Βαρβάρα Βαγιάκου-Βλαχοπούλου
«Διαδρομές στην Μύρινα 1940-1960»
(Περπατώ-Θυμάμαι-Νοσταλγώ)
Ιστορικό οδοιπορικό, σελ. 216.
Εκδόσεις Λύχνος, 2022.
«Η πραγματική
μας πατρίδα είναι η παιδική μας ηλικία» έγραψε ο Γάλλος φιλόσοφος του 20ού
αιώνα και συγγραφέας Ρολάν Μπαρτ· «Κατάγομαι από τα παιδικά μου χρόνια», έλεγε
ο προπολεμικός ποιητής Γιώργος Σαραντάρης. Αυτή η μοναδική πατρίδα, που έχει
οριστικά χαθεί, αποτελεί το πιο ασφαλές καταφύγιο για την ανεμοδαρμένη ψυχή κάθε
ανθρώπου. Μια πατρίδα γοητευτική, γιατί είχε απέραντους και άγνωστους ορίζοντες.
Μια πατρίδα με τα γόνατα μονίμως γρατζουνισμένα, τα κεφάλια των αγοριών κουρεμένα
γουλί, τα ‘‘θέλω’’ των κοριτσιών μισοκρυμένα πίσω από τα ‘‘πρέπει’’ της
κοινωνίας, μα τα χαμόγελα πλατιά κι ας ήταν λειψά τα δόντια. Μια πατρίδα που οι
σκανταλιές παραβίαζαν μονίμως τα ‘‘μη’’ των γονιών και των δασκάλων. Μια
πατρίδα που βιαζόμασταν να την αφήσουμε πίσω και να πετάξουμε μακριά της. Και τώρα
που τα φτερά κουράστηκαν να πετούν και λυγίζουν, την αναζητάμε ξανά κι ας μην
υπάρχει.
«Μου πήρε μια
ολόκληρη ζωή να μάθω να ζωγραφίζω σαν παιδί», έλεγε ο μεγάλος ζωγράφος Πάμπλο
Πικάσο. Μας πήρε μια ολόκληρη ζωή για να συνειδητοποιήσουμε πως αυτή η πατρίδα
που έχει χαθεί ανεπιστρεπτί, ήταν ό,τι καλύτερο συνέβη στη ζωή μας. Το μόνο που
απόμεινε από αυτήν είναι κάποιες φωτογραφίες και κάποια όμορφα κείμενα που την
αναπλάθουν και την ξαναφέρνουν στη μνήμη.
Σε αυτή την
αθώα πατρίδα της παιδικής και της εφηβικής ηλικίας βυθίστηκε για άλλη μια φορά
η λημνιά πεζογράφος Βαρβάρα Βαγιάκου-Βλαχοπούλου και μας την προσφέρει στον
καλαίσθητο τόμο «Διαδρομές στην Μύρινα 1940-1960». Μέσα από ένα οδοιπορικό στον
τόπο και στο χρόνο, με εξαιρετικά κείμενα και αυθεντικές φωτογραφίες, αναπολεί
τον χαμένο παράδεισο της νιότης και μας ξεναγεί στη Μύρινα (τότε Κάστρο) των πρώτων
μεταπολεμικών χρόνων, μέχρι τότε που έφυγε από τη Λήμνο κι «ένα αγκίστρι
καρφώθηκε μόνιμα στο λαιμό της», όπως γράφει.