Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2024

Χρόνος ο άχρονος: Δεύτερη ζωή δεν έχει

 


Σε λίγες ώρες θα αποχαιρετήσουμε το τρέχον έτος και θα υποδεχτούμε πανηγυρικά το νέο ελπίζοντας σε μια πιο χαρούμενη χρονιά. Για άλλη μια χρονιά ετοιμαζόμαστε να ζήσουμε αυτή την ψευδαίσθηση που επαναλαμβάνεται για πολλούς αιώνες κάθε 365 ή 366 μέρες. Αυτή η πολύ επίμονη ψευδαίσθηση, όπως την αποκαλούσε ο Αϊνστάιν, να διακρίνουμε το παρελθόν από το μέλλον, υπάρχει μόνο και μόνο επειδή εμείς θελήσαμε να υπάρχει τεμαχίζοντας τα γεγονότα σε στιγμές, ώρες, ημέρες, βδομάδες, μήνες, έτη, αιώνες κλπ, κλπ. Και βρίσκουμε αφορμές για να τη γιορτάσουμε, καθιερώνοντας επετείους, γενέθλια, πρωτοχρονιές, όταν το χρονόμετρο καταγράφει μια οριακή στιγμή.

Διότι χρόνος είναι ό,τι μετρά το ρολόι, όπως είχε πει κάποτε ξανά ο Αϊνστάιν σε κάποιον φορτικό που τον ρωτούσε επίμονα «τι εστί χρόνος». Και τα ρολόγια δουλεύουν κατά το δοκούν του κατόχου τους. Όταν εμείς θα μετράμε αντίστροφα τα δευτερόλεπτα στο Σύνταγμα, στη Νέα Ζηλανδία θα ονειρεύονται ζαλισμένοι από τη σαμπάνια που κατανάλωσαν λίγες ώρες ενωρίτερα στο πρωτοχρονιάτικο πάρτι, ενώ στη Νέα Υόρκη θα τρέχουν ακόμα για τα τελευταία βραδινά ψώνια ενόψει της αλλαγής του χρόνου. Σε πολλά μέρη του πλανήτη θα αδιαφορούν τελείως για τη γιορτή, διότι τα δικά τους χρονόμετρα και ημερολόγια δεν ταυτίζονται με το δικό μας.

Αυτή η εντύπωση λοιπόν, πως κάτι αλλάζει από τις 11:59 της 31ης του Δεκέμβρη ως τις 00:01 της 1ης του Γενάρη, είναι απλά μια ψευδαίσθηση, την οποία αφενός δεν την βιώνουν όλοι την ίδια χρονική στιγμή αφετέρου δεν αφορά όλους τους κατοίκους του πλανήτη. Ο απόλυτος κοσμικός χρόνος ρέει ανεξάρτητα από τις δικές μας μεθόδους μέτρησης. Για μας υπάρχει μόνο όσο μπορούμε να παρατηρούμε τις αλλαγές που συμβαίνουν τόσο στον ουρανό όσο και στο γήινο περιβάλλον που ζούμε.

Η λέξη «ζούμε» είναι η κομβική λέξη που προσδιορίζει τη σχέση μας με το χρόνο. Για τον καθένα μας ο χρόνος βιώνεται από τη στιγμή που φασκελώσαμε τη μαμή ως την άδηλη στιγμή του επιθανάτιου ρόγχου. «Εξεμέτρησε το ζην» λέγανε παλιότερα για κάποιον που απεβίωσε, μια φράση που είναι γνωστή από την δημώδη βυζαντινή γλώσσα, στην οποία αποτυπώνεται η σχέση του χρόνου με την βιωτή.

Μόνο το «ζην», λοιπόν, μας αφορά. Το πριν και το μετά το ζην, αφορούσε τους προγόνους μας και θα απασχολήσει τους επιγόνους μας αντίστοιχα. Παραζαλισμένοι από τη γιορτή, από την προετοιμασία για το πάρτι, από την προσμονή για το φλουρί της βασιλόπιτας, ξεχνάμε το «ζην», ξεχνάμε πως το προσωπικό μας χρονόμετρο τρέχει με τον ίδιο σταθερό ρυθμό. Έτσι συνέβαινε ανέκαθεν, ανεξάρτητα με το πώς μετρούσαν τις μέρες και τα χρόνια, κι έτσι θα συμβαίνει αενάως είτε αλλάξουν είτε δεν αλλάξουν τα σημερινά ημερολόγια στο μέλλον.

Αυτό το «ζην» πρέπει να σκεφτούμε πώς θα το αξιοποιήσουμε επωφελώς για τον εαυτό μας, για τους κοντινούς μας ανθρώπους, για την κοινωνία γενικότερα, όχι σωρεύοντας υλικά αγαθά αλλά προσφέροντας αγάπη, χαμόγελα, κατανόηση. Διότι το θαύμα της δικής μας βιωτής συνέβη άπαξ δια παντός στην ιστορία του σύμπαντος, δεν είναι πρόβα που μπορείς να την κάνεις δέκα φορές μέχρι να πετύχεις το σωστό, δεν έχει pause όπως το βίντεο για να το σταματήσεις προσωρινά και να ξεκινήσεις αργότερα, δεν έχει restart μετά το “The End” ούτε έχει σίκουελ νο 2, νο 3, νο 4 όπως κάποιες ταινίες.

Ας είναι η αποψινή γιορτή της αλλαγής του χρόνου, αφορμή να σκεφτούμε πόσο θετικό είναι το πρόσημο που έχουμε καταγράψει μέχρι τώρα και τι μπορούμε να κάνουμε ώστε να το βελτιώσουμε, πριν να είναι αργά. Διότι όπως λέει ο Ελύτης στο «Παράπονο»: «δεύτερη ζωή δεν έχει».

Θ. Μπελίτσος, 31.12.2024

 

 

Τρίτη 17 Δεκεμβρίου 2024

Ευεργέτες και Λήμνος. Τέσσερις διακεκριμένες περιπτώσεις

 

Μεγάλοι ευεργέτες της Λήμνου [φωτ. από την εκδήλωση]

Κυρίες και κύριοι καλημέρα από την Αθήνα

Συγχαρητήρια για την πρωτοβουλία που πήρατε να διατηρήσετε τη μνήμη των Λημνίων ευεργετών, αφιερώνοντας σε αυτούς μια ειδική αίθουσα, ένα μικρό μουσείο στην ουσία, στο κτίριο Σαχτούρη, το οποίο αποτελεί επίσης προϊόν ευγενούς δωρεάς προς το νησί. Θα σας μιλήσω για τον ευεργετισμό των Λημνίων, εν μέρει βέβαια, διότι το είναι θέμα είναι τεράστιο. Θα κάνω μια γενική αναφορά και θα επικεντρωθώ σε τέσσερις περιπτώσεις.

Το 1911 ένας ανώνυμος Λήμνιος έγραφε σε εφημερίδα της Αλεξάνδρειας, πως σε απόκεντρα χωριά οι επισκέπτες αντικρίζουν περικαλλείς ναούς και ωραιότατα σχολεία, πολύ ανώτερα από εκείνα της Αλεξάνδρειας. Δεν ήταν υπερβολή αυτό. Ακόμα και τώρα τα παλιά σχολικά κτίρια και οι ναοί του νησιού ξεχωρίζουν με την επιβλητικότητα και την αρχιτεκτονική τους. Φανταστείτε πόσο εντυπωσιακά θα φάνταζαν πριν από 120 χρόνια, σε ένα περιβάλλον που το αποτελούσαν κυρίως φτωχικά χωριατόσπιτα. Και προκύπτει η εύλογη απορία: από πού προήλθαν τα απαιτούμενα κεφάλαια; Ο ίδιος ανώνυμος Λήμνιος που ανέφερα, συνεχίζει:

«ουκ ολίγα [σχολεία και ναοί] εκτίσθησαν, επροικίσθησαν και εδωρήθησαν εις το Κοινόν της Λήμνου υπό ιδιωτών, οίτινες επί πολλά έτη μοχθήσαντες εις τα ξένα και αποκτήσαντες έντιμον πλούτον, θεώρησαν καύχημα και τιμή τους να εκπληρώσουν το καθήκον προς την πατρίδα» [εφ. Ταχυδρόμος Αλεξανδρείας, 20.4.1911]

Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2024

Χριστούγεννα του Παπαδιαμάντη με έναν Λημνιό καραβοκύρη

  

"Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο εκ Σκιάθου". Ράλλης Κοψίδης 1960

Κατά το 19ο αιώνα οι επαφές της Λήμνου με τη Σκίαθο και με τα άλλα νησιά των Βορείων Σποράδων ήταν συχνές. Απείχαν άλλωστε μόλις λίγα μίλια. Αν και μετά το 1830 βρέθηκαν εκατέρωθεν της θαλάσσιας μεθορίου που χώρισε την οθωμανική ακόμα Λήμνο από τα λευτερωμένα μικρονήσια των Σποράδων, οι καπεταναίοι συνέχισαν να ταξιδεύουν στο Αιγαίο όπως παλιά, μεταφέροντας εμπορεύματα κι ανθρώπους στα νησιά και τις ακτές του. Οι σχέσεις αυτές έχουν επισημανθεί παλιότερα κι από μένα[1] κι από άλλους ερευνητές.[2]