλησίασμα στο δέντρο ήταν απαραίτητο, διότι
στο παραμικρό τσάκισμα κλαδιού ο τζίτζικας αρχικά σιωπούσε, για να κρύψει τη
θέση του και στη συνέχεια αναχωρούσε βουίζοντας, χαρίζοντας στον υποψήφιο
κυνηγό ένα μεγαλοπρεπές ψέκασμα με τα ούρα του.
-Με ψίκασε ο
άτιμος, φώναζε ο «κυνηγός» και έψαχνε για άλλον.
Πιρούνια,
καλάμια, κλαδιά και άλλα σύνεργα επιστρατεύονταν για τη σύλληψη του θύματος. Οι
πιο ικανοί και θαρραλέοι θηρευτές πλησίαζαν κοντά και καπάκωναν το τζιτζίκι με
τη φούχτα τους. Το δυστυχές τζιτζίκι που συλλαμβανόταν πάθαινε του Χριστού τα
πάθη. Κατ’ αρχήν του έκοβαν τα φτερά για να μην μπορεί να φύγει. Το έδεναν με
σπάγκο και το άφηναν να πετάει γύρω-γύρω τιτιβίζοντας. Το κάρφωναν με καρφίτσα
σε ξυλάκια. Το έβαζαν μέσα στα ρούχα των άλλων, συνήθως των κοριτσιών, για να
τα τρομάξουν. Και τελικά κατέληγε τροφή για τις γάτες που το θεωρούσαν νόστιμο
μεζέ.
Ορισμένοι
φύλαγαν τζιτζίκια αποξηραμένα, σε κουτιά, κάνοντας συλλογή. Συναγωνίζονταν
ποιος θα βρει τα πιο πολλά και τα πιο μεγάλα. Για τους συλλογείς περιζήτητοι
ήταν οι «γούβαλοι», μεγάλα τζιτζίκια που ήταν σπάνια στα παραθαλάσσια μέρη.
Οι
ηλικιωμένοι του χωριού, θέλοντας να διασκεδάσουν τη μονοτονία του καλοκαιριού,
αλλά και με κάποια ζήλια ίσως, αφού δεν μπορούσαν πλέον να ασχοληθούν και αυτοί
με το κυνήγι των τζιτζικιών, σκαρφίζονταν διάφορες φάρσες ώστε να συμμετέχουν
στο παιδικό παιχνίδι.
Ο Βασίλειος
Πουλέας, που έλειπε χρόνια στην Αμερική, σκέφτηκε ένα καλοκαίρι να επιδοτήσει
τη συλλογή τζιτζικιών. Κάλεσε λοιπόν τους πιτσιρίκους και τους έταξε μια
πεντάρα για κάθε τζιτζίκι που θα μάζευαν. Ξαμολήθηκαν όλοι ενθουσιασμένοι,
διαδίδοντας το νέο:
- Ο
Αμερικάνος δίνει μια πεντάρα το τζιτζίκι!
Το βραδάκι
μάζεψαν τη λεία τους και περιχαρείς την πήγαν στο καφενείο που τους περίμενε ο μπάρμπα-Βασίλης.
Όμως εκείνος με διάφορες προφάσεις απέρριπτε τις συλλογές:
- Με κομμένα
φτερά μού τους φέρατε; Τι να τους κάνω;
- Πολύ
μικρούς μάζεψες. Τους μικρούς δεν τους πληρώνω. Να φέρεις μεγαλύτερους.
- Ψόφια
τζιτζίκια μου έφερες; Από κάτω τα μάζεψες;
Την επαύριον φτου και από την αρχή στο
κυνήγημα. Αφού συνεννοήθηκαν, οι πιτσιρίκοι, αποφάσισαν να μαζέψουν μόνο
μεγάλους και να μη τους κόψουν τα φτερά. Για να μη φεύγουν, τους έβαζαν μέσα
σε σπιρτόκουτα.
Το βραδάκι
περιχαρείς που είχαν κάνει σωστή δουλειά μαζεύτηκαν με τα σπιρτόκουτά τους στο
καφενείο. Ο Βασίλης φυσικά δεν είχε σκοπό να πληρώσει για τα τζιτζίκια. Όμως
καθόταν σοβαρός σοβαρός και περίμενε τους πελάτες. Έναν-έναν που έφτανε του
έκανε ερωτήσεις σχετικά με την ποιότητα του κυνηγιού του, αν βρήκε μεγάλους, αν
είναι ζωντανοί, αν έχουν όλα τους τα φτερά και αφού δήθεν έμενε ικανοποιημένος
από τις απαντήσεις, ρωτούσε:
-Και πόσους
έπιασες, βρε;
-Πέντε,
θείο.
-Για να τους
μετρήσω.
Ανυποψίαστο
και αθώο το παιδί έδινε το σπιρτόκουτο. Ο Βασίλης το άνοιγε για να μετρήσει
δήθεν τη σοδειά. Φυσικά τα τζιτζίκια απελευθερωμένα πέταγαν ψηλά και
εξαφανίζονταν, προς τέρψιν του φιλοθεάμονος κοινού του καφενείου, αφήνοντας
άφωνο τον απονήρευτο μικρό, που έβλεπε να χάνεται στον αέρα το χαρτζιλίκι που
περίμενε.
Στην
ενότητα με τον τίτλο «Προσωπογραφίες» ή και σε μεμονωμένα άρθρα ο Θοδωρής
Μπελίτσος και οι συνεργάτες του αναφέρονται με σεβασμό σε πρόσωπα καταγόμενα
από την περιοχή, τα οποία έχουν διακριθεί σε κάποιον τομέα: από τον εθνομάρτυρα
του 1821 μητροπολίτη Μονεμβασίας και Καλαμάτας Χρύσανθο Παγώνη, μέχρι φωτογράφους,
ιερωμένους, ιστοριοδίφες, γιατρούς, στρατιωτικούς.
Όλος
ο τόμος διασκορπισμένα ή συγκεντρωμένα σε ενότητα κοσμείται από πλήθος
φωτογραφιών που αποτυπώνουν τοποθεσίες της Αβίας, ανθρώπους, ναούς,
δραστηριότητες, αντικείμενα καθημερινής χρήσης, ιστορικά κατάλοιπα, σφραγίδες,
επιγραφές, σχολικά βιβλία με αυτόγραφες σημειώσεις μαθητών και μικρές
καθημερινές χαρές, γλέντια, πανηγύρια κτλ.
Άφησα
για το τέλος ένα αξιόλογο άρθρο της τρίτης ενότητας που αφορά στην ιστορία του
αγροτικού συνεταιρισμού Μικράς Μαντίνειας-Αβίας, ο οποίος ιδρυόμενος του 1924
αποτέλεσε μια μικρή αγροτική επανάσταση για την περιοχή. Για την ιστορία του
συνεταιρισμού αυτού θα μας μιλήσει αναλυτικότερα η κ. Καίτη Μπελίτσου,
συντάκτρια του σχετικού άρθρου, το οποίο στηρίζεται σε ανέκδοτα τεκμήρια του
Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Κλείνοντας
θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Θοδωρή όχι μόνο γι’ αυτό το άρτιο από επιστημονική,
γλωσσική, καλλιτεχνική άποψη έργο του αλλά για το σύνολο της συγγραφικής του
παραγωγής, γιατί ταξιδεύοντάς μας μέσα στο χρόνο στους τόπους που αγαπάει, είτε
με τη μορφή ιστοριοδιφικών εργασιών είτε με τη μορφή λογοτεχνημάτων,
εμπλουτίζει τη γνώση μας γι’ αυτόν τον τόπο -…τον μικρό, τον μέγα
παραφράζοντας τον ποιητή-!
Πριν
σας καληνυχτίσω θα μου επιτρέψετε να διαβάσω την ακροστιχίδα που έγραψε για τον
τόμο η Μαρία Κατεινά και η οποία συμπυκνώνει, κατά την άποψή μου, την αίσθηση
που αφήνει η Αβία στον επισκέπτη της.
Αγκαλιά που
μέσα της να χάνεσαι
Βούισμα
ανέμου στης ελιάς τα λικνίσματα
Ιαχή της
θάλασσας που μάχεται το βράχο
Ανθρωποι χτισμένοι απ' ουρανό και γη
Μαρία Κατεινά: "Α Β Ι Α"
Ευχαριστώ
για την προσοχή σας.
Ο
λόγος τώρα στην κ. Μπελίτσου.
Ν. Σμύρνη, 2 Δεκεμβρίου
2016
Η ομιλία της Καίτης Μπελίτσου
Με τη σειρά μου να σας καλωσορίσω και εγώ και να
σας ευχαριστήσω που ήρθατε σήμερα εδώ.
Ο Θοδωρής έχει μια μακρά ιστορία στην συγγραφή
βιβλίων, άρθρων και μελετών πότε σε
ατομικές και πότε σε ομαδικές εκδόσεις.
Η μεγάλη του αγάπη για την έρευνα, την ιστορία και
την λαογραφία έχει αποτυπωθεί κατά καιρούς στα έργα του.
Πραγματεύεται θέματα που τον εξιτάρουν και με αυτό
τον τρόπο προσπαθεί να τα κρατήσει ζωντανά μέσα στον χρόνο.
Στα πλαίσια λοιπόν αυτής της προσπάθειας
δημιούργησε και το βιβλίο "Έν Αβία". Το βιβλίο αυτό αποτελεί ένα
ξεχωριστό έργο του, θεωρώ επειδή αφορά τον τόπο που κατάγεται και την περιοχή
που πέρασε όλες τις καλοκαιρινές διακοπές κατά την διάρκεια των παιδικών και
εφηβικών του χρόνων.
Το βιβλίο αποτελεί κατά την γνώμη μου ένα
ντοκουμέντο, γιατί περιλαμβάνει την ιστορία του τόπου δοσμένη με ιστορικά
στοιχεία και μαρτυρίες, αλλά και μέσα από τις καθημερινές ιστορίες των ανθρώπων
που έζησαν στον τόπο αυτό και άφησαν το αποτύπωμά τους στην ιστορία της
περιοχής.
Όταν μου ζήτησε να γράψω κάτι, συμβάλλοντας με τον
τρόπο αυτό στην συλλογικότητα που έχει αυτό το βιβλίο, με κατέλαβαν ανάμικτα
συναισθήματα, χαράς αλλά και φόβου. Χαρά γιατί μου εμπιστευόταν μέρος από τον
χώρο του. Φόβος και αγωνία να ανταποκριθώ στις προσδοκίες του.
Το θέμα που αποφάσισα να μελετήσω και να καταγράψω
ήταν η ιστορία του Αγροτικού Συνεταιρισμού της περιοχής. Ενδεχομένως λόγω "πρότερου εντίμου βίου", σαν
πρώην υπάλληλος του Υπουργείου Γεωργίας, μου φάνηκε θέμα προσιτό στις γνώσεις μου
και στο χώρο που λειτουργούσα επί χρόνια. Επίσης, από παιδάκι θυμόμουν ιστορίες
των μεγαλύτερων να διηγούνται τον τρόπο λειτουργίας του συνεταιρισμού, τους
λόγους για τους οποίους ιδρύθηκε, την εξέλιξή του με τα χρόνια και σαν
υπάλληλος του Υπουργείου συζητώντας με συναδέλφους είχα συνειδητοποιήσει ότι
ήταν ένας από τους πιο εξελιγμένους συνεταιρισμούς στην Ελλάδα, σε διοικητικό
και τεχνολογικό επίπεδο.
Κατά την διάρκεια της έρευνάς μου διαπίστωσα ότι είναι και ένας από τους πιο παλιούς συνεταιρισμούς, δεδομένου ότι ιδρύθηκε το
1924, και συνεχίζει να λειτουργεί και να εξελίσσεται αυξάνοντας τις
δραστηριότητές του. Αυτό δεν αποτελεί ένα τυχαίο γεγονός και δεν θα πρέπει να
θεωρήσει κανείς ότι είναι αυτονόητο. Η ιδέα του "συνεταιρίζεσθαι" στην
Ελλάδα είναι προσωρινή και σπάνια αντέχει στο χρόνο.
Οι περισσότεροι συνεταιρισμοί είναι συνεταιρισμοί-σφραγίδες, χωρίς δραστηριότητες και χωρίς να εξυπηρετούν τους λόγους για τους
οποίους συστάθηκαν. Πραγματικά είμαστε τυχεροί, γιατί κατά την διάρκεια της
λειτουργίας του πέρασαν άνθρωποι φωτισμένοι, προοδευτικοί, που ήθελαν το
εγχείρημα να πετύχει, άνθρωποι που σπατάλησαν πολλές εργατοώρες από την ζωή
τους, άνθρωποι τίμιοι, άνθρωποι συνετοί.
Η σύλληψη και υλοποίηση της ιδέας για την ίδρυση
του συνεταιρισμού ανήκει σε (9) κατοίκους της κοινότητας Μικράς Μαντινείας με
πρωτοστάτη τον Βασίλειο Νικητάκη, ιδιοκτήτη και του πρώτου ελαιουργείου. Η
σύσταση του Συνεταιρισμού με έδρα το Αρχοντικό αποτελεί πραγματικά μια μικρή
αγροτική επανάσταση στην περιοχή.
Για να καταλάβουμε πόσο προχωρημένος είναι ο
συνεταιρισμός μας, ας σκεφτούμε ότι υπάρχουν μέχρι σήμερα χωριά στην Μεσσηνία
και στη Λακωνία που η έννοια της συλλογικής αποθήκευσης του προϊόντος, της
ενιαίας τιμής στον παραγωγό, της ενιαίας ποιότητας και της τυποποίησης του
ελαιολάδου σε μικρές συσκευασίες, της εξαγωγής του προϊόντος σε χώρες του
εξωτερικού μέσω του συνεταιρισμού και της βράβευσης του προϊόντος είναι έννοιες
άγνωστες.
Κατά την διάρκεια της έρευνάς μου με έκπληξη
ανακάλυψα δραστηριότητες του συνεταιρισμού προς εξυπηρέτηση των κατοίκων της
περιοχής, οι οποίες χάθηκαν με τον χρόνο και τις οποίες ούτε καν είχα ακούσει,
όπως η λειτουργία ταμιευτηρίου κατά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του, η
λειτουργία αποστειρωτικών κλιβάνων για την αποστείρωση των σύκων στα μέσα της
δεκαετίας του '30, η λειτουργία αλευρόμυλου αμέσως μετά τον Β΄παγκόσμιο πόλεμο
μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '60, η λήψη δανείων για την κάλυψη των
καλλιεργητικών εξόδων από την έναρξη της λειτουργίας του, η πληρωμή των αγροτικών συντάξεων στους
κατοίκους της περιοχής κατά την δεκαετία του '60, η παρασκευή και διανομή
σαπουνιού από τα βιομηχανοποιήσιμα υπολείμματα του λαδιού και πολλές άλλες.
Όλες αυτές οι δραστηριότητες του συνεταιρισμού φυσικά ασκούνται συγχρόνως με
την βασική δραστηριότητα της παραγωγής του ελαιολάδου.
Δεν θα σας κουράσω άλλο για αυτό το θέμα, άλλωστε
θα το διαβάσετε με ησυχία ώστε να δείτε τις λεπτομέρειες. Στο κείμενό μου
προσπάθησα να καταγράψω όσο καλύτερα μπορούσα την ιστορία του Αγροτικού
Συνεταιρισμού Μικράς Μαντινείας & Αβίας, τις δραστηριότητές του, την
εξέλιξή του στη διάρκεια του χρόνου και τους ανθρώπους που βοήθησαν στη
λειτουργία του.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Θοδωρή Μπελίτσο για
την τιμή που μου έκανε να με εμπιστευτεί.
Τους ανθρώπους του Συνεταιρισμού, ιδιαίτερα τον κ.
Σαράντο Αγγελέα, και τους συναδέλφους μου στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και
Τροφίμων-Τμήμα Αγροτικών Συνεταιρισμών, για την πολύτιμη βοήθειά τους στην έρευνά μου και τέλος θα ήθελα να
ευχαριστήσω τον πατέρα μου για τις πολύτιμες πληροφορίες του.
Ευχαριστώ για την προσοχή σας.
Η ομιλία του Θεόδωρου Μπελίτσου
Όπως ανέφερα στην αρχή με το βιβλίο αυτό ξεπληρώνω
ένα χρέος. Ένα χρέος προς την πατρίδα των προγόνων μου, την πατρίδα του
αίματος, όπως γράφω και στο εξώφυλλο, διότι όπως ξέρετε όσοι είστε από τα μέρη
μας, αίμα μας αποκαλούμε τους συγγενείς, όσο μακρινοί και αν είναι.
Αρκετοί από εσάς θα γνωρίζετε πως στα τριάντα και
πλέον χρόνια που βασανίζω τον κόσμο με τα γραπτά μου, έχω εκδώσει κάμποσα
βιβλία για τη Λήμνο, μια πατρίδα που μου έλαχε και την αγάπησα, κάποια λιγότερα
βιβλία για τον τόπο που έχω μεγαλώσει και συνεχίζω να κατοικώ, τη Νέα Σμύρνη,
και μόνο δυο-τρία φυλλάδια, ανάτυπα ανακοινώσεων σε συνέδρια, για τον τόπο της
καταγωγής μου, την Αβία. Έναν τόπο, όμως, από τον οποίο ποτέ δεν αποκόπηκα αλλά
που συγγραφικά τον είχα κάπως παραμελήσει. Σήμερα, λοιπόν, ξεπληρώνω αυτό το
χρέος.
Στην πορεία της ζωής επιλέγουμε πολλές διαδρομές.
Επιλέγουμε ή μας τυχαίνουν πατρίδες όπου ριζώνουμε, εργαζόμαστε, δημιουργούμε
οικογένεια. Τόποι που τους αγαπάμε ή που απλά τους ανεχόμαστε. Στην πολύπλοκη
εποχή μας καθένας από μας έχει στο εσωτερικό του σύμπαν κάποιες τέτοιες
πατρίδες: την πατρίδα της παιδικής ηλικίας, εκεί που έζησε τα πρώτα χρόνια του,
ίσως μια πατρίδα της καρδιάς, τον τόπο που έζησε τις πιο όμορφές στιγμές της
ζωής του, μα και άλλες πατρίδες, το μέρος που σπούδασε, που αναπτύχθηκε
επαγγελματικά, που δημιούργησε το σπιτικό και την οικογένειά του. Υπάρχουν για
τον καθένα μας πολλοί τόποι, πολλές πατρίδες, όπου έχουμε ζήσει και
δημιουργήσει. Μα από όλες αυτές τις μικρές πατρίδες ξεχωριστή θέση έχει η
πατρίδα του αίματος, ο τόπος καταγωγής, ακόμα και στην περίπτωση που αυτός ο
τόπος μας έχει πληγώσει, ακόμα κι αν έχουμε άσχημες αναμνήσεις.
Θα γνωρίζετε ανθρώπους προσφυγικής καταγωγής που ταξιδεύουν
και αναζητούν στην Μικρασία ή στην Πόλη, τον τόπο καταγωγής τους. Τι περιμένουν
να βρουν έπειτα από τρεις ή τέσσερις γενιές που έφυγαν από εκεί οι παππούδες
τους. Συνήθως τίποτα. Κι όμως πηγαίνουν. Διότι εκεί υπάρχει η ρίζα της
δημιουργίας τους. Ο αέρας, τα νερά, το χώμα, τα βράχια, η βλάστηση, περιέχουν
ίχνη από τη δική τους ύπαρξη. Διότι είναι ποτισμένα με τον ιδρώτα, το αίμα και
τις στάχτες των παππούδων τους. Η πατρίδα του αίματος που λέγαμε. Κυριολεκτικά.
Ο τόπος καταγωγής μας δεν είναι μόνο ο τόπος των
προγόνων. Είναι ο τόπος του οποίου αποτελούμε, στην κυριολεξία, δημιούργημα.
Διότι το σώμα μας έχει χτιστεί από το σιτάρι που σπέρνανε σε εκείνα τα χώματα,
από το λάδι που έβγαζαν εκείνες οι ελιές, από τα νερά που ανάβλυζαν σε εκείνες
τις πηγές. Κάθε μόριο του οργανισμού μας κατάγεται από εκεί. Θυμηθείτε πόσοι
άνθρωποι που έφευγαν παλιότερα μετανάστες για τόπους μακρινούς, έπαιρναν μαζί
τους ένα σακουλάκι με χώμα από τον τόπο τους. Γνώριζαν πως ακόμα κι αν δεν
ξαναγύριζαν, είχαν την πατρίδα μαζί τους για να τους συνοδέψει ως τα στερνά
τους.
Αυτή την αίσθηση δεν μπορεί να την προσφέρει καμιά
άλλη πατρίδα, όσο καταδεχτική και φιλόξενη και αν είναι. Όταν κάποιος βρίσκεται
στον τόπο της καταγωγής του, κάθε δέντρο που ακουμπά, κάθε βράχος που αγγίζει, κάθε
τζιτζίκι που ακούει, κάθε εικόνισμα που προσκυνά, κάθε τραγούδι που τραγουδά
έχει κάτι να του θυμίσει. Ο τόπος σου, μιλάει. Κάθε γωνιά του έχει κάτι να σου
πει. Αφηγείται ιστορίες και έργα παλιών ανθρώπων, που τις έχεις ζήσει ή τις
έχεις ακούσει και τις ξαναλές ή στις ξαναλένε, κάθε φορά λίγο διαφορετικές αλλά
που αυτό δεν έχει και πολλή σημασία. Σημασία έχει πως νιώθεις ότι αποτελείς
κομμάτι του τόπου αυτού. Αποτελείς και συ μια από τις ψηφίδες που συνθέτουν το
συνολικό ψηφιδωτό του. Είσαι μέρος του όλου.
Η ταπεινή σου ύπαρξη έχει κάποιο νόημα μέσα στη
διαχρονική πορεία της μικρής πατρίδας. Αποτελείς ένα ελάχιστο, αλλά διακριτό
και συγκεκριμένο τμήμα της. Αποτελείς και συ έναν κρίκο που είναι απαραίτητος ώστε
να συνεχίσει την πορεία της η πανάρχαια αλυσίδα της τοπικής κοινωνίας. Αυτό το
βιβλίο, λοιπόν, για τον τόπο των γονιών και των παππούδων μου, όφειλα να το γράψω.
Το όφειλα στη μνήμη των ανθρώπων που με δημιούργησαν.
Η αρχική μου σκέψη ήταν να συγκεντρώσω σε έναν
τόμο όλα τα κείμενα που είχα δημοσιεύσει κατά καιρούς σε διάφορα περιοδικά και να
προσθέσω επιπλέον το λαογραφικό υλικό [τοπικές λέξεις και τραγούδια] που είχα
συλλέξει. Όμως, στην πορεία η έκδοση πήρε άλλο χαρακτήρα, όταν ανακάλυψα κάποια
παλιά ημερολόγια και αρχεία.
Σκέφτηκα, λοιπόν, να δώσω το λόγο και σε
συμπατριώτες μου, ώστε να λάβει μια συλλογικότητα το πράγμα. Κάτι που
αποδείχθηκε πολύ συγκινητικό και μου έδωσε περίσσεια χαρά, καθώς ανταποκρίθηκαν
με προθυμία αρκετοί. Έτσι το έργο απόκτησε μια άλλη διάσταση καθώς περιέχει
έργα πολλών ατόμων, διαφορετικών αντιλήψεων, ποικίλων ενδιαφερόντων αλλά και διαφορετικών
ηλικιών.
Στο βιβλίο υπάρχουν κείμενα νέων επιστημόνων που
τώρα ξεκινούν την πνευματική τους δημιουργία αλλά και καταξιωμένων συγγραφέων
και ερευνητών της ώριμης και της απερχόμενης γενιάς. Αποτελεί ένα ψηφιδωτό της
μικρής πατρίδας μας, που αποδεικνύει πως υπάρχει συνέχεια, πως η αλυσίδα που
λέγαμε έχει αποκτήσει και άλλους κρίκους και επομένως υπάρχει ελπίδα στους
ζοφερούς καιρούς που διανύουμε. Οφείλω να αναφέρω ονομαστικά όσους
συνεργάστηκαν, χωρίς να μπω σε λεπτομέρειες για τη συνεισφορά του καθενός, την
οποία θα διαπιστώσετε διαβάζοντας το βιβλίο.
Είναι καταρχήν ο γιατρός ο Σταύρος Καπετανάκης,
πρόεδρος της Εταιρείας Λακωνικών Σπουδών, ο πρώτος διδάξας, ερευνητής και
συγγραφέας πολυγραφότατος με βιβλία για την ιστορία της Μάνης και την ιστορία
του χωριού μας. Αναμένουμε με αγωνία την έκδοση του επόμενου βιβλίου του, που
θα κυκλοφορήσει σε λίγους μήνες, με τίτλο «Οι Μανιάτες στην Επανάσταση του
1821», το οποίο θα είναι μνημειώδες και ογκωδέστατο, όπως ογκωδέστατη ήταν και
η συμμετοχή των Μανιατών στην εθνική παλιγγενεσία. Γιατρέ σας ευχαριστώ που μου
κάνατε την τιμή να προλογίσετε το βιβλίο μου. Θέλετε να μας πείτε δυο λόγια;
[Ο κ. Καπετανάκης μίλησε εκτός χειρογράφου. Αναφέρθηκε στην αξία που έχει η καταγραφή των αξιομνημόνευτων εμπειριών του καθενός, ακόμα και όταν δεν διαθέτει συγγραφικό ταλέντο, είτε σε μορφή ημερολογίου είτε ως απλές σημειώσεις, καθώς τέτοιου είδους μαρτυρίες στο μέλλον μπορεί να αποτελέσουν πρωτογενείς ιστορικές πηγές.]
Είναι η Πόπη Δημητριάδου, αγαπημένη συνάδελφος μουσικός που ζωγραφίζει εξαιρετικά και που δεν θέλει να μιλάμε πολύ γι' αυτήν. Πόπη σε ευχαριστώ.
Είναι ο Γιάννης Κακούρος, νέος αρχαιολόγος, βασικός συνεργάτης στην εν εξελίξει ανασκαφή της αρχαίας Θουρίας, στην οποία από ό,τι φαίνεται θα αποκαλυφτεί μια νέα αρχαία Μεσσήνη. Ο Γιάννης είναι μόνιμος κάτοικος Αβίας και δεν είναι απόψε μαζί μας αλλά οφείλω να τον ευχαριστήσω και δημοσίως.
Είναι η Σοφία Καπετανάκη, καθηγήτρια στο Τμήμα Φιλολογίας του Παν. Πελοποννήσου, με σημαντικό ερευνητικό και συγγραφικό έργο και με δημοσιεύσεις σε ελληνικά και ξένα επιστημονικά περιοδικά. Η Σοφία δεν είναι απόψε εδώ, αφού μένει μόνιμα στην Καλαμάτα. Την ευχαριστώ και δημοσίως.
Είναι η Άννα Καράκοντη, που εκφράζεται μέσα από την ποίηση, την πεζογραφία και την φωτογραφία με δημοσιεύσεις, εκδόσεις και εκθέσεις. Άννα σε ευχαριστώ.
Είναι η Μαρία Κατεινά, αγαπημένη συνάδελφος φιλόλογος, που γράφει ποίηση και φωτογραφίζει. Μαρία σε ευχαριστώ και για τη συμμετοχή σου αλλά και για το γεγονός πως έγινες φίλη του χωριού μας.
Είναι ο μπάρμπα-Λιας ο Κοτσόβολος, πολυπράγμων, που υπήρξε για πολλά χρόνια ο φωτογράφος του οικογενειακού και δημόσιου βίου του τόπου μας. Μπάρμπα-Λια σε ευχαριστώ.
Είναι η Αθηνά Κοτσόβολου, νομικός, που γράφει ποίηση και έχει εξαιρετικό αφηγηματικό λόγο. Η Αθηνά είναι μόνιμη κάτοικος Αβίας, αφού εργάζεται στην Καλαμάτα και δεν είναι εδώ απόψε. Την ευχαριστώ όχι μόνο για τη συμμετοχή της αλλά και για το ό,τι ήταν η πρώτη που με ενθάρρυνε να δώσω συλλογική μορφή στην έκδοση αυτή.
Είναι ο Λάμπρος Κοτσώνης, μαθηματικός και παιδικός φίλος, που έχει την πετριά του καταγραφέα και του αρχειοσυλλέκτη. Λάμπρο σε ευχαριστώ.
Είναι ο Κωνσταντίνος Κωστέας, νέος επιστήμονας, φιλόλογος και συγγραφέας δύο κιόλας βιβλίων για τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών, παρά το ό,τι είναι μόλις 26 ετών. Ο Κώστας διαμένει και εργάζεται στην Καλαμάτα και δεν είναι εδώ απόψε, αλλά οφείλω να τον ευχαριστήσω και δημοσίως.
Τέλος είναι η Καίτη Μπελίτσου, η αδερφή μου, διευθύντρια επί πολλά έτη στο Υπ. Γεωργίας, ειδική στα θέματα των ευρωπαϊκών αγροτικών επιδοτήσεων και γενικά της ευρωπαϊκής αγροτικής πολιτικής, την οποία ακούσατε πριν από λίγο. Καίτη σε ευχαριστώ και γι' αυτό και για πολλά άλλα .
Πριν τελειώσουμε θέλω να πω ένα ακόμα ευχαριστώ
στην Μαρία Πέττα για την αποψινή της συμμετοχή και φυσικά στον κ. Κώστα, τον
ιδιοκτήτη του φιλόξενου βιβλιοπωλείου Ad
Libitum, που επιμένει σε
δύσκολους καιρούς να κρατά ανοιχτό αυτό το μικρό φάρο πολιτισμού στη γειτονιά
μας.
Σας ευχαριστώ ξανά για την παρουσία σας.
Σας ευχαριστώ ξανά για την παρουσία σας.
Θεόδωρος Μπελίτσος
Παρασκευή,
2 Δεκεμβρίου 2016
Παρουσίαση
του «Εν Αβία»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου