Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2025

Γεώργιος Σωτηρίου, ο ελληνιστής Δ/ντής της Ευαγγελικής

Ο Γεώργιος Σωτηρίου


Η συγγενική του σχέση με την Άλκη Ζέη και τη Διδώ Σωτηρίου

Συνεχίζοντας τη διερεύνηση της βιωτής λησμονημένων προσωπικοτήτων, τα ονόματα των οποίων έχουν οι δρόμοι της συνοικίας μου, δοκίμασα μια απρόσμενη έκπληξη. Αναζητώντας στοιχεία για τον φιλόλογο και Δ/ντή της Ευαγγελικής Σχολής στη Σμύρνη, Γεώργιο Σωτηρίου, ανακάλυψα πως ήταν ο αγαπημένος παππούς της Άλκης Ζέη και ο πεθερός της Διδώς Σωτηρίου!

Ο Γεώργιος Σωτηρίου καταγόταν από τον Μαραθόκαμπο της Σάμου και σύμφωνα με επιτόπιες πηγές το αρχικό όνομα της οικογένειας ήταν Διαμαντίδης. Υπήρξε ο μακροβιότερος μη κληρικός Διευθυντής της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης, από το 1892 ως το 1910. Γράφει χαρακτηριστικά ο μαθητής του και συγγραφέας Σωκράτης Προκοπίου στο πολύστιχο στιχούργημα «Σεργιάνι … στην παλιά Σμύρνη» (Π 11-12):

Ως καπετάνιος της Σχολής σε λίγο συμπληρώνει 

είκοσι χρόνια, που κρατά στα χέρια το τιμόνι

Ο ίδιος τον περιγράφει ως ψηλό, ξανθό, με μαύρο σκληρό καπέλο (πομπέ) και ρεντιγκότα. 


Στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης (1892-1910)

Η γυμνασιαρχία του συνδέθηκε με την πιο δημιουργική και ακμαία περίοδο της Ευαγγελικής Σχολής καθώς συνετέλεσε τα μέγιστα στην αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Κατά τον παλιό καθηγητή της Ευαγγελικής και ιστορικό Αθανάσιο Φραγκούλη υπήρξε:

«Σοφός ελληνιστής με πλήρη εγκυκλοπαιδική και φιλοσοφική μόρφωση. Επί της εποχής του η διδασκαλία βελτιώνεται κατά την ποιότητα της. Οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς διδάσκονται αρτιότερα και πληρέστερα, το πρόγραμμα των μαθημάτων συμπληρώνεται, εισάγεται η διδασκαλία της μηχανικής και εξοπλίζεται το σχολείο με εποπτικά μέσα και όργανα για την εποπτική διδασκαλία των νεότερων κατακτήσεων της επιστήμης».

Παραθέτω τα πιο σημαντικά ζητήματα που προώθησε κατά τη διάρκεια της θητείας του.

Εξόπλισε με σύγχρονα όργανα Φυσικής, Χημείας και Αστρονομίας το «Φυσιολογικόν», δηλαδή το εργαστήριο φυσικών επιστημών καθώς και με εκθέματα φυσικής ιστορίας (ορυκτά, αποξηραμένα σπάνια φυτά, ταριχευμένα ζώα, δέρματα κλπ) προερχόμενα κυρίως από δωρεές μεταναστών στην Αφρική. Ίδρυσε ξεχωριστό σχολείο γλωσσών (γαλλικής, αγγλικής, γερμανικής, τουρκικής), νυχτερινή Σχολή Καταστιχογραφίας και αναβάθμισε την διδασκαλία των Μαθηματικών, μετατρέποντας την Ευαγγελική σε πολυεπίπεδο εκπαιδευτικό ίδρυμα, όπως σχολιάζει χαρακτηριστικά η εφημερίδα Αμάλθεια (φ. 22.4.1896): «Έτσι η Σχολή υπήρξε ανταξία της προσδοκίας της εμπορικής πόλεως της Σμύρνης και των πέριξ αυτής κέντρων».

Το 1894 αντέδρασε με επιτυχία στην απόπειρα της Οθωμανικής κυβέρνησης να περιορίσει τα προνόμια της Σχολής, ζητώντας την παρέμβαση του Βρετανού προξένου, καθώς από την ίδρυσή της η Σχολή λειτουργούσε υπό αγγλική εποπτεία. Γράφει χαρακτηριστικά ο Σωκράτης Προκοπίου:

Και Τούρκος επιθεωρητής δεν έχει αποτολμήσει

μήτε και το κατέφλι τση, που λένε, να πατήση.

Κάποιον, που το επιχείρησε -της Πόλης «Μουφετίς»-

Τον πέταξε έξω ο Κόνσολας, ο Άγγλος, παρευτύς.

Το 1904 εκπροσώπησε τη Σχολή στο Α΄ Πανελλήνιο Εκπαιδευτικό Συνέδριο στην Αθήνα.

Το 1905 έστειλε στο Α΄ Διεθνές Αρχαιολογικό Συνέδριο, εκθέματα από το Μουσείο της Σχολής, σφυρηλατώντας τους δεσμούς με τον εθνικό κορμό.

Διέθεσε το προαύλιο της Ευαγγελικής για τη λειτουργία της Σχολής Γυμναστών του Πανιωνίου υπό τον γυμναστή Σοφοκλή Μάγνη που λειτούργησε από το 1902 περίπου.

Το 1906 συνέστησε ερανική επιτροπή για την ανέγερση νέου διδακτηρίου καθώς ο αριθμός των μαθητών της Σχολής είχε ξεπεράσει τους 1.500 και ασφυκτιούσαν στο παλιό διδακτήριο. Ανέθεσε την προεδρία της επιτροπής στον τραπεζίτη Ιωάννη Πεσμαζόγλου (1857-1906), ο οποίος κατέθεσε άμεσα 500 λίρες «εξ ιδίων» και άλλες 500 «εξ ονόματος της Τραπέζης Αθηνών». Στις 21 Δεκεμβρίου 1909 ο Γ. Σωτηρίου έθεσε τον θεμέλιο λίθο και ξεκίνησαν οι εργασίες αξιοποιώντας και το κληροδότημα της Σοφίας Κιουπετζόγλου. Ακολούθησαν τα πολεμικά γεγονότα και το κτίριο αποπερατώθηκε πολύ αργότερα, το 1922, λίγο πριν από την καταστροφή, πριν προλάβει να μεταφερθεί εκεί η Ευαγγελική. Σήμερα στεγάζει το Λύκειο Namik Kemal της Σμύρνης.

Ιωάννης Πεσμαζόγλου (1857-1906)

 Το 1909 ίδρυσε ανεξάρτητο εμπορικό τμήμα «κατά το πρόγραμμα της εν Μασσαλία Σχολής τοιούτου», έπειτα από προτροπή του μεγαλέμπορου Σίμωνα Κατακουζηνού, ανταποκρινόμενος στις απαιτήσεις των καιρών.

Το 1910, λίγο πριν αποχωρήσει, προώθησε την ίδρυση τριτάξιου Διδασκαλείου για την εκπαίδευση δημοδιδασκάλων, οι οποίοι ήταν περιζήτητοι με το κύρος που είχε το πτυχίο της Σχολής. Την πρωτοβουλία ενίσχυσε και προώθησε η ελληνική κυβέρνηση, προκειμένου να ενισχύσει το εθνικό φρόνημα στις απόμακρες ελληνικές εστίες της καθ’ ημάς Ανατολής καθώς υπήρχε μεγάλη έλλειψη επιμορφωμένων δασκάλων. Το 1910, μόνο στο βιλαέτι της Σμύρνης που περιλάμβανε 49 δήμους και 2.822 χωριά, λειτουργούσαν 403 ελληνικά σχολεία με 1.287 Ρωμιούς δασκάλους και 56.525 μαθητές (Γ. Σκαλιέρης, σελ. 259). Πλήθος αποφοίτων της Σχολής εργάστηκαν αργότερα, μετά το 1922, σε σχολεία του ελληνικού κράτους.

Ως Διευθυντής της Ευαγγελικής Σχολής είχε υπό την ευθύνη και την εποπτεία του τη διεύθυνση του Εμπορικού Τμήματος, του Διδασκαλείου και όλων των Δημοτικών Σχολείων Αρρένων που ήταν παραρτήματά της και λειτουργούσαν σε διάφορες συνοικίες της πόλης. Σε όλα αυτά εκτελούσε χρέη επιθεωρητή. Την περίοδο αυτή η Σχολή αποτέλεσε σημαντικό και αποτελεσματικό ανάχωμα για την αντιμετώπιση της πολιτικής προπαγάνδας και του προσηλυτισμού που ασκούσαν οι πολλές ξένες σχολές που λειτουργούσαν στην πόλη, είτε υπό την διεύθυνση διαφόρων μοναστικών ταγμάτων, καθολικών και προτεσταντών: ιησουίτες, φραγκισκανοί, λαζαριστές, φρέρηδες, καπουτσίνοι, αδελφοί της Σιών, αδελφές του Ελέους, της Αμώμου συλλήψεως του Ιησού, Πρωσική Σχολή διακονισσών είτε από ιδιώτες, όπως οι αγγλικές σχολές Μπαρθ, Μπάρξερ, Μακλάχλαν, το Αμερικάνικο Παρθεναγωγείο, το γαλλικό Σαιντ Αντρέ κ.ά.

Ο Γ. Σωτηρίου είχε ανοιχτό, φιλοπρόοδο μυαλό. Αν και ο ίδιος ήταν αρχαιολάτρης και δίδασκε αρχαία ελληνικά, επέτρεπε στους μαθητές να εκφράζονται ελεύθερα γράφοντας στην δημοτική. Το αποτέλεσμα ήταν να επικρατεί φιλελεύθερο πνεύμα στους χώρους της Σχολής. Υπήρχαν σπουδαστές που αρθρογραφούσαν υπέρ της δημοτικής σε νεανικά ή φιλολογικά περιοδικά. Μάλιστα, υπό την ανοχή του Σωτηρίου, κυκλοφορούσε η χειρόγραφη σατιρική μαθητική εφημεριδούλα «Άλας το Ιωνικόν» από τον Αρίστο Βασταρδή (ψευδώνυμο του Αριστοτέλη Σταυρίτση, μετέπειτα συγγραφέα του έργου «Σμυρναϊκαί Σελίδες»). Η τάση αυτή δεν άρεσε στους σοβαροφανείς κι ακραιφνείς οπαδούς της «καθαρής» γλώσσας και συχνά ξεσπούσαν έντονες αντιπαραθέσεις.

Δημοτικιστές της εποχής αυτής υπήρξαν κάποιοι γνωστοί μετέπειτα γραφιάδες, όπως: Απόστολος Μαγγανάρης, Φαίδων Οικονομίδης, Ευάγγελος Υψηλάντης, Νικόλαος Καραράς, Γιάννης Στογιάννης, Χρήστος Μερίκας, Χρήστος Αγγελομάτης, Μιχ. Κολοναίος. Μαθητές του Γ. Σωτηρίου ήταν επίσης ο λογοτέχνης Στέλιος Σπεράντζας, ο ζωγράφος Γεώργιος Α. Προκοπίου, ο συγγραφέας Σωκράτης Α. Προκοπίου, ο ποιητής Αριστείδης Καραβάς, ο δημοσιογράφος Ανδρέας Καβαφάκης, ο συγγραφέας Αριστοτέλης Σταυρίτσης κ.ά.

1910. Ο Γ. Σωτηρίου με καθηγητές και τελειόφοιτους της Ευαγγελικής

 

Στη Σάμο, η οικογένεια και οι λογοτέχνες απόγονοι

Όπως ανέφερα ο Γ. Σωτηρίου καταγόταν από τον Μαραθόκαμπο, μια ακμαία κωμόπολη της Δυτικής Σάμου, με 3.500 κατοίκους κατά τον 19ο αιώνα. Λογικά εκεί έλαβε την εγκύκλιο παιδεία, καθώς από τα μέσα του 19ου αιώνα ο Μαραθόκαμπος διέθετε πρωτοβάθμιο και δευτεροβάθμιο (Ελληνικό) σχολείο και σημαντική πνευματική παράδοση. Όλη η Σάμος γενικότερα είχε αμφίδρομη σχέση λογίων και εκπαιδευτικών με τη Σμύρνη και την Ευαγγελική: ντόπιοι φοιτούσαν στη Σχολή και απόφοιτοι επέστρεφαν να διδάξουν στο νησί. Άλλωστε και ο Γ. Σωτηρίου το 1892 διαδέχθηκε στη διεύθυνση της Ευαγγελικής τον Σάμιο φιλόλογο Αριστομένη Στεργιογλίδη, όταν ο τελευταίος επέστρεψε στη Σάμο όπου δίδαξε κι αργότερα ανέλαβε τη διεύθυνση του Γυμνασίου του νησιού.

Κάτι παρόμοιο έκανε κι ο Σωτηρίου. Μετά το 1910 εργάστηκε στη Σάμο. Δεν βρήκα στοιχεία αν πήγε αμέσως εκεί, όταν το 1910 έπαψε να είναι διευθυντής στην Ευαγγελική, αλλά σίγουρα είχε εγκατασταθεί στον Λιμένα Βαθέος μετά το 1922, όπου υπηρετούσε ως καθηγητής και διευθυντής στο Πυθαγόρειο Γυμνάσιο. Το αρχοντικό της οικογένειας Σωτηρίου σώζεται ακόμα στην παραλιακή οδό της πρωτεύουσας του νησιού. Είναι ένα δίπατο, σμυρναίικου στυλ, με τις κρεβατοκάμαρες στο ανώγειο και ένα χολ που οδηγεί στο μπαλκόνι της πρόσοψης και τους κοινόχρηστους χώρους (κουζίνα, σάλα κλπ) στο ισόγειο.

Ο Γ. Σωτηρίου είχε δημιουργήσει οικογένεια από τα χρόνια που ζούσε στη Σμύρνη. Παιδιά του, που γεννήθηκαν και έζησαν τα παιδικά τους χρόνια στη Σμύρνη, ήταν τα δίδυμα Πλάτων και Έλλη.

Η Διδώ και ο Πλάτων Γ. Σωτηρίου
 

Ο Πλάτων Σωτηρίου (+1985) ήταν μαθηματικός και το 1933 έγινε σύζυγος της γνωστής πεζογράφου Διδώς Σωτηρίου (1909-2004). Υπήρξε φωτισμένος εκπαιδευτικός, όπως ο πατέρας του. Δίδαξε και διετέλεσε διευθυντής στη Σχολή Αηδονοπούλου. Η δημοσιογράφος Άννα Δαμιανίδη, που ήταν μαθήτριά του γύρω στο 1970, τον θυμάται ως εξής (Εφημερίδα των Συντακτών, 27.10.2020):

 «Ο γυμνασιάρχης μας ήταν ο Πλάτων Σωτηρίου, σύζυγος της Διδώς Σωτηρίου, ο «θείος Πλάτων» της Άλκης Ζέη, ο δίδυμος αδελφός της μητέρας της. Δεν ξέραμε τότε τόσες λεπτομέρειες, μόνο ότι ήταν ο πιο γλυκός, ο πιο σοφός, ο πιο αγαπημένος καθηγητής, πράος, γενναιόδωρος, που μας πείραζε με το λεπτότερο χιούμορ. Έπρεπε να πάρει σύνταξη, μας έλεγε, αλλά έμενε ακόμα λίγο στο πόστο, για να φύγει μαζί μας, έλεγε, όταν θα τελειώναμε κι εμείς».

Όπως αναφέρει η δημοσιογράφος, το όνομά του έδωσε η ανιψιά του Άλκη Ζέη στο ομώνυμο παιδικό βιβλίο που έγραψε, λαβαίνοντας την έμπνευση όταν τους έστειλε στη Μόσχα, όπου ζούσαν εξόριστοι, ένα πάνινο γαϊδουράκι με καραμέλες για τα παιδιά της. Οι θείοι της Πλάτων και Διδώ την παρότρυναν να ασχοληθεί με το γράψιμο. Εκείνος της αγόραζε μολύβια και χαρτί, ενώ τον είχε και καθηγητή στη Σχολή Αηδονοπούλου. Σε αντίθεση με τον αυστηρό πατέρα της, τον τραπεζικό Ζήνωνα Ζέη, που δεν ενέκρινε την ενασχόληση της με το γράψιμο, τόσο ο θείος Πλάτων, όσο και η μητέρα της η Έλλη ήταν ενθαρρυντικοί. Γι’ αυτό άλλωστε αφιέρωσε το ομώνυμο βιβλίο στον θείο της.

Ο Πλάτων Σωτηρίου υπήρξε υπομονετικός σύντροφος και υποστηρικτής της Διδώς σε όλη την πολιτικά πολυτάραχη και προσωπικά πολυκύμαντη διαδρομή της. Δεν απέκτησαν παιδιά αλλά μαζί μεγάλωσαν το Νικόλα Μπελογιάννη (1951-2020), το ορφανό αγόρι του Νίκου Μπελογιάννη (1915-1952) και της αδερφής της Διδώς, της Έλλης Παπά (1920-2009) η οποία ήταν εξόριστη 16 ολόκληρα χρόνια. Η Διδώ ανέφερε με αγάπη στις συνεντεύξεις της τον «Πλατωνάκο» της, όπως τον αποκαλούσε χαϊδευτικά:

«Μαθηματικός ήτανε, και η καλοσύνη του ήταν μεγάλη… H αδερφή του η δίδυμη ήταν φίλη μου και μου είχε πει τα καλύτερα λόγια για τον Πλάτωνα, έτσι τον γνώρισα. Ήταν προσωποποιημένη η ευγένεια, η αντρική ομορφιά, -γιατί κι αυτό παίζει ένα ρόλο στα νέα κορίτσια- όλα αυτά είναι αναγκαία. Έτσι γνωριστήκαμε και παντρευτήκαμε».

Όταν εκείνος ασθένησε, διέκοψε τη συγγραφική της δράση για πολλά χρόνια και του αφοσιώθηκε ως τον θάνατό του, το 1985.

Άλκη Ζέη και Διδώ Σωτηρίου
 

Εγγονή του Γεωργίου Σωτηρίου, θυγατέρα της κόρης του, της Έλλης, ήταν η γνωστή συγγραφέας Άλκη (Αγγελική) Ζέη (1923-2020). Διατηρούσε έντονη την ανάμνηση του παππού της καθώς από τριών ως δώδεκα ετών περίπου πέρασε τα παιδικά της χρόνια στη Σάμο, μαζί με την αδερφή της, την Ελένη (Λενούλα), διότι η μητέρα τους νοσηλευόταν για χρόνια σε σανατόριο με φυματίωση. Τον θεωρούσε αρχαίο Έλληνα λόγω της αρχαιομάθειάς του. Εκείνος την έκανε να αγαπήσει το βιβλίο και το διάβασμα με το παράδειγμά του· από τη βιβλιοθήκη του είχε τα πρώτα της αναγνώσματα: Ιούλιος Βερν, Διάπλαση των Παίδων, Δον Κιχώτης κλπ. Γράφει η ίδια:

«Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, τον θυμάμαι στη Σάμο. Ενώ δεν γεννήθηκα εκεί, πήγα τριών χρονών με την αδερφή μου επειδή είχε πάθει η μητέρα μας φυματίωση. Για μένα όλος ο κόσμος ήταν η Σάμος. Αυτή ήταν η Ελλάδα. Τα πεύκα, η θάλασσα, ο παππούς που νομίζαμε ότι είναι αρχαίος Έλληνας γιατί ήταν καθηγητής αρχαίων ελληνικών και μόνο για θεούς και μύθους μάς μιλούσε. Νιώθαμε ότι αυτός είναι ένας ευτυχισμένος τόπος που δεν θέλαμε καθόλου να τον χάσουμε…

Εκείνο που κυρίως πίστευα τότε είναι ότι μέσα στη ζωή, όπως βάζεις τα παπούτσια σου κάθε πρωί, έτσι πρέπει να πάρεις και ένα βιβλίο. Γιατί πάντα βλέπαμε τον παππού μας να κρατάει ένα βιβλίο στο χέρι, ακόμα και όταν πήγαινε περίπατο στην παραλία, διάβαζε περπατώντας. Έτσι κι εγώ, μικρή έπαιρνα ένα βιβλίο και περπατούσα πάνω-κάτω, έτσι νόμιζα ότι έπρεπε να κάνουμε. Από αυτόν τον ωραίο τόπο φύγαμε, γιατί η μητέρα μας έγινε καλά και μας πήγανε στο Μαρούσι. Μας φάνηκε ότι πήγαμε σε μια ξένη γη, με δυο ξένους ανθρώπους που μας είπαν ότι ήταν οι γονείς μας και όταν έφυγε ο παππούς μας, νόμιζα ότι πήρε τα πάντα μαζί του».

Από μια συνομιλία της με το Θανάση Νιάρχο μαθαίνουμε πως ο Γ. Σωτηρίου ήταν οπαδός του Βενιζέλου: «στη Σάμο, την εποχή που ο Ελευθέριος Βενιζέλος σήκωνε στην αγκαλιά του το νήπιο που ήταν η Άλκη Ζέη», πως κι εκεί άφησε θετική παρακαταθήκη όπως αφηγείται ο μαθητής του Νικόλαος Δημητρίου, σπουδαίος λαογράφος του νησιού και ιδρυτής του ομώνυμου ιδρύματος (μουσείου και βιβλιοθήκης) και άλλα πολλά (εφ. Τα Νέα, 27.8.2013):

«Η Σάμος είναι για μένα τα αξέχαστα παιδικά χρόνια που πέρασα εκεί με τον παππού μου. Τώρα, μόλις πατήσω το πόδι μου στο νησί, θαρρώ πως είμαι εκείνο το αδύνατο κοριτσάκι που έψαχνε στα βραχάκια για καβούρια. Πριν από λίγα χρόνια, μόλις πήγαινα εκεί, έβρισκα τον λαογράφο Νικόλαο Δημητρίου που ήταν μαθητής του παππού μου. Ο παππούς ήταν διευθυντής και καθηγητής των Αρχαίων Ελληνικών στο Γυμνάσιο της Σάμου. Μου διηγιόταν πολλά που δεν ήξερα για εκείνον. Δεν γνώριζα πώς ήταν σαν δάσκαλος και μου μιλούσε τόσο γλαφυρά ώστε γνώριζα έναν παππού που δεν ήξερα. Τώρα που “έφυγε” ο Νικόλαος Δημητρίου, περίπου στα εκατό του χρόνια, δεν έχω λόγο να ξαναπάω στο Πυθαγόρειο».


 Οι όμορφες αναμνήσεις από τη ζωή κοντά στον παππού της υπήρξαν η έμπνευση για να γράψει το πρώτο της βιβλίο, «Το καπλάνι της βιτρίνας», το οποίο ήταν ένα βαλσαμωμένο αιλουροειδές που είχε φέρει ο Γ. Σωτηρίου από τη Σμύρνη, όπως αναφέρει η ίδια:

«Στο σπίτι του παππού στη Σάμο, στο σαλόνι, υπήρχε μια βιτρίνα και μέσα ήταν ένας τίγρης, το καπλάνι. Έτσι το έλεγα εγώ στη Σάμο και νόμιζα πως το ξέρουν όλοι στην Ελλάδα όταν έγραφα το βιβλίο. Ούτε το καπλάνι ήξερε τότε, ούτε εγώ τι ρόλο θα παίξουμε στη ζωή μας και οι δύο... Όταν το έγραφα, δεν ήξερα ότι γράφω βιβλίο για παιδιά. Ήθελα να πω τις αναμνήσεις από τα παιδικά μου χρόνια… ήθελα να διηγηθώ στα παιδιά μου για το πώς μεγάλωσα εγώ με την αδελφή μου. Πάντα ιστορίες από τη ζωή μου τους έλεγα. Ποτέ παραμύθια. Τότε ήμασταν πολιτικοί πρόσφυγες στη Μόσχα και ήθελα τα παιδιά μου να μάθουν για την Ελλάδα».

Η Άλκη Ζέη με τα εγγόνια της μπροστά στο καπλάνι του παππού της Γεώργιου Σωτηρίου

 

Το καπλάνι που κάποτε βρισκόταν στο σαλόνι του Γ. Σωτηρίου, το καπλάνι που ενέπνευσε το βραβευμένο ομώνυμο μυθιστόρημα, βρίσκεται σήμερα σε μουσείο της Σάμου, όπου το δώρισε η οικογένεια, καθώς το σπίτι κάποτε πουλήθηκε:

«Πηγαίνω όμως στους Μυτιληνιούς, στο παλαιοντολογικό μουσείο, γιατί εκεί μέσα “ζει” “Το καπλάνι της βιτρίνας”. Ναι, αυτό το ίδιο καπλάνι που ήταν μέσα στη βιτρίνα, στο σαλόνι του παππού μου. Στέκομαι και το χαζεύω και νομίζω πάλι πως γίνομαι εκείνο το αδύνατο κοριτσάκι που “μιλούσε” με το καπλάνι και του έλεγε όσα δεν τολμούσε να πει στους μεγάλους, ακόμη και πως ήθελε να γίνει συγγραφέας».

Η νεαρή Άλκη Ζέη με την μητέρα της Έλλη Σωτηρίου


Ο Γεώργιος Σωτηρίου απεβίωσε προς τα τέλη της δεκαετίας του ’30. Με θλίψη αναφέρει την απώλειά του η εγγονή του, η «Κούλι», όπως την αποκαλούσε, στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της «Με μολύβι φάμπερ νούμερο δύο». Κάπου εδώ τελειώνει και για μας το όμορφο ταξίδι που προέκυψε από την έρευνα του βίου του. Ο Γ. Σωτηρίου όχι μόνο συνδεόταν οικογενειακά αλλά ενέπνευσε και επηρέασε μια σημαντική φωνή της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Επί πλέον κληροδότησε τον δικό του εκπαιδευτικό ζήλο στο γιο του, ο οποίος με τη σειρά του υπήρξε επιδραστικός για πολλές επόμενες γενιές μαθητών.

Αλλά κυρίως ήταν ο ίδιος ο Γ. Σωτηρίου που άφησε έντονο το αποτύπωμά του στην εκπαίδευση και την κοινωνία της Σμύρνης. Αυτό ήταν αρκετό ώστε την δεκαετία ’50 οι παλιοί του μαθητές και συμπατριώτες να φροντίσουν να δοθεί το όνομά του σε έναν δρόμο της Άνω Ν. Σμύρνης, σε μια παράλληλη της οδού Αιγαίου μεταξύ των οδών Ζαρίφη και Πεσμαζόγλου.

Κι εγώ είμαι τυχερός που τον έχω «γείτονα».

- - - ο - - -

Υ.Γ. Ο γυμνασιάρχης της Ευαγγελικής Σχολής Γ. Σωτηρίου δεν πρέπει να συγχέεται με τον συνονόματό του επιφανή βυζαντινολόγο και αρχαιολόγο Γεώργιο Σωτηρίου (1880-1965) από τις Σπέτσες.

 

 
Παλιά και νεότερη πινακίδα της οδού Γ. Σωτηρίου



Πηγές

Γεώργιος Σκαλιέρης, «Λαοί και φυλαί της Μικράς Ασίας», β΄ έκδοση Ρήσος 1990 (α΄ έκδ. 1922).

Σωκράτης Προκοπίου, «Σεργιάνι στην παλιά Σμύρνη», β΄ έκδοση 1949.

Αυρήλιος Ευστρατιάδης, «Ευαγγελική Σχολή, πέντε δοκίμια», εκδ. Δωδώνη 1972.

Αθανάσιος Φραγκούλης, «Ευαγγελική Σχολή (Σύντομη ιστορία)», 1988.

Θ. Μπελίτσος, «Τα σχολεία της ελληνικής Σμύρνης στις αρχές του 20ού αιώνα», 1992.

«Τα οδωνύμια της περιοχής μας και οι πρώτοι οικιστές», Β1 2ου Γυμνασίου Ν. Σμύρνης, 1993.

Τόνια Καφετζάκη, «Η παιδεία της Ιωνίας στη Νέα Σμύρνη: η συμβολή της Ευαγγελικής Σχολής».

Θανάσης Νιάρχος, «Η Σάμος της Άλκης Ζέη», Τα Νέα 27.8.2013.

Άλκη Ζέη, «Για μένα όλος ο κόσμος ήταν η Σάμος», Samos Voice, 28.2.2020.

 

Θ. Μπελίτσος, 29.1.2025

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου