Πέμπτη 17 Αυγούστου 2017

Ένα παγωτό ξυλάκι




Έκλεισε την πόρτα του διαμερίσματος. Μαζί έκλεισε και τ’ αυτιά της, να μην ακούει το σπαραχτικό κλάμα της Φωτεινούλας. Μάταια η γιαγιά της μικρής προσπαθούσε να την ηρεμήσει. Το κοριτσάκι έκλαιγε με σπασμούς φωνάζοντας τη μαμά του. Μπήκε στο ασανσέρ δακρυσμένη. Οι φωνές της μικρής κορούλας της, μυτερά καρφιά στο στήθος της. Και τι να κάνει; Ήδη είχε καθυστερήσει. Αν έχανε το τραμ, όπως είχαν αραιώσει τα δρομολόγια λόγω καλοκαιριού, δεν θα προλάβαινε να είναι στην ώρα της στο μαγαζί. Εποχιακή ήταν, για τους καλοκαιρινούς μήνες, σε παραλιακό καφέ, από Ιούνιο ως Σεπτέμβριο. Έπειτα από οκτώ μήνες ανεργίας, δεν την έπαιρνε να χάσει τη δουλειά. Έλπιζε μήπως την κρατήσουν και το χειμώνα, έστω για λίγα μεροκάματα το μήνα, τα σαββατοκύριακα και τις γιορτές.

Τετάρτη 2 Αυγούστου 2017

Ες αύριον τα σπουδαία!





Βραδιά πρώτη.

Είχε μπει ο Αύγουστος κι ακόμα δεν είχε σχεδιάσει τίποτε. Την Παρασκευή ξεκινούσε η άδειά της αλλά δεν είχε προγραμματίσει κάτι, κάποιο ταξίδι να ξεφύγει από τη μεγαλούπολη. Ούτε για παρέα είχε ψάξει. Έτσι κι αλλιώς συνήθως μόνη της έκανε διακοπές. Διάλεγε ένα νησί στο χάρτη, έκλεινε ένα δωμάτιο και ξεκινούσε. Παρέα πάντα έβρισκε εκεί που πήγαινε. Αφαιρέθηκε για λίγο. Έπιασε τον εαυτό της να αναπολεί παλιότερες καλοκαιρινές γνωριμίες. Έρωτες της μιας νύχτας ή της μιας εβδομάδας. Κάποιοι είχαν συνεχιστεί για λίγο διάστημα στο φέισμπουκ, ώσπου έσβησαν. Ένα λάικ, πού και πού, της θύμιζε ένα αγόρι, μια παραλία, ένα καλοκαίρι. Με τα χρόνια δεν θυμόταν πια ούτε ποιο καλοκαίρι ήταν, ούτε ποια παραλία, καμιά φορά ούτε ποιο αγόρι.