Άγνωστος
μεταξύ αγνώστων αγνάντευα το πέλαγο. «Επαρχιώτης στην Ομόνοια», έλεγε ο
Διονύσης. Κάπως έτσι κι εγώ, ήμουν ένας Αθηναίος «επαρχιώτης» που είχε ανεβεί στο Λευκό Πύργο και κοιτούσε τη θάλασσα.
Σουρούπωνε
στον Θερμαϊκό και το νερό έπαιζε με το φως του δειλινού. Οι όμορφες εικόνες
χάιδευαν απαλά την αναστατωμένη μου ύπαρξη.
«Με
καλοδέχθηκε η φτωχομάνα», σκέφτηκα.