Σάββατο 23 Μαρτίου 2019

Το Εικοσιένα

Η συμβολή της παιδείας στον ξεσηκωμό
Τα γεγονότα της επανάστασης


Η επανάσταση του 1821 αποτελεί το σημαντικότερο γεγονός της νεώτερης ελληνικής ιστορίας. Η απόσταση των δύο αιώνων από τότε, συχνά μας οδηγεί σε μια αθέλητη υποβάθμιση της σημασίας της. Όμως, αν δεν υπήρχε το ’21 δεν θα υπήρχε ο Ελληνισμός όπως τον γνωρίζουμε σήμερα.

Τι οδήγησε τους Έλληνες να ξεσηκωθούν τότε;
Γιατί το ’21 τα κατάφεραν, ενώ δεκάδες φορές πρωτύτερα είχαν αποτύχει;
Μερικά από αυτά τα ερωτήματα θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στο κείμενο που ακολουθεί. Κυρίως να τονίσουμε κάτι που συχνά το παραγνωρίζουμε, τη συμβολή της παιδείας και των φωτισμένων διδασκάλων στην επιτυχημένη προετοιμασία, οργάνωση και τελικά επικράτηση των Ελλήνων επαναστατών.
Συνηθισμένοι να δίνουμε μεγαλύτερη βαρύτητα στις ηρωικές προσωπικότητες και στις νικηφόρες μάχες, ξεχνάμε πως προηγήθηκε μια μακροχρόνια προσπάθεια διαφωτισμού, διατήρησης και αφύπνισης της κοιμισμένης ελληνικής συνείδησης, την οποία κατέβαλαν δεκάδες δάσκαλοι σε όλο τον ελληνικό χώρο.
Κατ’ αρχήν πρέπει να συνειδητοποιήσουμε κάποια πράγματα. Ο ξεσηκωμός του Εικοσιένα δεν υπήρξε ένα ακόμα από τα δεκάδες κινήματα που ξέσπασαν σε όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας.

Το Εικοσιένα ήταν μοναδικό και ξεχωρίζει για δύο λόγους:

1) Ήταν η πρώτη φορά που οι Ρωμιοί συνειδητοποίησαν ότι για να έχει επιτυχία ο απελευθερωτικός αγώνας έπρεπε να στηριχτούν αποκλειστικά στις δικές τους δυνάμεις και όχι στη βοήθεια κάποιας ξένης δύναμης. Έτσι ξεσηκώθηκαν μόνοι τους και όχι παρακινημένοι από άλλους, όπως παλιότερα από τη Ρωσία ή τη Βενετία. Για να ωριμάσει αυτή η αντίληψη στον ελληνικό κόσμο συνετέλεσαν πολλοί παράγοντες, με σπουδαιότερο την παιδεία. Φωτισμένοι δάσκαλοι, ιερωμένοι και λαϊκοί, επί δεκαετίες διαφώτισαν το σκλαβωμένο έθνος, το έφεραν σε επαφή με την αρχαία γραμματεία, με τις νέες επιστημονικές ανακαλύψεις, με τις ιδέες της γαλλικής επανάστασης για ισότητα κι ελευθερία.

Η παιδεία έδωσε στο σκλαβωμένο ραγιά αυτοπεποίθηση
ώστε να οργανωθεί και να προετοιμαστεί για τον αγώνα.

2) Το Εικοσιένα δεν ήταν ένας τοπικός, ανοργάνωτος ξεσηκωμός κάποιων ραγιάδων μιας επαρχίας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ήταν κανονική επανάσταση σύσσωμης της Ρωμιοσύνης, με μακροχρόνια προετοιμασία, οργανωμένη με σχέδιο και με όραμα από φωτισμένους άνδρες που πλαισίωσαν τη Φιλική Εταιρεία, την πιο επιτυχημένη συλλογική προσπάθεια του έθνους μας διαχρονικά, το οποίο όπως ξέρουμε δεν φημίζεται και τόσο για την ομαδικότητα και το πνεύμα συνεργασίας. Προϋπήρξε ο διαφωτισμός και η πίστη στο δίκαιο του αγώνα για τη λευτεριά. Έτσι όταν ήρθε η ώρα του ξεσηκωμού, όλοι έδωσαν το παρόν. Δεν υπήρξε γωνιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που κατοικούσαν Έλληνες που δεν ξεσηκώθηκε, δεν υπήρξε κατηγορία πολιτών που δεν μετείχε: οπλαρχηγοί και φιλήσυχοι ραγιάδες, αγρότες και μεγαλέμποροι, ναυτικοί και στεριανοί, λόγιοι και αγράμματοι, ιερείς και λαϊκοί, άνδρες και γυναίκες. Το σύνθημα «Ελευθερία ή Θάνατος» έδειχνε την αποφασιστικότητα και το πείσμα για λευτεριά των επαναστατημένων που κατάφεραν τελικά να ιδρύσουν το πρώτο Ελληνικό Κράτος της νεώτερης εποχής.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.


Το ξεκίνημα της σκλαβιάς
Οι πρώτες σπίθες των γραμμάτων

Η πτώση του Βυζαντίου και η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς σημαίνει για τη Ρωμιοσύνη την έναρξη μιας μακράς περιόδου ζωής κάτω από την πιο σκληρή και απάνθρωπη ξένη κυριαρχία που είχε γνωρίσει μέχρι τότε. Ατέλειωτοι αιώνες αβάσταχτης σκλαβιάς. Απ’ όπου περνούσαν οι Οθωμανοί σκόρπιζαν τη φρίκη και το θρήνο. Μεγάλες σφαγές, αιχμαλωσίες και κατατρεγμοί. Η εξόντωση τού πληθυσμού, τα βασανιστήρια, οι βάρβαρες εκτελέσεις με ανθρώπους παλουκωμένους ή κρεμασμένους σε τσιγκέλια, οι βαρύτατοι φόροι, οι αναγκαστικές μετακινήσεις, η απαγόρευση στους υπόδουλους να ιππεύουν, να χτυπούν καμπάνες, ήταν λίγες μόνο από τις συμφορές που χτύπησαν τους Ρωμιούς.
 Αυτό, όμως, που έσπερνε πραγματικό τρόμο στους υπόδουλους ήταν το παιδομάζωμα. Οι κατακτητές άρπαζαν τα πιο εύρωστα παλικάρια και τα μετέτρεπαν σε φανατικούς γενίτσαρους. Οι υπόδουλοι προσπαθούσαν να κρύψουν τα παιδιά τους. Έντυναν τα αγόρια με κοριτσίστικα ρούχα για να μην τα πάρουν οι Οθωμανοί. Αλλά, τις περισσότερες φορές έχαναν τα παιδιά τους κι ο πόνος ήταν αβάσταχτος.
Αυτή η καταπίεση οδήγησε σε πολύ μεγάλη πτώση της πνευματικής στάθμης των Ρωμιών. Ειδικά τα πρώτα 100-150 χρόνια της σκλαβιάς ο πνευματικός μαρασμός ήταν γενικευμένος. Αιτία ήταν φυσικά η υποδούλωση, οι διαρκείς μετακινήσεις του πληθυσμού, η φτώχεια και ο φόβος που επικρατούσε παντού, ακόμη και για τις απλές καθημερινές ασχολίες. Παρόλα αυτά, ο Ελληνισμός έδειξε μια αξιοθαύμαστη αντοχή. Είχε συνείδηση της ενότητάς του, διατήρησε τη θρησκευτική του πίστη, συνέχισε να μιλά και να γράφει την ίδια γλώσσα. Κράτησε τα έθιμα και τις παραδόσεις του. Τρεφόταν με τη μνήμη της ένδοξης ιστορίας των προγόνων του.
Παρά τις δύσκολες συνθήκες, το 1454, δηλαδή μόλις ένα χρόνο μετά την Άλωση ιδρύεται στην Κωνσταντινούπολη η Πατριαρχική Σχολή, η γνωστή μέχρι σήμερα με το όνομα «Μεγάλη Σχολή του Γένους». Στη σχολή αυτή εκτός από θρησκευτικά μαθήματα διδάσκεται η ελληνική γλώσσα και η αρχαία ελληνική φιλοσοφία. Αν και δεν είχε συνεχόμενη λειτουργία κατά τους πρώτους δύο αιώνες της τουρκοκρατίας αποτέλεσε ένα σημαντικό πυρήνα διατήρησης της ελληνικής παιδείας και εφαλτήριο για την αναγέννησή της.
Εκτός από τη σχολή αυτή το 15ο και 16ο αιώνα δεν υπάρχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη μόρφωση. Σποραδικές, μεμονωμένες κι ασυντόνιστες προσπάθειες για την ανάπτυξη της παιδείας γίνονται σε μερικές περιοχές αλλά χωρίς συνέχεια. Από μαρτυρίες είναι γνωστό ότι στα 1460 ένα μικρό σχολείο λειτουργούσε στην Αδριανούπολη με χορηγό το Νικόλαο Ισίδωρο και δάσκαλο κάποιον Δημήτριο. Ως τα τέλη του 15ου αιώνα αναφέρονται οι διδάσκαλοι:
Μανουήλ Χριστώνυμος,
Ματθαίος Καμαριώτης, που είχε συγγράψει σχολικά βιβλία ρητορικής και γραμματικής,
Ευθύμιος στο Μιστρά,
Ιωάννης ιερομόναχος, περιπλανώμενος διδάσκαλος στην Πελοπόννησο,
Ιωάννης Μόσχος στην Κέρκυρα,
ο αγιορείτης Ζαχαρίας στην Ήπειρο και ορισμένοι άλλοι.
Το 16ο αιώνα αναφέρονται:
ο Μανουήλ ο Κορίνθιος,
ο Θεοφάνης Ελεαβούλκος,
ο Μιχαήλ Ερμόδωρος που άφησε σπουδαίο έργο στη Χίο,
ο Ανδρέας Αρνής στη Ναύπακτο στα 1500,
ο Αρσένιος Αποστόλης στη Μονεμβασιά το 1524-1531 και
ο Αντώνιος Καλαμαλίκης.
Εκτός από την Πόλη σχολεία αναφέρονται:
στην Κορώνη από το 1480,
στη Μεθώνη το 1483,
στην Κέρκυρα από το 1480,
στη Ζάκυνθο το 1566,
στη Χίο από το 1533,
στο Ναύπλιο το 1522 με πρωτοστάτη τον ιερέα Σταυράκιο Μαλαξό και
στη Λέσβο δύο σχολεία που ίδρυσε ο μοναχός Παχώμιος Ρουσσάνος, ένα αγοριών στη μονή Λειμώνος από το 1545 κι ένα κοριτσιών στη μονή Μυρσινιωτίσσης, που είχε ξεχωριστό δάσκαλο μουσικής και μπορεί να θεωρηθεί ως το πρώτο σχολείο θηλέων στον ελληνικό χώρο.


Παχώμιος Ρουσσάνος

Οι δάσκαλοι ήταν συνήθως κληρικοί ή καλόγηροι, που είτε δίδασκαν σε μικρό κύκλο νέων είτε ήταν οικοδιδάσκαλοι σε παιδιά ευπόρων οικογενειών. Οι λιγοστοί μαθητές των πρώτων αυτών διδασκάλων αποτελούσαν με τη σειρά τους την επόμενη γενιά διδασκάλων και κάπως έτσι συνεχίστηκαν τα πράγματα ως τα τέλη του 16ου αιώνα, που ξεκίνησε μια πιο συστηματική προσπάθεια.


Η παιδεία επεκτείνεται σε όλο τον ελληνικό χώρο

Το 1593, με απόφαση της Μεγάλης Συνόδου του Πατριαρχείου, την οποία συγκάλεσε ο πατριάρχης Ιερεμίας Β΄, συνιστάται στους κατά τόπους επισκόπους να εξοικονομούν πόρους και να φροντίζουν ώστε τα θεια και ιερά γράμματα δύνασθαι διδάσκεσθαι. Έτσι από τις αρχές του 17ου αιώνα η Εκκλησία αναλαμβάνει πρωτοβουλία για την προαγωγή της παιδείας και οι υπόδουλοι Έλληνες δραστηριοποιούνται πιο έντονα στον τομέα της εκπαίδευσης.
Με πρωτοβουλίες φωτισμένων ιεραρχών και διδασκάλων ιδρύονται Σχολεία σε αρκετές περιοχές, το καθένα από τα οποία αποτελεί φυτώριο νέων εκπαιδευτικών, συνήθως ιερομόναχων, οι οποίοι με τη σειρά τους διαδίδουν τη φλόγα της παιδείας σε νέες, όλο και πιο απόμερες γωνιές του Ελληνισμού. Εκτός από την Πατριαρχική Σχολή Κωνσταντινουπόλεως που λειτουργούσε ήδη και της Χίου που λειτουργούσε από το 1533, άρχισαν να ξεφυτρώνουν παντού Σχολές με ποικίλες επωνυμίες: Σχολεία, Γυμνάσια, Φροντιστήρια, Ακαδημίες, ορισμένες ιδιαίτερα φημισμένες.
Ως το 18ο αιώνα είναι γνωστή η λειτουργία σημαντικών σχολών σε:
Θεσσαλονίκη από το 1585,
Αθήνα: το 1586 έχει διδασκαλεία πολλά, όπου διδάσκονται την ελληνική γλώσσα,
Πάτμο από το 1600 περίπου,
Γιάννενα: από παλιά υπήρχε η Σχολή Φιλανθρωπηνών και από το 1609 διδάσκει αμισθί ο Μάξιμος ο Πελοποννήσιος «ίνα μη απομείνη το γένος μας εις τόσην αμαθίαν», όπως έλεγε,
Αμμόχωστο το 1563 και
Λευκωσία: το 1592-1602 διδάσκει ο Λεόντιος Ευστράτιος και στη συνέχεια ως το 1637 ο ιερομόναχος Ματθαίος Γαλατιανός.
Επίσης, υπήρχαν ενοριακά σχολεία σε πολλές μικρές πόλεις, όπως: Καρπενήσι, Άγραφα, Αιτωλικό, Τίρναβο, Τρίκαλα, Άρτα, Μέτσοβο, Παραμυθιά, Κορυτσά, Μοσχόπολη, Καστοριά, Κοζάνη, Βέροια, Σκόπια, Φιλιππούπολη, Γιαννιτσά, Σέρρες, Καλλίπολη, Αίνο, Αγχίαλο, Σωζόπολη, Αδριανούπολη, Κω, Ρόδο, Χαλκίδα, Θήβα, Άργος, Μυστρά, Κύθηρα, Χάνδακα (Ηράκλειο Κρήτης) κ.ά.



Κατά το 18ο αιώνα προστίθενται νέες σχολές, οι οποίες εκτός από τα κοινά γράμματα (γραφή, ανάγνωση, αριθμητική), παρείχαν και ελληνοπαιδεία, η οποία περιλάμβανε τη διδασκαλία της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας και Γραμματικής. Σε ορισμένες δε περιπτώσεις είχαν και ανώτερη βαθμίδα, όπου διδάσκονταν οι επιστήμες και η φιλοσοφία. Σχολές που πρόσφεραν προχωρημένες σπουδές ήταν:
η Πατμιάδα από το 1713,
η Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης από το 1733,
η Σχολή Σωτήρη στην Αθήνα,
η Σχολή στα Αμπελάκια Θεσσαλίας,
η Αθωνιάδα της Μονής Βατοπεδίου
και σταδιακά προς τα μέσα του 18ου αιώνα οι Σχολές: Μυτιλήνης, Σκοπέλου, Μεσολογγίου, Λήμνου, Τριπόλεως, Παλαιών Πατρών, Μυστρά, Βουκουρεστίου, Ιασίου, Βενετίας κ.ά.

Στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα και στις αρχές του 19ου νέες Σχολές προστίθενται στις παραπάνω: η περίφημη Ακαδημία Κυδωνιών, το Φιλολογικό Γυμνάσιο Σμύρνης (1809), οι Σχολές Χίου, Ζαγοράς (1777), Μηλιών Πηλίου, Δημητσάνας (1764), Χάλκης (1786) κ.ά.
Όμως, εκτός από αυτές τις επιφανείς Σχολές, πλήθος κοινών τοπικών Σχολείων είχαν ιδρυθεί και λειτουργούσαν σ’ όλη την έκταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ο βαθύς γνώστης κι ερευνητής της παιδείας, Μ. Γεδεών, φρονεί ότι:
Στα 1782 «ουδεμία κωμόπολις εστερείτο διδασκάλου».

Τύποι σχολείων

Στα χρόνια της τουρκοκρατίας υπάρχουν δύο τύποι σχολείων: των κοινών γραμμάτων και των ελληνικών γραμμάτων:
1) Το Σχολείο των κοινών γραμμάτων ή Κοινόν Σχολείον ήταν κατώτερης βαθμίδας. Πρόσφερε βασικές γνώσεις ανάγνωσης, γραφής, αριθμητικής. Το ονόμαζαν και «Σχολείο των ιερών γραμμάτων», διότι για τη διδασκαλία χρησιμοποιούνταν εκκλησιαστικά βιβλία, κυρίως το Ψαλτήρι, η Οκτώηχος και ο Απόστολος. Τα σχολεία αυτά λειτουργούσαν στο σπίτι κάποιου εγγράμματου κατοίκου, που συνήθως ήταν ο ιερέας του χωριού, ο αναγνώστης (ψάλτης) ή κάποιος καλόγερος, τον οποίο πλήρωναν οι γονείς των μαθητών, συνήθως σε είδος (ψωμί, αυγά κλπ). Αναφέρονται όμως και περιπτώσεις λαϊκών, που γνώριζαν κάποια στοιχειώδη γράμματα. Στα κοινά σχολεία φοιτούσαν τα παιδιά των φτωχών οικογενειών, κυρίως αγόρια, ενώ οι πιο εύπορες οικογένειες πλήρωναν οικοδιδασκάλους, οι οποίοι συνήθως έμεναν στο σπίτι της οικογένειας και αναλάμβαναν γενικότερο παιδαγωγικό ρόλο. Το σχολείο των κοινών γραμμάτων είχε πολύ παλιά παράδοση, αναφέρεται από τη βυζαντινή περίοδο και συνεχίστηκε σε όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας. Από τα τέλη του 17ου αιώνα λειτουργούν εκατοντάδες σχολεία σε όλο τον ελληνικό χώρο. Κυριολεκτικά δεν υπάρχει κωμόπολη χωρίς δάσκαλο.


Ο Κοσμάς ο Αιτωλός αναφέρει το 1779,
ότι είχε ιδρύσει πάνω από 200 Κοινά Σχολεία
και δέκα Ελληνικά (μέσης παιδείας).

Μπαίνοντας στον 19ο αιώνα όλοι έχουν πλέον τη δυνατότητα να έρθουν σε επαφή με τα γράμματα και αποκτούν εθνική αυτογνωσία που καλλιεργείται κυρίως από το σχολείο των ελληνικών γραμμάτων.
Σταδιακά από τα μέσα του 18ου αιώνα αντί ο δάσκαλος να πληρώνεται από τους γονείς των μαθητών καθιερώθηκε να του δίδεται ένας μισθός από την κοινότητα, ώστε να μπορούν να φοιτούν τα παιδιά είτε δωρεάν είτε με μικρό αντίτιμο. Το σχολείο αποκαλείται «κοινοτικό» και στεγάζεται σε κάποια δημόσια αίθουσα χτισμένη στο προαύλιο του ναού ή στο νάρθηκα της εκκλησίας. Το κοινό σχολείο συνήθως ήταν διτάξιο ή τριτάξιο και η φοίτηση των μαθητών δεν ήταν τακτική.
Εκτός από τα εκκλησιαστικά βιβλία, από τα μέσα του 17ου αιώνα χρησιμοποιούσαν τη λεγόμενη «Φυλλάδα», ένα έντυπο βιβλιαράκι αποκλειστικά για σχολική χρήση που είχε εκδοθεί το 1641 στη Βενετία με τίτλο «Χρήσιμος Παιδαγωγία» και περιλάμβανε αλφαβητάριο ελληνικό και λατινικό, προσευχές, το Πιστεύω, τις Δέκα Εντολές, Ψαλμούς και διάφορα εκκλησιαστικά κείμενα. Η Παιδαγωγία επανεκδόθηκε πολλές φορές και είχε πολύ μεγάλη ζήτηση. Τις πρώτες δεκαετίες του 18ου αιώνα από τα 3.000 αντίτυπα ελληνικών βιβλίων που πουλήθηκαν στον ελληνικό χώρο το 45% ήταν παραγγελίες της Παιδαγωγίας, γεγονός που δείχνει την απήχηση που είχε.
Κατά το 18ο αιώνα εμφανίστηκαν και άλλα σχολικά βιβλία σε πιο απλή γλώσσα, όπως το «Μέγα Αλφαβητάριο» του Μιχαήλ Παπαγεωργίου (1771), η «Ποικίλη Διδασκαλία» (Βιέννη, 1803), το «Αλφαβητάριον» (Πατριαρχείο, 1810) κλπ.
 


2) Το Σχολείο των ελληνικών γραμμάτων ήταν μέσης βαθμίδας. Πρόσφερε γνώσεις αρχαίας ελληνικής γραμματείας και γλώσσας (γραμματική, συντακτικό). Σε ορισμένα σχολεία υπήρχαν δύο κύκλοι σπουδών και στον ανώτερο διδάσκονταν στοιχεία φιλοσοφίας, μαθηματικών και επιστημών, όπως φυσικής και ιατρικής. Τα σχολεία αυτά έχουν διάφορα ονόματα, όπως: Ελληνικόν Σχολείον, Ελληνική Σχολή, Ελληνομουσείον, Γυμνάσιον, Λύκειον, Φροντιστήριον, Ακαδημία, Πανδιδακτήριον κ.ά.
Τα σχολεία των ελληνικών γραμμάτων εμφανίζονται από τα μέσα του 17ου αιώνα και στηρίζονται συνήθως σε χορηγίες πλούσιων εμπόρων ή ηγεμόνων. Πρώτες τέτοιες σχολές ήταν: η Πατριαρχική Σχολή Κωνσταντινούπολης και οι σχολές στη Χίο, στα Ιωάννινα, στα Άγραφα, στο Βουκουρέστι, στο Ιάσιο, στην Πάτμο, η Αθωνιάδα κ.ά.

Οι κλέφτες

Παράλληλα, η καταπίεση και η φτώχια εξακολουθούσαν να υπάρχουν. Πολλοί καρτερούσαν κάθε χρόνο να ’ρθει η άνοιξη. Αποχαιρετούσαν τις οικογένειές τους, έπαιρναν τα τουφέκια τους κι έβγαιναν λεύτεροι κλέφτες πάνω στα βουνά και άρχιζαν τις επιδρομές στα τσιφλίκια των αγάδων και στα τουρκοχώρια. Οι κλέφτες αγαπήθηκαν από τους υπόδουλους Έλληνες. Γιατί οι υπόδουλοι έβλεπαν σ’ αυτούς το πνεύμα της αντίστασης στον κατακτητή και της εκδίκησης για όσα δεινά υπέφεραν. Γι’ αυτό και τραγούδησαν τα κατορθώματά τους, τα βάσανα και τους καημούς τους.




Παιδιά, σα θέτε λεβεντιά και κλέφτες να γενήτε,
εμένα να ρωτήσετε να σας ομολογήσω
της κλεφτουριάς τα βάσανα και των κλεφτών τα ντέρτια.
Μαύρη ζωή που κάνουμε εμείς οι μαύροι κλέφτες!
Ποτέ μας δεν αλλάζουμε και δεν ασπροφορούμε.
Ολημερίς στον πόλεμο, τη νύχτα καραούλι.

Εκεί, πάνω στα βουνά, στα κλέφτικα λημέρια, άναψε η πρώτη σπίθα της λευτεριάς. Η λεβεντιά και η περηφάνια αυτών των αγωνιστών ζέσταινε τις καρδιές των υπόδουλων. Όσο οι κλέφτες χτυπούσαν τους Οθωμανούς, τόσο ο λαός αναθάρρευε. Και οι σκλάβοι δεν ήθελαν πια να είναι σκλάβοι.


Ο Ρήγας

Ως τα μέσα του 18ου αιώνα στη διδασκαλία κυριαρχεί η αριστοτελική αντίληψη, δεν διδάσκονται οι θετικές επιστήμες ούτε οι νεώτερες φιλοσοφικές απόψεις. Μεμονωμένες περιπτώσεις διδασκάλων, που τολμούν να αμφισβητήσουν την καθιερωμένη αντίληψη, όπως οι: Μεθόδιος Ανθρακίτης, Βικέντιος Δαμωδός, Νικόλαος Ζερζούλης, καταδικάζονται και τα βιβλία τους καίγονται!


 
Μεθόδιος Ανθρακίτης και Νικόλαος Ζερζούλης

Όμως, μετά τα μέσα του 18ου αιώνα εισάγονται νεωτερισμοί. Πρωτοπόροι είναι οι:
Ευγένιος Βούλγαρης (Αθωνιάδα 1753-59): διδάσκει φυσική, αριθμητική, γεωμετρία, κοσμογραφία,
Ιώσηπος Μοισιόδαξ, μαθητής του Βούλγαρη: εισάγει τη διδασκαλία της κοινής ελληνικής γλώσσας και
Δημήτριος Καταρτζής: καθιερώνει τη διδασκαλία στην κοινή γλώσσα.


 
Ευγένιος Βούλγαρης -  Ρήγας Φεραίος

Το 1789 ξεσπά η Γαλλική Επανάσταση, που όπως λέει ο Κολοκοτρώνης «άνοιξε τα μάτια του κόσμου». Ο αγώνας των Γάλλων για ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη συγκινεί τους καταπιεσμένους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στον ελλαδικό χώρο, τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης μεταφέρουν φωτισμένοι δάσκαλοι, οι εκπρόσωποι του νεοελληνικού διαφωτισμού. Έχουν στόχο να αφυπνίσουν τους Έλληνες και να προετοιμάσουν ιδεολογικά τον αγώνα για ανεξαρτησία.



Κορυφαίος εκφραστής της προσπάθειας αυτής είναι ο Ρήγας Βελεστινλής ή Φεραίος. Ο Ρήγας συλλαμβάνει το σχέδιο να ξεσηκώσει όλους τους λαούς της Βαλκανικής ενάντια στον Οθωμανό δυνάστη. Εκδίδει βιβλία, τυπώνει την περίφημη Χάρτα με τις αρχαίες ελληνικές πόλεις, γράφει τον Θούριο και προετοιμάζει επαναστατικό κίνημα. Έχει έτοιμο το σχέδιο του πολιτεύματος του νέου κράτους ισονομίας που οραματίζεται, ακόμα και τη σημαία του.



Το 1797 αποφασίζει να κατέβει στην Ελλάδα για να προετοιμάσει την Επανάσταση. Όμως συλλαμβάνεται από τους Αυστριακούς στην Τεργέστη και παραδίδεται στον πασά του Βελιγραδίου. Μετά από βασανιστήρια σαράντα ημερών, στραγγαλίζεται και το σώμα του ρίχνεται στο Δούναβη. Όμως ο σπόρος που έριξε, δεν πήγε χαμένος. Οι ιδέες του για τα «Δίκαια του Ανθρώπου» μένουν ζωντανές. Και ο Θούριός του συναρπάζει τις ψυχές των καταπιεσμένων.

Ο νεοελληνικός διαφωτισμός

Από τις αρχές του 19ου αιώνα, με την υποστήριξη του Κοραή,
ξεκινά μια νέα περίοδος ανανέωσης 
της εκπαίδευσης των Ελλήνων, που συνδέεται 
με το όραμα της αναγέννησης της Ελλάδας
και της απελευθέρωσης.
Το όραμα αυτό διαχέεται σε όλα τα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, μιας και λίγο ή πολύ όλοι έχουν πλέον πρόσβαση στη βασική εκπαίδευση. Έρχονται σε επαφή με λογίους δασκάλους, φορείς του διαφωτισμού, με κείμενα του Ρήγα, με φυλλάδια, εφημερίδες και έντυπα εθνικού χαρακτήρα, που οδηγούν στην εθνική αυτογνωσία του Ελληνισμού, που αντιλαμβάνεται πως κατάγεται από προγόνους με σπουδαίο παρελθόν.


Με τον Κοραή η εκπαίδευση γίνεται εθνική υπόθεση.

Εκδίδονται βιβλία, εκπαιδευτικά αλλά και λαϊκά αναγνώσματα, σοβαρά περιοδικά, όπως ο Λόγιος Ερμής το 1811, που στηρίζουν την προσπάθεια, εφημερίδες και επικρατεί μια εκδοτική και εκπαιδευτική κοσμογονία με την ίδρυση δεκάδων σχολών ελληνικής παιδείας. Κάθε κωμόπολη φιλοδοξεί εκτός από κοινό σχολείο να ιδρύσει και σχολή ελληνικών γραμμάτων, που την ονομάζει ακαδημία, φροντιστήριο, ελληνική σχολή κλπ. Πλούσιοι έμποροι ή πλοιοκτήτες υποστηρίζουν οικονομικά την προσπάθεια καλώντας επιφανείς δασκάλους να ιδρύσουν ή να αναμορφώσουν την παλιά σχολή τους. Επίσης, επαγγελματικές συντεχνίες, φωτισμένοι ιεράρχες και αξιωματούχοι προσφέρουν χρήματα και ακίνητα για τη λειτουργία σχολείων.

Τα είκοσι τελευταία χρόνια πριν από την Επανάσταση
εκδόθηκαν 1373 τίτλοι βιβλίων!

 
Ο Κων. Κούμας και η "Φυσική" του 
για τους μαθητές του Φιλολογικού Γυμνασίου Σμύρνης  

Παρατηρείται μια πραγματική αναγέννηση της Παιδείας. Σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης εκδίδονται χιλιάδες ελληνικά βιβλία με περιεχόμενο θρησκευτικό, φιλολογικό, λογοτεχνικό, επιστημονικό. Στον τουρκοκρατούμενο ελληνικό χώρο δημιουργούνται ακόμη περισσότερες σχολές, στις οποίες εκτός από τα κοινά γράμματα (γραφή, ανάγνωση, αριθμητική), διδάσκονταν η Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραμματική, οι φυσικές επιστήμες, τα μαθηματικά και η φιλοσοφία. Είναι εφοδιασμένες με πειραματικά όργανα και οι καθηγητές εκτελούν πειράματα Φυσικής και Χημείας, τα οποία εκτός από τους μαθητές παρακολουθούν και πολλοί κάτοικοι των πόλεων. Επίσης, διαθέτουν πλούσιες βιβλιοθήκες.


 

Τα γράμματα, που παλιότερα ήταν προνόμιο των ολίγων, γίνονται τώρα ανάγκη και επιδίωξη των πολλών. Δημιουργούνται έτσι οι προϋποθέσεις για την κατοπινή ανάσταση του Γένους.

Η Φιλική Εταιρεία 

Ο όρκος των φιλικών

Καρπός αυτής της εκπαιδευτικής αναγέννησης, που αποκλήθηκε νεοελληνικός διαφωτισμός, υπήρξε η ίδρυση διαφόρων φιλεκπαιδευτικών εταιρειών με σκοπό να προσφέρουν υποτροφίες σε φιλομαθείς νέους ή να ενισχύσουν σχολεία με αποστολή βιβλίων και εκπαιδευτικού υλικού. Οι Έλληνες νιώθουν ότι χρειάζεται να οργανωθούν. Νιώθουν ότι χρειάζεται να συντονίσουν τις ενέργειές τους για να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό.
Τέτοιες εταιρείες ήταν:
το Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο στο Παρίσι (1809),
η Φιλολογική Εταιρεία στο Βουκουρέστι (1811),
η Φιλόμουσος Εταιρεία στην Αθήνα (1813) με παράρτημα στη Βιέννη (1814) κ.ά.
Όμως, εκτός από εκπαιδευτικό οι εταιρείες αυτές έχουν και πολιτικό χαρακτήρα, αφού μέσω της μόρφωσης στοχεύουν στην αφύπνιση του ραγιά και στην οργάνωση του ελληνισμού με σκοπό την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού.



Η σημαντικότερη και μακροβιότερη από τις εταιρείες αυτές υπήρξε η Φιλική Εταιρεία. Ιδρυτές της ήταν τρεις απλοί πατριώτες. Το 1814, στην Οδησσό της Ρωσίας, ο Νικόλαος Σκουφάς από την Άρτα, ο Αθανάσιος Τσακάλωφ από τα Γιάννενα και ο Εμμανουήλ Ξάνθος από την Πάτμο, ίδρυσαν την «Εταιρεία των Φιλικών», όπως την αποκαλούσαν, μια μυστική οργάνωση που είχε σκοπό να οδηγήσει τους Έλληνες στην Επανάσταση.
Το λάβαρο των Φιλικών
Η Φιλική Εταιρεία με ένα σύστημα συνωμοτικό, εμπνευσμένο από άλλες μυστικές εταιρείες της εποχής, επεκτείνεται σταδιακά σε όλες τις περιοχές της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, και πετυχαίνει ως το 1820 να έχει γράψει ως μέλη της όλους τους επιφανείς Έλληνες κάθε τόπου, κάνοντάς τους κοινωνούς της μεγάλης ιδέας ότι η απελευθέρωση είναι δυνατή και ότι μπορούν να την πετύχουν αν στηριχτούν στις δικές τους δυνάμεις. Η ταφόπετρα που σκέπαζε τον Ελληνισμό για αιώνες έχει αρχίσει να κουνιέται.

Το ξεκίνημα του αγώνα στη Βλαχία

Το 1820 το πλήθος των μελών της Φιλικής είναι αρκετά μεγάλο, ώστε η ηγεσία της αποφασίζει να προχωρήσει στην επιλογή ενός αρχηγού, για το συντονισμό της εξέγερσης. Μετά την άρνηση του Καποδίστρια, τον Απρίλιο του 1820 επιλέγεται ο Αλέξανδρος Υψηλάντης. Αποφασίζεται η δημιουργία της «Εθνικής Κάσας», δηλαδή ταμείου για τη χρηματοδότηση του αγώνα.
Τον Οκτώβριο του 1820 συγκαλείται σύσκεψη των ανωτέρων στελεχών της Φιλικής στην πόλη Ισμαήλιο της σημερινής Μολδαβίας. Εκεί καταστρώνεται το επιχειρησιακό σχέδιο της επανάστασης:
1. Αποφασίζεται η άμεση έναρξη της επανάστασης.
2. Ως τόπος έναρξης και κέντρο του αγώνα ορίζεται η Πελοπόννησος, με μετάβαση του Υψηλάντη στη Μάνη.
3. Ως ενέργειες αντιπερισπασμού θα ήταν εξεγέρσεις στη Μολδαβία και Βλαχία.
4. Λαϊκή εξέγερση στην Κωνσταντινούπολη με στόχο την πυρπόληση του στόλου και τη σύλληψη του Σουλτάνου.
5. Άμεση αναχώρηση μελών της Εταιρείας σε διάφορα μέρη για την προετοιμασία του αγώνα: υλική, ηθική, προπαγανδιστική.
6. Αναζήτηση συμμαχιών με τη Σερβία και τη Ρωσία, χωρίς όμως να χαθεί η αυτοδυναμία της εξέγερσης. Στην προκήρυξη αναφέρεται επιγραμματικά:

Αδελφοί ομογενείς!
Έχετε πάντοτε προ οφθαλμών,
ότι ποτέ ξένος δεν βοηθεί ξένον χωρίς μεγαλώτατα κέρδη!

Ο Αλέξ. Υψηλάντης

Το σχέδιο αυτό δεν εφαρμόστηκε ακριβώς όπως είχε προγραμματιστεί αλλά ήταν το σχέδιο που οδήγησε στο μεγάλο ξεσηκωμό του 1821 και έφερε την απελευθέρωση.

Παιδιά, για μεταλάβετε, για ξεμολογηθείτε.
Δεν είν’ ο περσινός καιρός κι ο φετινός χειμώνας.
Μας ήρθε η άνοιξη πικρή, το καλοκαίρι μαύρο
γιατί σηκώθη πόλεμος και πολεμάν τους Τούρκους.
Να διώξουμ’ όλη την Τουρκιά ή να χαθούμε όλοι.

Η παλιότερη, μα και η σύγχρονη ιστορία ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια των Ελλήνων. Σύμφωνα με το σχέδιο της Φιλικής Εταιρείας η φωτιά της Επανάστασης ανάβει πρώτα στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη το Φεβρουάριο του 1821. Με την επαναστατική του προκήρυξη «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος» ξεσηκώνει το λαό. Τετρακόσιοι πενήντα σπουδαστές από τις Ελληνικές Παροικίες συγκροτούν τον Ιερό Λόχο. Ο ηρωικός τους αγώνας στο Δραγατσάνι έγινε σύμβολο θυσίας στις καρδιές των ανθρώπων.

Η πορεία του αγώνα

Στον Ελλαδικό χώρο, οι συνθήκες ήταν πιο ευνοϊκές για να πετύχει η επαναστατική προσπάθεια. Έτσι τα φλογερά κηρύγματα του Παπαφλέσσα, που διέσχισε απ’ άκρη σ’ άκρη την Πελοπόννησο και φλόγισε τις καρδιές των απλών ανθρώπων, αλλά και η δράση του Κολοκοτρώνη, του Αναγνωσταρά και άλλων απέδωσε καρπούς. Ως ημέρα έναρξης του αγώνα είχε ορισθεί η 25η Μαρτίου 1821. Οι Τούρκοι, όμως, είχαν αρχίσει να υποψιάζονται και να παίρνουν μέτρα. Λίγες μέρες νωρίτερα, λοιπόν, η Επανάσταση ξεσπά ορμητικά. Πρώτα στη Μάνη και στα Καλάβρυτα.
Στις 23 Μαρτίου 1821 ελευθερώνεται η Καλαμάτα.
Συγκροτείται η Μεσσηνιακή Γερουσία,
η οποία με την "Προειδοποίηση εις τας Ευρωπαϊκάς Αυλάς"
αναγγέλλει την έναρξη του αγώνα.
Στις 23 Μαρτίου απελευθερώνεται η Καλαμάτα, όπου συγκροτείται η Μεσσηνιακή Γερουσία, το πρώτο διοικητικό όργανο των επαναστατημένων Ελλήνων με επικεφαλής τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη.
Η Γερουσία συντάσσει και στέλνει την ιστορική «Προειδοποίηση εις τας Ευρωπαϊκάς Αυλάς», δηλαδή την προκήρυξη ανεξαρτησίας προς τις ευρωπαϊκές χώρες, το πρωτότυπο κείμενο της οποίας σώζεται στα αρχεία του Foreign Office (βρετανικού υπουργείου εξωτερικών). Με θάρρος γνωστοποιούν ότι ξεσηκώθηκαν για την ελευθερία τους και διατυπώνεται η μεγάλη απόφαση:
«Εν ενί λόγω απεφασίσαμεν, 
ή να ελευθερωθώμεν, ή να αποθάνωμεν».

Οι επαναστατημένοι ραγιάδες έχουν πλήρη επίγνωση του τι στοχεύουν από την πρώτη κιόλας ενέργεια. Το ανακοινώνουν ξεκάθαρα στην πρώτη τους διακήρυξη:
«Να αναστήσωμεν το τεταλαιπωρημένον Ελληνικόν γένος μας».

Και απαιτούν βοήθεια από τις ξένες δυνάμεις ως αντίδωρο των φώτων που τους έδωσε η αρχαία Ελλάδα, δείχνοντας πως είχαν ιστορική γνώση:
«Δικαίω τω λόγω η μήτηρ μας Ελλάς, 
εκ της οποίας και υμείς εφωτίσθητε,
απαιτεί ως εν τάχει την φιλάνθρωπον συνδρομήν σας».

Οι προσπάθειες δεκαετιών να φωτιστούν οι σκλαβωμένοι ραγιάδες και να ανασυνδέσουν το κομμένο νήμα με το αρχαίο παρελθόν έχουν πιάσει τόπο. Το κείμενο της ιστορικής αυτής πρώτης διακήρυξης δικαιώνει τις προσπάθειες των εκατοντάδων δασκάλων, οι οποίοι πάσχιζαν με μύριες δυσκολίες, συχνά διωκόμενοι από οπισθοδρομικούς συντοπίτες τους, να φωτίσουν το γένος.


Η πρώτη εφημερίδα "Σάλπιγξ Ελληνική"

Ακολουθούν το Αίγιο, η Πάτρα, τα Καλάβρυτα και οι υπόλοιπες περιοχές της Πελοποννήσου και της Στερεάς. Οι Τούρκοι κλείνονται στα κάστρα.
«Ο κόσμος μας έλεγε τρελούς», σημειώνει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. «Και πραγματικά φαντάζαμε για τρελοί στους «λογικούς» Ευρωπαίους γιατί δεν είχαμε πολεμοφόδια, δεν είχαμε ιππικό, δεν είχαμε πυροβολικό. Είχαμε όμως κάτι που δεν υπολόγιζαν οι αντίπαλοί μας: τη σιγουριά ότι ο αγώνας μας είναι δίκαιος. Γιατί παλεύαμε για λευτεριά και ανεξαρτησία».
Η Ελληνική Επανάσταση διήρκεσε συνολικά εννέα χρόνια. Από το Φεβρουάριο του 1821 που την κήρυξε ο Υψηλάντης, μέχρι το Φεβρουάριο του 1830 που υπογράφηκε το Πρωτόκολλο του Λονδίνου με το οποίο αναγνωρίστηκε ανεξάρτητο Ελληνικό κράτος. Στη διάρκεια αυτών των χρόνων η Επανάσταση παρουσίασε πολλές διακυμάνσεις στην εξέλιξή της. Αναδείχθηκαν ηρωικές φυσιογνωμίες και σημειώθηκαν συγκλονιστικά πολεμικά επεισόδια.
Δυστυχώς, όμως, στη διάρκεια του αγώνα, οι Έλληνες διχάστηκαν. Έτσι, το 1824 ξέσπασαν δύο δραματικοί Εμφύλιοι Πόλεμοι που λίγο έλειψε να οδηγήσουν την Επανάσταση σε αποτυχία. Αιτία ήταν οι αντιδικίες ανάμεσα στους Έλληνες για το ποιος θα πάρει την εξουσία μετά το διώξιμο του ξένου δυνάστη. Αποτέλεσμα να χυθεί αδελφικό αίμα. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος δολοφονείται. Ο Κολοκοτρώνης φυλακίζεται στις φυλακές του Ναυπλίου, ενώ οι Τούρκοι ανακαταλαμβάνουν τις περιοχές που οι Έλληνες είχαν απελευθερώσει με θυσίες και με αίμα.
Η μόνη περιοχή που κρατά και αντιστέκεται είναι το Μεσολόγγι. Μια χούφτα Μεσολογγίτες απέναντι σε 45.000 τουρκοαιγυπτιακό στρατό, που τους πολιορκεί. Μια αντίσταση εκπληκτική, που συγκλόνισε και τους Έλληνες, μα και την Ευρώπη ολόκληρη. Οι Μεσολογγίτες άντεξαν έναν ολόκληρο χρόνο. Στις 10 Απριλίου 1826 αποφάσισαν να κάνουν έξοδο. Αυτή η εκπληκτική όσο και τραγική Έξοδος συγκλόνισε το Πανελλήνιο και δίκαια θεωρήθηκε ως η πιο τολμηρή και γενναία στρατιωτική επιχείρηση της Επανάστασης.


 
Οι θυσίες στο Μεσολόγγι και στο Μανιάκι δεν πήγαν χαμένες

Μετά την πτώση του Μεσολογγίου, οι Έλληνες συνειδητοποιούν ότι, μόνο αν παραμερίσουν τη διχόνοια και ενωθούν, υπάρχει ελπίδα να κερδίσουν τον αγώνα. Έτσι, ο Κολοκοτρώνης αποφυλακίζεται κι αναλαμβάνει να ξαναζωντανέψει την Επανάσταση στην Πελοπόννησο. Ο υπεράνθρωπος αγώνας των Μεσολογγιτών έβαλε πάλι στους Έλληνες φωτιά.
Στο Μανιάκι ο Παπαφλέσσας αποδεικνύει, με τη θυσία του, πως η επαναστατική του «τρέλα» δεν ήταν μόνο λόγια. Στη Μάνη για πρώτη φορά αναχαιτίζεται ο Ιμπραήμ, στις μάχες της Βέργας και του Διρού. Στη Στερεά, ηγέτης αναδεικνύεται ο Καραϊσκάκης.
Τον Οκτώβρη του 1827, ο στόλος των Άγγλων, των Γάλλων και Ρώσων καταστρέφει τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο στη ναυμαχία του Ναβαρίνου.




Η δημιουργία του ελληνικού κράτους

Το 1830, έπειτα από διαπραγματεύσεις χρόνων, δημιουργείται το πρώτο ανεξάρτητο Ελληνικό Κράτος της νεώτερης εποχής. Περιλάμβανε μόνο την Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα, τις Κυκλάδες, την Εύβοια και τις Βόρειες Σποράδες. Χρειάστηκε πάνω από ένας αιώνας πολεμικών και διπλωματικών προσπαθειών, για να αποκτήσει τα σημερινά του σύνορα.
Το 1864 έγινε η ένωση της Επτανήσου.
Το 1881 έγινε η προσάρτηση της Θεσσαλίας και του νομού Άρτας της Ηπείρου.
Το 1912-13 ελευθερώθηκαν η Ήπειρος, η Μακεδονία, η Κρήτη και τα νησιά του Βόρειου Αιγαίου.
Το 1919 πραγματοποιήθηκε προσωρινά το όραμα της Μεγάλης Ιδέας με την προσάρτηση της Ανατολικής Θράκης, της Ίμβρου, της Τενέδου και της περιφέρειας Σμύρνης στη Δυτική Μικρασία, όνειρο που κατέρρευσε το Σεπτέμβριο του 1922 με την μικρασιατική καταστροφή.
Το 1920 ενώθηκε η Δυτική Θράκη.
Το 1947, μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώθηκαν τα Δωδεκάνησα με την υπόλοιπη Ελλάδα.
Το 1960 η Κύπρος απέκτησε την ανεξαρτησία της.


Σήμερα, που οι ισχυροί της γης αμφισβητούν ανοιχτά το δικαίωμα των λαών για αυτοδιάθεση, δεν μπορούμε να αδιαφορούμε για την ιστορία.
Ο Αγώνας του Εικοσιένα για Ελευθερία και Εθνική Ανεξαρτησία δεν είναι μια υπόθεση που έληξε. Είναι μια πορεία που συνεχίζεται και αφορά τον καθένα μας.
Οι στοχασμοί του Μακρυγιάννη προβάλλουν σήμερα εξίσου επίκαιροι, όσο τότε:

Τούτη την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί.
Και σοφοί κι αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί
και πολιτικοί και στρατιωτικοί 
και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι…
Το λοιπόν δουλέψαμε όλοι μαζί. 
Να την φυλάμε κι όλοι μαζί.
Και να μην λέγει ούτε ο δυνατός «εγώ», ούτε ο αδύνατος.
Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς «εγώ»; 
Όταν αγωνισθεί μόνος του…
Όταν όμως αγωνίζονται πολλοί, τότε να λένε «εμείς».
Είμαστε εις το «εμείς» και όχι εις το «εγώ».

Θεόδωρος Γρ. Μπελίτσος

Σημείωση: Το άρθρο βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό σε υλικό και σε κείμενα της σχολικής εορτής της 25ης Μαρτίου 2009 του Ομηρείου 2ου Γυμνασίου Ν. Σμύρνης, τα οποία συγκεντρώθηκαν και συντάχτηκαν έπειτα από κοινή προσπάθεια του γράφοντος και της καθηγήτριας φιλολόγου κ. Μαρίας Δανιήλ.

Βιβλιογραφία:
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών (τόμοι Ι΄ και ΙΑ΄).
Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000, Ελληνικά Γράμματα – εφ. Τα Νέα (τόμ. 2 και 3).
Σκαρβέλη-Νικολοπούλου Αγγελική, «Μαθηματάρια των Ελληνικών Σχολείων κατά την Τουρκοκρατία», Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, 1994.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου